Άρθρο: όταν τα φυσικά φαινόμενα μετατρέπονται σε φυσικές καταστροφές
ΑυτοδιοίκησηΕιδήσειςΈργαΕυρωπαϊκή ΈνωσηΚτηματαγοράΟικιστικάΟικονομίαΠεριβάλλονΠολεοδομίαΥποδομέςΦυσικοί πόροιΧωροταξία 11 Σεπτεμβρίου 2023 Αργύρης
Της Μαργαρίτας Καραβασίλη*
Δυστυχώς χρειάστηκε να συμβούν τραγικές καταστροφές για να γίνει αντιληπτό ότι ζούμε πλέον σε εποχή κλιματικής κρίσης. Ελπίζω να έχουμε πλέον πειστεί καταρχήν ότι η κλιματική αλλαγή είναι υπαρκτή και συμβαίνει.
Βέβαια η κλιματική αλλαγή είναι παρούσα χρόνια τώρα και οι επιστήμονες συνεχίζουν να προειδοποιούν για τις επιπτώσεις της, αλλά και για τα μέτρα προσαρμογής που είναι αναγκαία, ώστε να διασφαλίσουμε την αναγκαία ανθεκτικότητα και να θωρακίσουμε τις πόλεις και τα χωριά μας.
Όμως δύσπιστοι οι Έλληνες δεν δώσαμε ποτέ ιδιαίτερη σημασία. Αλλά και οι αρμόδιοι που τουλάχιστον θεσμοθετούν και εναρμονίζουν τη νομοθεσία της χώρας μας με τις κοινοτικές οδηγίες, δεν έχουν πάρει και πολύ σοβαρά την ταχύτητα με την οποία η κλιματική αλλαγή εξελίχθηκε σε κλιματική κρίση.
Δυστυχώς για άλλη μια φορά έπρεπε να ζήσουμε πρόσφατα τις καταστροφικές συνέπειες μια «κακοκαιρίας» για την οποία υπήρχε λεπτομερής πρόγνωση και σήμερα, αρχές του Σεπτέμβρη του 2023 και αμέσως μετά τις καταστροφικές πυρκαγιές του Ιουλίου, Αυγούστου, πόλεις ολόκληρες καταστράφηκαν, άνθρωποι πνίγηκαν, περιουσίες χάθηκαν, το περιβάλλον πλήγηκε ανεπανόρθωτα.
Βιώσαμε ένα καλοκαίρι που αποδεικνύεται να είναι το χειρότερο της καταγεγραμμένης μετεωρολογικής ιστορίας, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό σύστημα Coperincus με αποκορύφωμα τις πιο καταστροφικές πλημμύρες που έχουμε δει ποτέ με εστίαση στην Θεσσαλία.
Μάθαμε τελικά ότι τα καιρικά φαινόμενα όχι μόνο έχουν πυκνώσει αλλά και έρχονται με μεγαλύτερη ένταση και επικινδυνότητα. Μάθαμε ότι οι πλημμύρες της πεντηκονταετίας όπως και οι άλλοτε σπάνιες μεγα-πυρκαγιές συμβαίνουν με μια απίστευτη συχνότητα 5-10 χρόνων, ενώ παλιότερα συνέβαιναν κάθε 50 και 100 χρόνια.
Φταίει η κλιματική αλλαγή;
Μέσα από όλη αυτή την τραγωδία μιλήσαμε επιτέλους για την κλιματική κρίση και της αποδώσαμε ευθύνες. Είπαμε μάλιστα ότι για την τραγωδία που βιώνει ο τόπος μας εκδικείται η φύση.
Ας μην ακούσουμε πάλι ότι για αυτό φταίει αποκλειστικά η κλιματική αλλαγή.
Ας σκεφτούμε τι κάνουμε και πως το κάνουμε εμείς.
Ας δούμε ψύχραιμα τα γεγονότα όσο αυτό είναι δυνατό.
Από την Κυριακή 03/09 είχαμε έγκαιρες και πολύ έγκυρες προγνώσεις για πρωτόγνωρης έντασης και διάρκειας φαινόμενα που φέρνει ο «Ντάνιελ» με πρωτοφανές ύψος βροχόπτωσης για την περιοχή της Θεσσαλίας, ενώ και οι επόμενες ανανεώσεις πρόγνωσης επέμεναν στην επικινδυνότητα του φαινομένου.
Όπως επίσης γνωρίζαμε – ή τουλάχιστον έπρεπε να γνωρίζουν όσοι έχουν την ευθύνη της πολιτικής προστασίας– ποια είναι η φέρουσα ικανότητα της Θεσσαλικής πεδιάδας και ποια είναι η συμπεριφορά της σε πλημμυρικά φαινόμενα και να προετοιμαστούν κατάλληλα, αλλά και να εκκενώσουν άμεσα τα χωριά που βρισκόντουσαν στο χαμηλότερο υψόμετρο.
Όχι λοιπόν. Δεν μας φταίει η κλιματική κρίση, ούτε η φύση μας εκδικείται.
Η φύση δεν μας εκδικείται αν και ίσως θα έπρεπε να το κάνει με τόσα και τόσα που της έχουμε κάνει εμείς οι άνθρωποι με τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την ανάπτυξη. Απλά αδιαφορεί και ακολουθεί τους δικούς της κανόνες, τους δικούς της νόμους και πάντα βρίσκει τις εναλλακτικές και τον δρόμο της ή εφευρίσκει τα δικά της μονοπάτια διαφυγής ειδικά το νερό που, εκτός των άλλων, έχει και μνήμη. Γιατί το νερό βρίσκει το δρόμο του σε κάθε περίπτωση ό,τι κι αν κάνει ο άνθρωπος, με όποιο τρόπο και αν εμποδίσει τη φυσική του ροή. Ακόμη κι αν εμείς βάζουμε εμπόδια και φράζουμε ρέματα και ποτάμια με μπαζώματα, με κτίσματα ή με σκουπίδια και άλλα φερτά υλικά, το νερό θυμάται τον δρόμο του και τον βρίσκει.
Και όσο περισσότερο είναι το νερό τόσο περισσότερο χώρο καταλαμβάνει, όπως συμβαίνει σε κάθε περίπτωση έντονων βροχοπτώσεων, όπου τα ρέματα διογκώνονται γρήγορα προκειμένου να μεταφέρουν μεγάλο όγκο νερού. Όταν το νερό βρει στο δρόμο του εμπόδια στο ρεύμα του, απότομες στροφές, στενά σημεία ή μπάζα ή ακόμη και μπαζώματα και κτίρια τότε μοιραία το νερό προσπαθεί να βρει άλλο δρόμο συμπαρασύροντας ότι εμπόδιο βρίσκει μπροστά του με συνέπεια τις πλημμύρες των περιοχών που βρίσκονται κοντά στα ρέματα.
Τι κάνουμε στη χώρα μας;
Σε επίπεδο νομοθετικό το αρμόδιο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, σε εφαρμογή της σχετικής Οδηγίας 2007/60/ΕΚ «Αξιολόγηση και Διαχείριση Κινδύνων Πλημμύρας» της ΕΕ, ολοκλήρωσε, το 2017, την κατάρτιση και δημοσιοποίηση των Χαρτών Επικινδυνότητας Πλημμύρας και των Χαρτών Κινδύνων Πλημμύρας για όλα τα Υδατικά Διαμερίσματα της χώρας για τμήματα ποταμών, ρεμάτων, χειμάρρων και λιμνών που περιλαμβάνονται στις Ζώνες Δυνητικά Υψηλού Κινδύνου Πλημμυρών, όπως προέκυψαν από Προκαταρκτική Αξιολόγηση. Οι χάρτες αυτοί επικαιροποιήθηκαν μάλιστα το 2019. Ωστόσο σε λίγες έως ελάχιστες περιπτώσεις υπήρξε και εφαρμογή των προβλεπόμενων αναγκαίων μέτρων.
Και όμως εάν είχαν ληφθεί υπόψη οι εν λόγω Χάρτες Κινδύνου Πλημμύρας που περιγράφουν τις δυνατές αρνητικές συνέπειες που συνδέονται με τις πλημμύρες χαμηλής/μέσης/υψηλής πιθανότητας υπέρβασης και αν είχαν υλοποιηθεί τα προβλεπόμενα έργα, πολλοί κίνδυνοι θα είχαν αποφευχθεί, καθώς στους χάρτες αυτούς απεικονίζεται τόσο η επιφάνεια κατάκλισης από το νερό και το μέγιστο βάθος νερού, όσο και η μέγιστη ταχύτητα ροής και πληροφορίες για τους χρόνους άφιξης και παραμονής του πλημμυρικού κύματος σε σημεία ενδιαφέροντος εντός των περιοχών που κατακλύζονται. Επιπλέον παρέχουν σημαντικές πληροφορίες, όπως η επισήμανση των ζωνών όπου υπάρχει το ενδεχόμενο πλημμυρών με αυξημένο ποσοστό μεταφερόμενων ιζημάτων και πλημμυρών που μπορεί να προκαλέσουν ροή λάσπης ή κατολισθήσεις, καθώς και πληροφορίες για άλλες σημαντικές πηγές ρύπανσης.
Αντί λοιπόν να έχουμε αξιοποιήσει τα στοιχεία αυτά και να έχουμε μάλιστα προχωρήσει και στον υπολογισμό και των επιπλέον συνεπειών της κλιματικής αλλαγής, εμείς στη χώρα μας εξακολουθούμε να υποτιμούμε τα έργα υποδομής, να μην τα υλοποιούμε, εξακολουθούμε να μην ενημερώνουμε τον πολίτη ώστε να τον κάνουμε συμμέτοχο και παράλληλα συνεχίζουμε να απορρίπτουμε κάθε περιττό (μπάζα, σκουπίδια) στους φυσικούς αποδέκτες του νερού για να τα πάρει η θάλασσα, περιορίζουμε το ζωτικό χώρο των ρεμάτων (πλημμυρική ζώνη προστασίας λέγεται), συχνά τα εγκιβωτίζουμε, τα μπαζώνουμε και σε συνδυασμό με την άναρχη δόμηση που υπάρχει και εντός των ρεμάτων φυσικά φαινόμενα μετατρέπονται σε φυσικές καταστροφές.
Τι κάνουν αλλού;
Άλλες πόλεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης το έχουν καταλάβει και εδώ και χρόνια έχουν αποκαλύψει τα ποτάμια και τα ρέματα που ενδεχομένως είχαν παλιότερα εγκιβωτίσει ή εξαφανίσει, αξιοποιώντας παράλληλα και το νερό για το δροσισμό των πόλεων, ώστε μαζί με το πράσινο και άλλες υποδομές να συμβάλουν στον περιορισμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.
Υπάρχει τρόπος να περιορίσουμε τις επιπτώσεις;
Η μελέτη της συνδυασμένης επίδρασης βροχοπτώσεων, τοπογραφίας, ρεμάτων, ποταμών και αστικών παρεμβάσεων την εποχή της κλιματικής κρίσης επιβάλλει το σχεδιασμό και υλοποίηση κατάλληλων υδρολογικών υποδομών και λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων πρόληψης από την υπερχείλιση ποταμών και ρεμάτων με βάση τις υδρολογικές μελέτες για τις επικίνδυνες περιοχές για πλημμυρικά φαινόμενα που έχουν εκπονηθεί.
Τα μέτρα αυτά που βασίζονται σε σύγχρονες βιώσιμες τεχνικές λύσεις, έχουν τη δυνατότητα ανάσχεσης της δύναμης και της ορμής τέτοιων έντονων καιρικών συνθηκών και φαινομένων, αρκεί να έχουν γίνει και να έχουν γίνει σωστά. Όπου τα ρέματα έχουν οριοθετηθεί και διευθετηθεί προφανώς παρέχουν μεγαλύτερη ασφάλεια και μπορούν να συμβάλουν στον περιορισμό της δριμύτητας σφοδρών καιρικών φαινομένων. Αρκεί να έχουν γίνει.
Δυστυχώς, ενώ όλο και περισσότερο συζητάμε για την πρόληψη, όλο και περισσότερο την αγνοούμε ακριβώς γιατί τις συνέπειες των φυσικών φαινομένων που είναι πλέον σε έξαρση και ιδίως των πλημμυρών τις αντιλαμβανόμαστε μόνο όταν συμβούν τέτοιες τραγωδίες όπως η πρόσφατη.
Οι πρόσφατη τραγωδία αποδεικνύει πόσο απαραίτητα ήταν τα μέτρα πρόληψης και αντιπλημμυρικής θωράκισης των περιοχών που επλήγησαν, όπως και ο συντονισμός και η συνέργεια όλων των εμπλεκόμενων φορέων, αλλά και πόσο αναγκαίες είναι οι συστηματικές προσπάθειες για την αποτροπή και την καταστολή των επιπτώσεων, τόσο αυτοτελώς όσο και μέσα από δράσεις για προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή σε κεντρικό αλλά και τοπικό επίπεδο, με ενεργοποίηση των πολιτών.
Δυστυχώς οι περισσότερες Περιφέρειες και οι Δήμοι της χώρας δεν έχουν καν εκπονήσει μελέτες προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, όπως επιτάσσει η νομοθεσία και η πραγματικότητα. Ωστόσο, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η προσαρμογή είναι μια οργανωμένη κοινωνικά, οικονομικά, επιστημονικά και θεσμικά διαδικασία, η οποία ταυτόχρονα θα πρέπει να είναι διαρκής, πολύπλευρη και συμμετοχική.
Έτσι φτάσαμε στην ώρα μηδέν
Ανυπολόγιστες είναι οι καταστροφές στη Θεσσαλία με τις πλημμυρισμένες εκτάσεις να ξεπερνούν περίπου τα 500 χλδ παραγωγικά στρέμματα, όπου οι πιο σημαντικές υποδομές και τα δίκτυα καταστράφηκαν, ενώ κτηνοτροφικός και γεωργικός εξοπλισμός και σημαντικό ζωικό κεφάλαιο έχουν θαφτεί στο νερό, στη λάσπη.
Και ακόμη δυστυχώς δεν είδαμε τίποτε. Οι επιπτώσεις θα εμφανιστούν σε όλη τους την κλίμακα όταν το νερό τραβηχτεί. Τότε φοβάμαι ότι οι αλλαγές στην γεωμορφολογία του τόπου θα είναι σοκαριστικές. Ολόκληρα χωριά έχουν αφανιστεί, σημαντικές περιοχές έχουν εντελώς αποκοπεί και κατολισθήσεις και διάβρωση έχουν μεταμορφώσει το τοπίο. Πολλές είναι οι υποδομές που έσπασαν και πολλοί οι δρόμοι που διαλύθηκαν από τόνους νερού που έπεσαν μέσα σε λίγες ώρες, ενώ τα φράγματα που έσπασαν μετέφεραν ακόμη περισσότερο νερό που οδηγήθηκε ως τη θάλασσα με αποτέλεσμα να αποκολληθούν βράχοι και να μεταμορφωθούν ακόμη και παραλίες. Ήδη άρχισαν να φαίνονται στους δρόμους βουνά από σκουπίδια και μπάζα και περιοχές δίνουν μια εικόνα πλήρους εγκατάλειψης και καταστροφής.
Αλλά και αποχετεύσεις έσπασαν, απόβλητα κάθε είδους έπεσαν στο νερό, γεωργικά απόβλητα, αλλά και νιτρικά και άλλα φυτοφάρμακα, βιομηχανικά απόβλητα, κλπ. αναμίχθηκαν με τα νερά που κατέβασαν τα ρέματα και οι ποταμοί και έχει αυξηθεί η επικινδυνότητα για την δημόσια υγεία αλλά και για το περιβάλλον (ρύπανση υπόγειων νερών, θάλασσας, κλπ.) που εντείνονται ώρα με την ώρα.
Ο απολογισμός για την έκταση της καταστροφής θα αργήσει. Όμως η όμορφη Θεσσαλία που γνωρίζουμε όλοι χάθηκε και μαζί πλήγμα μεγάλο δέχεται η εθνική οικονομία, όχι τόσο ως τροφοδότης της χώρας σε λαχανικά και σιτηρά, γιατί έχει πάψει προ πολλού να είναι, αλλά όλοι οι παραγωγικοί κλάδοι θα ζήσουν μια παρατεταμένη κρίση και είναι άγνωστο πόσος χρόνος θα χρειαστεί για να ανακάμψουν.
Ακριβώς για όλα αυτά που προαναφέρθηκαν η πρόβλεψη και η πρόληψη θα έπρεπε να είχε οδηγήσει διαχρονικά την πολιτεία σε μελέτες και στρατηγικές θωράκισης της χώρας με την υλοποίηση των βέλτιστων και πλέον αποτελεσματικών αντιπλημμυρικών έργων, ως μέρος του ευρύτερου σχεδιασμού διαχείρισης των υδάτων στη Θεσσαλία, με γνώμονα τον βαθμό επικινδυνότητας και μια πολυεπίπεδη προσέγγιση στο θέμα.
Όμως εδώ διαχρονικά υπάρχει έλλειμμα τεράστιο έλλειμμα και χρόνιες στρεβλώσεις, τόσο σε επίπεδο σχεδιασμού, όταν γίνεται, όσο και σε επίπεδο εφαρμογής με μείζον εμπόδιο την γραφειοκρατία, την εμπλοκή των αρμοδιοτήτων, τα διαθέσιμα κονδύλια, τις αντιδράσεις φορέων και πολιτών. Όλοι γνωρίζουν ότι οι μελέτες θα πρέπει να επικαιροποιηθούν με βάση τα νέα δεδομένα της κλιματικής αλλαγής επενδύοντας τα κεφάλαια που η Ευρωπαϊκή Ένωση μας δίνει για τέτοια έργα υποδομής και θωράκισης έναντι της κλιματικής κρίσης.
Η πολιτική προστασία σε επίπεδο δήμων, περιφέρειας και κεντρικού κράτους, πρέπει να επανασχεδιαστεί αξιοποιώντας την τεχνολογία, δημιουργώντας αξιόπιστες βάσεις δεδομένων και μοντέλα προσομοίωσης κινδύνων και φυσικών καταστροφών, αλλά και αναπτύσσοντας προγράμματα εκπαίδευσης πάνω σε τοπικά σχέδια δράσης, με συνεχή επικαιροποίηση όλων των δεδομένων και σχεδίων.
Στις ημέρες μας γνωρίζουν οι αρμόδιοι ότι:
-«Η αξιολόγηση της κλιματικής ανθεκτικότητας των υποδομών είναι προαπαιτούμενο για τα έργα που θα λάβουν χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ της νέας προγραμματικής περιόδου ενώ στο πλαίσιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, η διασφάλιση της κλιματικής ανθεκτικότητας έργων και δραστηριοτήτων αποτελεί απαίτηση που τίθεται σε ισχύ από 01/01/2024, σύμφωνα με τον Εθνικό Κλιματικό Νόμο».
Για να δούμε τι θα κάνουμε για όλο αυτό. Θα ληφθεί έστω και τώρα υπόψη; Θα δοθεί η ευκαιρία να δει η πολιτεία σοβαρά επιτέλους το ζήτημα της προσαρμογής στην κλιματική κρίση;
Αν και δυστυχώς ξεχνάμε γρήγορα στη χώρα μας. Ακόμη και τις πιο σοβαρές καταστροφές. Και πολύ φοβάμαι ότι θα συνεχίσουμε να αδιαφορούμε και να αφήνουμε ανοικτό το δρόμο και για άλλες τέτοιες τραγωδίες συμμέτοχοι και εμείς σε αυτό το διαχρονικό “έγκλημα” που συντελείται από την Πολιτεία εν γνώσει μας.
*Μαργαρίτα Χόνδρου – Καραβασίλη, Αρχιτέκτων d.p.l.g. Πολεοδόμος Χωροτάκτης Msc Κοινωνική Ψυχολόγος Msc τ. Ειδική Γραμματέας Επιθεώρησης Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ΥΠΕΚΑ.
Υποψήφια Περιφερειακή Σύμβουλος στο Νότιο Τομέα Αθηνών με τον συνδυασμό «Αττικός Κύκλος Συνεργασίας και Εμπιστοσύνης»
Σχετικά Άρθρα
- Β. Αιγαίο: το πρώτο περιφερειακό σχέδιο για την Κλιματική Αλλαγή
- ΟΗΕ: τα συστήματα προειδοποίησης για φυσικές καταστροφές σώζουν ζωές
- Τα μέτρα και οι δράσεις για την ανθεκτικότητα της πόλης στην Αττική
- Ανθεκτικότητα κτιρίων: στα 3,8 δις ευρώ οι δαπάνες για φυσικές καταστροφές
- Matart: η τέχνη και προστασία του περιβάλλοντος σε μια πλατφόρμα
- ΥΠΕΝ: θωρακισμένη για το χειμώνα η Ελλάδα σε φυσικό αέριο