ecopress
Του Κυριάκου Μιτσοτάκη* Το θέμα «Ανάπτυξη και Μηχανικοί» είναι πιο επίκαιρο από ποτέ γιατί τώρα μετά από μία δεκαετία ύφεσης και απραξίας ακούγεται ξανά... Αξιοποίηση διατιθέμενων πόρων για την άριστη ανάπτυξη

Του Κυριάκου Μιτσοτάκη*

Το θέμα «Ανάπτυξη και Μηχανικοί» είναι πιο επίκαιρο από ποτέ γιατί τώρα μετά από μία δεκαετία ύφεσης και απραξίας ακούγεται ξανά το ζητούμενο της Ανάπτυξης και των επενδύσεων.

Πρέπει όμως να επισημάνω ότι το θέμα της ανάπτυξης δια των Επενδύσεων δεν μπορεί να εξετασθεί ξεχωριστά από το συνολικό θέμα της αξιοποίησης των Εθνικών πόρων χωρίς κίνδυνο να καταλήξουμε σε απλουστευτικές ή αντιφατικές εκτιμήσεις.

Επομένως πρέπει κατ’ αρχάς να ορίσουμε τι είδος Ανάπτυξη επιδιώκουμε.  Παράλληλα να προσδιορίσουμε τους Διατιθέμενους Εθνικούς Πόρους και να ορισθούν τα κριτήρια Αξιοποίησης τους.

Τέλος να διερευνηθεί η συμβολή των παραπάνω στην Ανάπτυξη και να τεθούν οι μέθοδοι και οι στόχοι για την αξιοποίηση τους.

Ανάπτυξη

Με τον όρο Ανάπτυξη εννοούμε συνήθως την οικονομική ανάπτυξη που είναι η αύξηση της πραγματικής παραγωγής προϊόντων και υπηρεσιών σε σχέση με τον χρόνο.  Ως δείκτης της ανάπτυξης ορίζεται ο μέσος ποσοστιαίος ρυθμός αύξησης του πραγματικού Α.Ε.Π.   Ο δείκτης υπολογίζεται διορθωμένος ως προς τον πληθωρισμό και αναφέρεται στην μακροχρόνια τάση.

Οι κύριοι παράγοντες που επηρεάζουν ποσοτικά την ανάπτυξη είναι : Παραγωγικότητα, αύξηση του πληθυσμού, συσσώρευση κεφαλαίου και τεχνολογική πρόοδος.

Είναι γνωστό ότι οικονομική ανάπτυξη σημαίνει «μεγέθυνση» των οικονομικών δεικτών επομένως μακροχρόνιος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ και ιδιαίτερα αύξηση του κατά κεφαλή ΑΕΠ.

Όμως εκτός του όρου οικονομική ανάπτυξη αναφέρονται συχνά οι όροι Αειφόρος ανάπτυξη, Βιώσιμη ανάπτυξη, Πράσινη ανάπτυξη και τέλος ολοκληρωμένη ανάπτυξη.

Οι ορισμοί αυτοί συνοπτικά περιγράφονται ως εξής.

  • Αειφόρος ανάπτυξη είναι η ανάπτυξη που σχεδιάζεται και υλοποιείται λαμβάνοντας υπόψη την προστασία του περιβάλλοντος με την μέγιστη δυνατή απολαβή αγαθών από τους φυσικού πόρους, χωρίς όμως να διακόπτεται η φυσική παραγωγή αυτών των προϊόντων σε ικανοποιητική ποσότητα και στο μέλλον.
  • Βιώσιμη ανάπτυξη σχεδιάζεται και υλοποιείται λαμβάνοντας υπ’ όψη την προστασία του περιβάλλοντος και τη βιωσιμότητα με την προϋπόθεση την ανάπτυξη των παραγωγικών δράσεων της οικονομίας παράλληλα με τις δράσεις για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και τα οικολογικά προβλήματα. Επομένως οι φυσικοί όροι υφίστανται εκμετάλλευση με μικρότερο ρυθμό από αυτόν που ανανεώνονται ώστε να μην λαμβάνει χώρα περιβαλλοντική υποβάθμιση (πρωτόκολλο του Κιότο 2005).  Ως αποτέλεσμα είναι η χρήση «ενεργειακά καθαρών»  μορφών (πχ ηλεκτρικά αυτοκίνητα), η αναθεώρηση της Κοινής Αγροτικής πολιτικής, τα οικολογικά προϊόντα κλπ στην Ευρώπη.
  • Πράσινη ανάπτυξη είναι ο σχεδιασμός και η υλοποίηση με προτεραιότητα στην περιβαλλοντική βιωσιμότητα και όχι στην οικονομική ανάπτυξη, με έμφαση στις ήπιες μορφές ενέργειας, την βιοκλιματική αρχιτεκτονική, την εφαρμοσμένη οικολογική οικονομία, κλπ.
  • Ολοκληρωμένη ανάπτυξη είναι η οικονομική, κοινωνική, πολιτική, πολιτισμική και τεχνική / τεχνολογική ανάπτυξη που τελείται σε διαλεκτική αρμονία και σεβασμό στον άνθρωπο και το φυσικό και πολιτισμικό του περιβάλλον που αυτός εντάσσεται ως αναπόσπαστο και όχι κυρίαρχο μέρος του.

Από τις παραπάνω ορολογίες έχουν γίνει αποδεκτές οι έννοιες της Αειφόρου και Βιώσιμης ανάπτυξης (Μάαστριχτ  1992) (ΕC 1999 & 2001) από την ΕΕ.  Η προσέγγιση της ΕΕ για την βιώσιμη ανάπτυξη αναγνωρίζει την οικονομική αποτελεσματικότητα, περιβαλλοντική προστασία και κοινωνική δικαιοσύνη.  Έτσι η βιώσιμη ανάπτυξη έπαψε να είναι αποκλειστικά περιβαλλοντική έννοια και αναγνωρίστηκε πως πρέπει να υπάρχει στενή συσχέτιση ανάμεσα στην οικονομική ανάπτυξη, στην κοινωνική συνοχή και στην περιβαλλοντική προστασία.

Στις παραπάνω θεωρητικές και πρακτικές προσεγγίσεις για την ιδανική μορφή ανάπτυξης έχει ασκηθεί κριτική τόσο σχετικά με την ουσία της αειφορίας όσο και για την σκοπιμότητα της πράσινης ανάπτυξης.  Κυρίως λόγω της απρόβλεπτης αλληλεξάρτησης ποικίλων παραγόντων στην οικολογία και στην οικονομία.

Για να αποφύγουμε την εμπλοκή στις παραπάνω διενέξεις που ως γνωστό έχουν την ένταση και την έκταση των θρησκευτικών διχασμών, χρησιμοποιούμε τον ορισμό της Άριστης Ανάπτυξης που αναγνωρίζει τις αρχές και τα κεκτημένα των Ευρωπαϊκών διακηρύξεων χωρίς να αγνοεί τους παράγοντες της οικονομικής ανάπτυξης που εκθέσαμε στην αρχή.

Στην συνέχεια αναλύουμε τους Διατιθέμενους πόρους που συμβάλουν στην ανάπτυξη.

Διατιθέμενοι Πόροι

Σύμφωνα με την κλαστική οικονομία οι πηγές προσόδου είναι το έδαφος, ο άνθρωπος και το κεφάλαιο.

Το έδαφος αποτελεί τον απαραίτητο παράγοντα για την ανάπτυξη και είναι στην ευρεία έννοια το σύνολο των Στερεών, Υγρών και Αερίων συστατικών  του Πλανήτη.  Επομένως είναι το σύνολο των φυσικών πόρων που διατίθενται σε κάθε μορφή και ενδεικτικά αναφέρονται Αγροτικές εκτάσεις, Δάση, Ποταμοί, Λίμνες, θάλασσες, Υπόγεια και Επιφανειακά ορυκτά, θερμές πηγές, Γεωθερμικά Ρευστά, Αιολικό δυναμικό, Ηλιακόδυναμικό, κλπ.

Επί πλέον στην ευρεία έννοια περιλαμβάνονται οι πάσης φύσεως φυσικές οι τεχνητές διαμορφώσεις όπως κανάλια, οδοί, φράγματα, Λιμνοδεξαμενές, Υποδομές κλπ που συμβάλλουν στην αξιοποίηση των Φυσικών πόρων.

Η Αξιοποίηση των Φυσικών πόρων είναι ο βασικόςπαράγοντας για την ανάπτυξη και εξαρτάται από την ποιότητα, την επάρκεια, και την διαθεσιμότητα τους προς Αξιοποίηση.  Στα πλαίσια της βιώσιμης ανάπτυξης πρέπει να συνυπολογιστεί και η δυνατότητα ανανέωσης τους αυτογενώς η ανθρωπογενώς.

Οι φυσικοί πόροι μετρούνται και κατατάσσονται ανάλογα με την μορφή τους (πχ Αγροτικές εκτάσεις, Βοσκότοποι, Ορυκτά καύσιμα, κλπ) την ποιότητα και την ποσότητα τους.  Όλες οι χώρες διαθέτουν και τηρούν σύστημα καταγραφής και κατάταξης των φυσικών πόρων ώστε να γνωρίζουν κατά το δυνατόν το Φυσικό Δυναμικό προς Αξιοποίηση.

Βασικός παράγοντας είναι το ιδιοκτησιακό καθεστώς που επιβάλουν οι Νόμοι και καθορίζουν διαθεσιμότητα και τους όρους επιβολής της.

Στην Ελλάδα το θεσμικό πλαίσιο του συντάγματος ορίζει και προστατεύει την ιδιοκτησία της γης.  Παράλληλα όμως ορίζει ως Δημόσιου Συμφέροντος κάθε επιφάνεια εδάφους που δεν είναι Ιδιοκτήτη και περιορίζει την αξιοποίηση των φυσικών πόρων σε πολλές περιπτώσεις (πχ. Δάση, Μεταλλεία, Λατομεία, κλπ) μόνο στην Ιδιοκτησία του εδάφους.

Τέλος το Δημόσιο Συμφέρον επεκτείνεται σε Φυσικούς πόρους που δεν αφορούν την Ιδιοκτησία του εδάφους, όπως Ορυκτά καύσιμα (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, κλπ), Γεωθερμία, Αιολική ενέργεια, Υδάτινη ενέργεια, Δασικοί πόροι, κλπ.

Η αξιοποίηση των φυσικών πόρων απαιτεί καταγραφή και καταμέτρηση των ώστε να είναι γνωστή η ποιότητα, η επάρκεια και η διαθεσιμότητα τους.

Για τον σκοπό αυτό η σύνταξη κτηματολογίου και δασολογίου είναι απαραίτητες και κάθε προσπάθεια για την ολοκλήρωση τους είναι επιθυμητή, χωρίς όμως η άγνοια του Ιδιοκτήτη να αποτελεί Defactoδήμευση των αδήλωτων εκτάσεων.  Ομοίως η κατάρτιση του δασολογιόυ δεν μπορεί να αποτελεί αιτία χαρακτηρισμού ως Δασών των ανεκμετάλλευτων Ιδιωτικών εκτάσεων.

Τέλος η Σύνταξη Χωροταξικού Σχεδίου είναι απαραίτητη για την άμεση αξιοποίηση κάθε μορφής Φυσικού πόρου χωρίς την χρονοβόρα διαδικασία υποβολής αιτήματος για την λήψη αδείας για την εκτέλεση αναπτυξιακών δράσεων.

Σε κάθε περίπτωση η Αξιοποίηση Διατιθέμενων Φυσικών Πόρων πρέπει κατ’ αρχήν να υλοποιείτε από την Ιδιωτική Επιχειρηματικότητα.  Το σύνολο των δεδομένων που αφορούν τον συγκεκριμένο Φυσικό Δυναμικό πρέπει να είναι διαθέσιμα στον ενδιαφερόμενο ώστε να μπορεί να συντάξει και να γνωστοποιήσει στην Διοίκηση πλήρες επιχειρηματικό σχέδιο αξιοποίησης του συγκεκριμένου Φυσικού Πόρου.  Προφανώς στην σύνταξη του σχεδίου θα ληφθούν υπ΄ όψη οι θεσμοθετημένοι όροι προστασίας περιβάλλοντος κατά την ισχύουσα νομοθεσία. Εάν για την αξιοποίηση απαιτείται η συμμετοχή του Δημόσιου με την χρήση δικαιώματος Δημοσίου (π.χ. Δημόσιο Μεταλλείο) το δικαίωμα τίθεται άμεσα σε δημοπρασία και ο αιτών την αξιοποίηση έχει δικαίωμα προτιμητέου πλειοδότη ή συναινεί σε από κοινού αξιοποίηση.

Ανάλογες διαδικασίες αξιοποίησης επιβάλλονται για όλους τους διαθέσιμους Φυσικούς Πόρους επί του εδάφους, υπεδάφους, ύδατος, ατμοσφαιρικούς ή Υποθαλάσσιους σύμφωνα με τα άρθρα 18 και 106 του συντάγματος.

Ανθρώπινο Δυναμικό

Ο Άνθρωπος είναι ο κυριότερος παράγοντας για την ανάπτυξη και η αξιοποίηση του εδάφους αποτέλεσε από τους αρχαίους χρόνους θέμα προβληματισμού και έρευνας.  Γεωργία, κτηνοτροφία, μεταλλεία, αλιεία, μεταλλουργία, ενέργεια, κλπ βασίστηκαν διαχρονικά στην αξιοποίηση από τον Άνθρωπο του εδάφους και των λοιπών φυσικών πόρων του αναφέραμε ανωτέρω.

Η καταγραφή, η ποιότητα και η διαθεσιμότητα του ανθρώπινου δυναμικού όπως και στους φυσικούς πόρους εξασφαλίζει την καλύτερη αξιοποίηση του.  Παράλληλα επιτρέπει την βελτίωση του δυναμικού και την κατοχύρωση της Κοινωνικής συνοχής.

Βελτίωση του Ανθρώπινου δυναμικού εξασφαλίζεται με την ποιοτική εκπαίδευση (Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια) και με την δια βίου μάθηση.  Επίσης η συνεχής εμπειρία σε συνδυασμό με την αξιολόγηση προάγει την ποιότητα και βελτιώνει την αξιοποίηση του Ανθρώπινου δυναμικού.

Στη χώρα μας το ανθρώπινο δυναμικό είναι της τάξεως των 11 εκατομμυρίων από τους οποίους 49 % αρένες και 51% θήλει.  Η μέση ηλικία των κατοίκων είναι 42 ετών.  Επομένως το παραγωγικό δυναμικό ηλικίας 25 -65 ετών είναι κοντά στη μέση ηλικία και δεν θεωρείται γερασμένο.  Επί πλέον το ανθρώπινο δυναμικό περιλαμβάνει περίπου 1 εκατομμύριο αλλοδαπούς πολίτες που συμβάλουν θετικά στην Ανάπτυξη της χώρας.

Η καταγραφή και τήρηση δεδομένων επιτρέπει την άμεση αναζήτηση των κατάλληλων εργαζομένων για κάθε δραστηριότητα και αποτρέπει την ζημιογόνα ετεροαπασχόληση.

Τέλος η παροχή κινήτρων, αμοιβών, παροχών, κλπ κατά την Αξιοποίηση του Ανθρώπινου δυναμικού επιτρέπει την Άριστη Ανάπτυξη με κατοχύρωσητης κοινωνικής συνοχής.

Η καταλληλότητα του ανθρώπινου δυναμικού για τις κατηγορίες αναπτυξιακής δράσης αποτελεί θεμελιώδη παράγοντα άριστης ανάπτυξης.  Ο συνδυασμός τήρησης δεδομένων και παροχής κινήτρων προσδιορίζει την σχέση Ανθρώπου με απασχόληση που επιτρέπει την πλήρη αξιοποίηση των Φυσικών πόρων και κεφαλαίου.

Στην αξιοποίηση Φυσικών πόρων η επιλογή μεθοδολογίας, μέσων (τεχνικών και οικονομικών) ανθρώπινου δυναμικού κλπ είναι αντικείμενο κατάλληλης μελέτης που συντάσσεται από συνεργασία κατάλληλων και έμπειρων επιστημόνων.  Η συμβολή των Μηχανικών στην παραπάνω προσπάθεια είναι ουσιώδης και εξασφαλίζει την επιβαλλόμενη άριστη και βιώσιμη ανάπτυξη.

Σε κάθε φάση αναπτυξιακής διαδικασίας η συμβολή του Μηχανικού με την εγκυρότητα του υπεύθυνου επιστήμονα επικυρώνει την ορθότητα των θεσμικών επιλογών και παρέχει στην Διοίκηση την αναγκαία πιστοποίηση των ενεργειών της.

Στην έγκριση χωροταξικών σχεδιασμών, στην αδειοδότηση εγκαταστάσεων και κατασκευών, στην επίβλεψη υποδομών και κατασκευών, στην λειτουργία βιομηχανιών και σε κάθε τεχνικό και παραγωγικό εργοτάξιο η παρουσία του επαγγελματία Μελετητή ή επιβλέποντος Μηχανικού πρέπει και μπορεί να είναι αναγκαία και ικανή για την απρόσκοπτή εκτέλεση των εργασιών.

Κεφάλαιο

Η θεώρηση του κεφαλαίου ως πόρου Ανάπτυξης έχει αμφισβητηθεί από πολλούς θεωρητικούς της πολιτικής οικονομίας και με δεδομένη την πολυπαραγοντική ανάλυση της θεωρίας συσσώρευσης κεφαλαίου δεν θα επιχειρήσουμε την παρουσίαση θέσεων για την συμβολή του Κεφαλαίου στην Ανάπτυξη της χώρας.

Τονίζουμε μόνο ότι Ιστορικά μέχρι και σήμερα η χώρα μας χαρακτηρίστηκε από έλλειψη εγχώριους συσσώρευσης κεφαλαίου και έτσι η ανάπτυξη βασίστηκε σε ξένες πηγές Κεφαλαίου με την μορφή Δανεισμού, ομολογιακών δανείων, επενδυτικών σχεδίων, εταιρικών μεριδίων, ευρωπαϊκών προγραμμάτων κλπ (πχ Σχέδιο Marcal, ΜΟΠ, κλπ)

Οι εγχώριες πηγές κεφαλαίων ήταν κυρίως Ιδιωτική Αποταμίευση, Ασφαλιστικά Ταμεία,Ναυτιλιακό Συνάλλαγμα, Πρόγραμμα Δημοσίων επενδύσεων , Τραπεζικές Πιστώσεις, κλπ.

Με τις παραπάνω δυσχερείς προϋποθέσεις η Αναπτυξιακή πολιτική της χώρας ήταν σε μεγάλο βαθμό Δημόσιου χαρακτήρα ή του Ιδιωτικού τομέα με κρατικές ενισχύσεις.

Έτσι για πολλές δεκαετίες μετά το 1960 το Δημόσιο δια των Φορέων του ερεύνησε και εκμεταλλεύτηκε τους Φυσικούς πόρους της χώρας με την λειτουργία δημοσίων επιχειρήσεων κοινωφελούς και παραγωγικού χαρακτήρα όπως ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, ΟΤΕ, ΕΛΕΒΜΕ, ΔΕΠ, ΕΤΒΑ, ΕΛΣΙ, ΜΑΒΕ, ΕΒΖ, ΟΣΕ, ΛΑΡΚΟ, και δεκάδες άλλες που περιήλθαν σταδιακά στην κυριότητα του Δημόσιου κάτω από την πίεση των Πιστωτικών Ιδρυμάτων Δημόσιου κυρίως χαρακτήρα.

Βασική αναπτυξιακή φιλοσοφία αυτών των φορέων ήταν ο κρατικός προγραμματισμός που είχε τη δυνατότητα κεφαλαιακής επάρκειας για μακροχρόνιες προοπτικές χωρίς τον δεσμευτικό στόχο της επίτευξης βραχυχρόνιου κέρδους.  Ο προγραμματισμός ήταν αναπτυξιακή επιλογή που όμως δεν περιορίστηκε μόνο στην τεχνοκρατική αντιμετώπιση των θεμάτων αλλά έλαβε κοινωνική δυναμική από την διευρυνόμενη συμμετοχή των κοινωνικών ομάδων στην επιλογή και τον έλεγχο των κριτηρίων, του είδους και της ποιότητας των αναπτυξιακών έργων.

Σταδιακά οι Επιχειρήσεις Ανάπτυξης Δημοσίου Συμφέροντος ή κοινής ωφέλειας έπαυσαν να λειτουργούν με επιχειρηματικά κριτήρια και διολίσθησαν σε μη βιώσιμές επενδύσεις που μεταφέρανε τις δαπάνες τους στον Δημόσιο προϋπολογισμό.

Οι περισσότερες από τις παραπάνω εταιρίες έχουν σήμερα απαξιωθεί ή λειτουργούν ως Ιδιωτικού συμφέροντος.

Συμπεράσματα

Από την ανάλυση των μορφών Ανάπτυξης και των Διαθέσιμων Πόρων έχουμε τα εξής Συμπεράσματα.

Η άριστη ανάπτυξη είναι εφικτή ως συνδυασμός της οικονομικής ανάπτυξης με τήρηση των αρχών της βιώσιμης ανάπτυξης.

Η αξιοποίηση των φυσικών πόρων, του ανθρώπινου δυναμικού και του επενδυομένου κεφαλαίου πρέπει να γίνεται από αναπτυξιακούς φορείς (εταιρίες, φυσικά πρόσωπα, κλπ) σύμφωνα με τις αρχές της Ιδιωτικής Οικονομίας με ισότιμή εφαρμογή των νόμων και των διατάξεων της πολιτείας.

Το δημόσιο θέτει τους κανόνες και τα αναπτυξιακά κριτήρια που πρέπει να προωθούν την αξιοποίηση χωρίς γραφειοκρατικές διαδικασίες.

Το Δημόσιο ως Κράτος αλλά και ως ΟΤΑ επιτελεί συντονιστικό και όχι καθοδηγητικό ρόλο.  Ο ελεγκτικός μηχανισμός περιορίζεται στα ελάχιστα απαιτούμενα.

Οι φυσικοί πόροι είναι στην διάθεσή των πολιτών ως φυσικά πρόσωπα και ως οργανωμένοι φορείς και το Δημόσιο Συμφέρον ή Δημόσιο όφελος υπηρετείται από τους πολίτες και όχι από την Κρατική οντότητα, όπως αποδεικνύεται στην πράξη.

Το ανθρώπινο δυναμικό είναι Ικανό, επαρκές και έχει την θέληση και την δυνατότητα να συμβάλει στην Ανάπτυξη της χώρας.  Πρέπει όχι μόνο να επιτραπεί αλλά και να ενθαρρυνθείη πλήρης συμμετοχή του στην παραγωγή (πρωτογενή και δευτερογενή) στο Εμπόριο, στις Υπηρεσίες, στην Έρευνα, στην Διοίκηση και κάθε άλλη Αναπτυξιακή Δραστηριότητα.

Στα παραπάνω πλαίσια οι Μηχανικοί εκτελούν βασικό αναπτυξιακό έργο.

Συγκεκριμένα στην έρευνα, στις Μελέτες, στην Κατασκευή, στην Περιβαλλοντική προστασία, στην επίβλεψη, στην Διοίκηση και σε κάθε άλλη δραστηριότητα η παρουσία Μηχανικών είναι θεσμοθετημένη.

Όπως τονίστηκε ο Μελετητής με τα κατάλληλα προσόντα και εμπειρία συντάσσει και γνωστοποιεί επιχειρηματικό σχέδιο στις αρμόδιες αρχές και φέρει την ευθύνη πληρότητας και ακρίβειας του σχεδίου για την άμεση υλοποίηση του.

Ο Μηχανικός κατασκευής & παραγωγής οργανώνει, επιβλέπει, διοικεί, συντηρεί, επισκευάζει και αξιολογεί κάθε παραγωγική μονάδα που συμβάλει στην αύξηση του ΑΕΠ.

Στο περιβάλλον ο Μηχανικός εφαρμόζει, ελέγχει και αξιολογεί τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της κάθε παραγωγικής δραστηριότητας και παράλληλα επιδιώκει την ανθρωπογενή αποκατάσταση της ανάλωσης φυσικών πόρων.

Τέλος στην Διοίκηση ο Μηχανικός, μακριά από τον Κρατικό Πατερναλισμό, αξιολογεί την απόδοση της οργάνωσης και των εφαρμογών στην πράξη, των Νόμων και Διατάξεων Αναπτυξιακών Δραστηριοτήτων και τους προσαρμόζει στις ανάγκες της Αρίστης Ανάπτυξης.

Έχουμε την πεποίθηση ότι οι Μηχανικοί θα ανταποκριθούν στις απαιτήσεις μια σύγχρονης κοινωνίας και την ελπίδα ότι η πολιτεία θα λειτουργεί αποδοτικά για την άριστη ανάπτυξη.

Θέλω να συγχαρώ την ΔΚΜ και τον Πρόεδρο του ΤΕΕ για την συνεχή και συνεπή ενημέρωση των συναδέλφων σε σημαντικά θέματα με την διοργάνωση επίκαιρων ημερίδων.

*Κυριάκος Μιτσοτάκης, Διπλ.  Μηχανικός  Στέλεχος Τεχνικής Εταιρείας
Το κείμενο αποτελεί εισήγηση του Κ. Μιτσοτάκη  στην ημερίδα με θέμα: «Ανάπτυξη και Μηχανικοί», που διοργάνωσε η ΔΚΜ  την Τετάρτη 04 Μαρτίου 2020 στις 17:30 στο ΤΕΕ.

 

ΚΛΗΡΩΣΗ ΜΕ ΔΩΡΟ

Εγγραφείτε στο Newsletter και εξασφαλείστε την συμμετοχή σας