ecopress
Από τον Βασίλη Σγούτα* Όταν διαβάζεις ή μαθαίνεις ότι πρόκειται να γίνει μια επένδυση, είναι φυσικό να χαίρεσαι και να λες πως θα ξημερώσει... Επιζήμιες οι επενδύσεις, χωρίς κέρδος για όλους

Όταν διαβάζεις ή μαθαίνεις ότι πρόκειται να γίνει μια επένδυση, είναι φυσικό να χαίρεσαι και να λες πως θα ξημερώσει ένα καλύτερο αύριο. Επόμενο στάδιο είναι να καταλάβεις τι ακριβώς προτείνεται και ποια είναι τα θετικά στοιχεία της επένδυσης. Και, ακόμα, να ψάξεις να δεις αν κρύβονται, μέσα σε αυτόν τον όρο-ομπρέλα, και αρνητικά στοιχεία, κουκουλωμένα ανάμεσα σε εξαγγελίες και εντυπωσιακά σχέδια.

Σε ποιον ανήκει η Ελλάδα; 

Το καίριο ερώτημα θα είναι πάντα ένα.

Πως γίνεσαι πλουσιότερος όταν πουλάς τα ασημικά σου;

Ας σκεφτούν λίγο την απάντηση όσοι εκποιούν κρατική περιουσία για αμφιλεγόμενα έργα ανάπτυξης.

Με την διαφορά ότι αυτό δεν ισχύει μόνο για την κρατική περιουσία αλλά και για την ιδιωτική περιουσία που εκχωρείται, έναντι οφέλους φυσικά, σε ξένους επενδυτές. Και έτσι, νομοτελειακά, όλο και μειώνεται το ποσοστό των ελληνικών ιδιοκτησιών, ιδιαίτερα στα παραλιακά φιλέτα. Και αναλογίζεσαι πόσο χρήσιμο είναι να θυμόμαστε την ρήση ότι «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες».

Ποιο το όφελος για τον Αθηναίο πολίτη

Φτάνοντας στο τελευταίο προκαταρτικό στάδιο έχεις πια καταλάβει τι ακριβώς πρόκειται να γίνει και τι θυσιάζεται. Και ποιοι ωφελούνται.

Με τα τόσα και τόσα που έχουν δει τα μάτια μας, όταν συχνά το μείζον δεν είναι η όποια πολεοδομική ή άλλη αναβάθμιση, αλλά άλλες προτεραιότητες, δεν οφείλεις να είσαι επιφυλακτικός; Με άλλα λόγια, «φοβού τους επενδυτές και έργα φέροντες». Και, καμιά φορά, φοβού και τους νομοθέτες, όταν είναι κατευθυνόμενοι. Και φοβού τις αλλαγές χρήσης και τι, πιθανά, κρύβουν. Ίσως το πιο σωστό θα ήταν να είσαι επιφυλακτικός μέχρι την ώρα που θα πειστείς ότι με το συγκεκριμένο έργο και με τις συγκεκριμένες επενδύσεις ωφελημένος θα είναι, κατά κύριο λόγο, ο πολίτης. Δηλαδή ότι η όποια επένδυση, και τα προτεινόμενα έργα, γίνονται για το κοινό συμφέρον.

Τα οφέλη για την οικονομία μπορεί να είναι πολλά, για τα επενδυτικά κεφάλαια, ξένα ή εγχώρια, ακόμα περισσότερα. Το προφανές ερώτημα είναι ποια θα είναι τα οφέλη για τον Αθηναίο πολίτη. Αλλά, με τιμές που θα ξεφεύγουν από τις δυνατότητες των περισσοτέρων, η παραλιακή, για παράδειγμα, ζώνη του Σαρωνικού και οι νέες εγκαταστάσεις της δεν θα μπορέσουν ποτέ να αποτελέσουν μέρος της ζωής των «γηγενών», εκτός μόνο για ευκαιριακές επισκέψεις, οι οποίες σίγουρα θα είναι ευχάριστες, αλλά και θα υπενθυμίζουν το χάσμα μεταξύ των πολλών και των λίγων. Εξεταστέο σε ποιον βαθμό θα αισθάνεται κανείς υπερήφανος για την συντελούμενη μετεξέλιξη και διεθνοποίηση της όλης παραλίας του Σαρωνικού. Θα γίνει, τελικά, η Αθήνα μια πόλη αποκλεισμένη από την ίδια της τη θάλασσα;

 Η αποδυνάμωση των περιοριστικών όρων

 Τι γίνεται, όμως, στην πράξη; Δίνεται η κατ’ αρχάς έγκριση για την επένδυση, εγκρίνεται και η τελική μελέτη, αλλά με άλλους κριτές, καμιά φορά πιο δεκτικούς σε παρεκβάσεις από αυτούς που θέσπισαν τις προϋποθέσεις της αρχικής απόφασης. Με το ξεκίνημα των έργων, αναπόφευκτα αρχίζει η αποδυνάμωση της αυστηρότητας των περιοριστικών όρων, με μικρές τροποποιήσεις και όχι σημαντικές αλλαγές. Αθροιστικά όμως μετράνε. Και γίνονται χωρίς συστολή, γιατί δεν είναι εύκολο να εξαλειφθεί η πεποίθηση πως βρισκόμαστε στην Ελλάδα και πάντα θα βρίσκεται μια άκρη. Ποιος, σε τελική ανάλυση, θα έχει το σθένος να εφαρμόσει κατά γράμμα το πνεύμα και την ουσία μιας έγκρισης με περιοριστικούς όρους, όταν πρόκειται για επένδυση ισχυρών συμφερόντων, με αρωγό το ίδιο το κράτος; Ευτυχώς, δεν είναι πάντα έτσι, αλλά πολύ συχνά αυτή είναι η εξελικτική πορεία πολλών επενδύσεων.

Σε ποιες επενδύσεις να στοχεύουμε

Οι επενδυτές και οι επενδύσεις συχνά εμφανίζονται ως το δώρο εξ’ ουρανού που θα αναβαθμίσει την όποια προτεραία κατάσταση και θα προσπορίσει οφέλη και κέρδη. Όλα για τις επενδύσεις, λοιπόν; Προφανώς όχι, αλλά ούτε και το «όχι σε όλα» θα μας πάει μπροστά. Τα πάντα εξαρτώνται από το είδος της επένδυσης, τι αφήνει στον τόπο και τι παίρνει. Ένα απλό συν πλην, όσο δύσκολο κι αν είναι να σταθμιστεί εκ των προτέρων. Παλαιότερα είχαν γίνει, στην ευρύτερη Αττική, πολλές επενδύσεις πολυεθνικών σε παραγωγικές βιομηχανικές μονάδες. Βέβαια και αποκόμισαν κέρδη, αυτός ήταν και ο προφανής στόχος τους. Αλλά άφησαν και τεχνογνωσία, πολύτιμη για εμάς. Σε γενικές γραμμές, τα εργοστάσια αυτά δεν κατασκευάστηκαν σε ιδιαίτερα ευαίσθητες, περιβαλλοντικά, περιοχές. Άλλες, πιο πρόσφατες, επενδύσεις αποτέλεσαν το εφαλτήριο δημιουργίας σημαντικών λιμενικών και συγκοινωνιακών υποδομών, όπως η συνολική επένδυση της COSCO, η οποία πρέπει να κριθεί θετικά, με την προϋπόθεση Κερατσίνι και Δραπετσώνα να μην αποκοπούν από τη λειτουργική τους επαφή με τη θάλασσα. Με τις επενδύσεις σε τουριστικές εγκαταστάσεις τα πράγματα είναι διαφορετικά, ιδιαίτερα όσον αφορά τις μεγάλες μονάδες του βιομηχανικού τουρισμού, όπως είχε χαρακτηριστεί από τον Στάθη Καλύβα (Ο τουρισμός που επιθυμούμε, Καθημερινή, 31.5.2020). Οι μεγάλες τουριστικές μονάδες λογικό είναι να κατασκευάζονται είτε σε αστικές περιοχές με ιστορικό παρελθόν, είτε σε περιβαλλοντικά ευαίσθητες περιοχές, όπως κοντά στις ακτές. Οι, πολλές φορές, απρόσωποι επενδυτές αφήνουν χρήμα και δημιουργούν θέσεις εργασίας. Αυτό είναι σίγουρο. Σίγουρο είναι, επίσης, ότι αλλοιώνουν την ταυτότητα του περιβάλλοντος το οποίο μας κληροδοτήθηκε. Όλα θα έπρεπε να κρίνονται στο «ζύγισμα» των συν με τα πλην. Σε καμιά, όμως, περίπτωση δεν πρέπει η μετεξέλιξη του λεκανοπεδίου να καθορίζεται από οικονομικά και μόνο συμφέροντα. Εκεί θα φτάσουμε;

 Η Αθήνα του μέλλοντος

Ένα είναι σίγουρο. Ενισχυμένες και με επενδύσεις, ξένες ή εγχώριες, οι πόλεις εξελίσσονται και μεταλλάσσονται. Παντού στον κόσμο. Καθόλου εύκολο να προβλεφθούν οι μελλοντικοί μετασχηματισμοί της Αθήνας, και πώς θα είναι η Αθήνα του μέλλοντος. Δεν έχουμε παρά να ανατρέξουμε στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια και να δούμε τι είχαν προβλέψει τότε οι ειδικοί επιστήμονες. Και τι δεν είχαν προβλέψει, ούτε καν φανταστεί. Σε εκατό, ή και σε λιγότερα, χρόνια από σήμερα, η Αθήνα δεν μπορεί παρά να είναι μια άλλη πόλη, δύσκολα αναγνωρίσιμη με τα σημερινά δεδομένα.

Η αμφιβολία θα πλανάται πάντα πάνω από οποιαδήποτε εικασία για το γεωγραφικό και αναπτυξιακό μέλλον της Αθήνας. Το παρελθόν μάς διδάσκει να είμαστε εξαιρετικά επιφυλακτικοί. Ποιος, για παράδειγμα, είχε έγκαιρα φανταστεί την εκρηκτική άνοδο των βορείων, κυρίως, προαστίων που συμπαρέσυρε και τμήματα της Ανατολικής Αττικής; Ή την, πιο πρόσφατη, επίδραση των ξένων επενδυτών στην έξαρση των τιμών των ακινήτων στα νότια παραθαλάσσια προάστια;

Εικασίες είναι εύκολο να γίνουν. Το ότι το παράκτιο μέτωπο του Σαρωνικού θα συνεχίσει να βρίσκεται στο επίκεντρο των επενδυτών και του ενδιαφέροντος φαίνεται σίγουρο, αν μη τι άλλο λόγω του αναντικατάστατου μιας θάλασσας που είναι τόσο κοντινή. Και ότι τα βόρεια προάστια μοιραία θα επεκταθούν, όπως ήδη έχει αρχίσει να γίνεται, προς τα Κιούρκα και το Καπανδρίτι. Η δόμηση όλων, πια, των Μεσόγειων θα γιγαντωθεί, εκτός αν υπάρξουν αποτελεσματικά νομοθετήματα ανάσχεσης. Η Σαλαμίνα, είναι δυνατόν να παραμένει ξεχασμένη από τους επενδυτές; Δύσκολο, ιδιαίτερα λόγω της μεγάλης ακτογραμμής της. Το Θριάσιο Πεδίο θα αλλάξει μορφή. Αβέβαιο προς πια κατεύθυνση. Δεν αποκλείεται να γίνει κέντρο για βιομηχανίες υψηλής τεχνολογίας. Αλλά και για άλλες χρήσεις, αδιανόητες σήμερα. Με την συνεχή βελτίωση των συγκοινωνιών, ποιος μπορεί να αποκλείσει ότι η Νότιος Εύβοια δεν θα εξελιχθεί σε προάστιο της Αθήνας, με εφόδια τον ήδη προγραμματισμένο προαστιακό ως τη Ραφήνα, αλλά και ταχύπλοα σκάφη τελείως άλλης τεχνολογίας. Στο λεκανοπέδιο διαφαίνονται από τώρα κάποιες τάσεις. Η Συγγρού έχει ήδη δώσει το νέο της επενδυτικό στίγμα, όπως και η Πειραιώς. Η Πατησίων, μέχρι τη Φωκίωνος Νέγρη, είναι βέβαιο ότι θα γνωρίσει νέες δόξες, ιδιαίτερα όταν θα έχει ολοκληρωθεί η επέκταση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και η υπόγεια σύνδεσή του με την άλλη πλευρά του δρόμου. Αυτά είναι τα εύκολα. Πιο δύσκολα προβλέψιμες είναι οι αναπλάσεις μεγάλης κλίμακας που σίγουρα θα γίνουν. Τμήματα των δυτικών προαστίων, αλλά και πιο κεντρικές γειτονιές, όπως η Καλλιθέα, είναι πολύ πιθανό να μην αναγνωρίζονται μια μέρα. Άδηλο το μέλλον. Ένα είναι βέβαιο. Ότι η συναρπαστική πορεία της Αθήνας, μέσα στο χρόνο, συνεχίζεται και θα συνεχίζεται.

Ο δρόμος μπροστά

 Άδηλο, λοιπόν, το μέλλον της Αθήνας, όπως άδηλη είναι και η μορφή των μελλοντικών επενδύσεων και των μελλοντικών επενδυτικών σχημάτων. Σίγουρο είναι μόνο ότι ο δρόμος μπροστά μας δεν θα είναι ποτέ ούτε ανοιχτός, ούτε ξεκάθαρος. Όπως στους στίχους του Antonio Machado, «τον δρόμο θα τον ανοίγουμε πάντα μόνοι μας, βήμα βήμα όπως προχωράμε» (Campos de Castilla, 1912). Δεν υπάρχει άλλη επιλογή.

*Βασίλης Σγούτας

Αρχιτέκτων, Επίτιμος Πρόεδρος της Διεθνούς Ένωσης Αρχιτεκτόνων (UIA)

ΚΛΗΡΩΣΗ ΜΕ ΔΩΡΟ

Εγγραφείτε στο Newsletter και εξασφαλείστε την συμμετοχή σας