Πλήρης συσκότιση καλύπτει την κατά τα άλλα ρητή δέσμευση της κυβέρνησης για πλήρη απολιγνιτοποίηση της χώρας έως το 2028, καθώς, εκτός από πολιτικά ορθή ως προς την επικοινωνιακή απήχηση των προθέσεων, δεν φαίνεται να συνοδεύεται από ολοκληρωμένο, σοβαρό σχεδίασμά για το πώς θα γίνει η κρίσιμη αυτή μετάβαση, σημειώνεται σε ρεπορτάζ της Αντιγόνης Ζούντα στην «Αυγή» και ειδικότερα επισημαίνεται ότι:
Το κλείσιμο όλων των λιγνιτικών μονάδων έως το 2028 που επαγγέλλεται σήμερα η κυβέρνηση επιβάλλεται να απαντά σε κρίσιμα ζητήματα, όπως:
* Η ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού.
* Το κόστος των άλλων καυσίμων, ιδιαίτερα δε του φυσικού αερίου (ενόψει ΑΠΕ) στην οικονομία και την κοινωνία.
* Τις σοβαρές επιπτώσεις στις τοπικές κοινωνίες και μικροοικονομίες των ενεργειακών κέντρων της χώρας, (δυτική Μακεδονία – Μεγαλόπολη).
Ο εγχώριος λιγνίτης που χρησιμοποιείται στην ηλεκτροπαραγωγή, δραστηριότητα της ΔΕΗ, θεωρείται πως χρειάζεται, προς ώρας, ως καύσιμο back up τόσο για την ενεργειακή επάρκεια και ασφάλεια της χώρας όσο και για την εξισορρόπηση της αγοράς σε επίπεδο κόστους (ακόμα και με αυξημένα C02) που αφορά όλους τους καταναλωτές ηλεκτρισμού. Αντίστοιχα, το φυσικό αέριο, στο οποίο επενδύουν όλοι οι ιδιώτες ηλεκτροπαραγωγοί, είναι εισαγόμενο καύσιμο, με τιμή που συνδέεται πάντοτε με την πορεία της αντίστοιχης του πετρελαίου.
Να σημειωθεί ότι είναι δρομολογημένη ήδη η απόσυρση λιγνιτικών μονάδων έως το 2027, συνολικής καθαρής ισχύος 1.903 MW – επί συνόλου 3.904 «λιγνιτικών MW» (μελέτη επάρκειας ΑΔΜΗΕ 20172027). Οι δέκα μονάδες φυσικού αερίου (τέσσερις της ΔΕΗ) που λειτουργούν -συνδυασμένου και ανοιχτού κύκλου- συνολικά αριθμούν 4.064,8 MW.
Είναι προφανής η σημασία του σχεδιασμού για την υποκατάσταση του λιγνίτη από άλλα καύσιμα, συνυπολογίζοντας επάρκεια, ασφάλεια εφοδιασμού και κόστη. Στο σημείο αυτό πρέπει να εκτιμηθεί και ο υφιστάμενος προγραμματισμός, π.χ. τι θα γίνει με τη λιγνιτική μονάδα της ΔΕΗ Πτολεμαΐδα 5, συνολικού κόστους 1,5 δισ. που ολοκληρώνεται προσεχώς η κατασκευή της.
Συγχρόνως, ο κίνδυνος ουσιαστικής «εξαφάνισης» των περιοχών όπου λειτουργούν τα λιγνιτικά κέντρα της ΔΕΗ είναι ορατός, καθώς μια σημαντική οικονομική δραστηριότητα θα παύσει να υφίσταται, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την τοπική κοινωνία και οικονομία, τους εργαζόμενους και τους έμμεσα απασχολούμενους. Στο πλαίσιο αυτό άλλωστε είχαν ήδη γίνει κινήσεις από την προηγούμενη διακυβέρνηση και εκπροσώπους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης για τη λεγάμενη «δίκαιη μετάβαση» στη μεταλιγνιτική εποχή
Σχετικά Άρθρα
- Στη Βουλή το σχέδιο επάρκειας του ενεργειακού συστήματος
- ΥΠΕΝ: τι ισχύει για το σχεδιασμό της απολιγνιτοποίησης
- Παράταση στους λιγνίτες για θωράκιση της ενεργειακής ασφάλειας
- Απολιγνιτοποίηση: ποιες αλλαγές ζητάνε οι δήμοι
- ΕΕ: Στην τελική ευθεία για αποφάσεις μείωσης του ενεργειακού κόστους
- ΔΕΠΑ Εμπορίας: κέρδισε τον διαγωνισμό προμήθειας φυσικού αερίου στη Μολδαβία