ecopress
Γράφει η Κριστίνα Ηλέκτρα Μακνέα* kristinamaknea@gmail.com Η πρόσφατη ψήφιση του νόμου 5167/2024 εισάγει σημαντικές αλλαγές στις διαδικασίες δημόσιων συμβάσεων, με πιο κρίσιμη την κατάργηση... Δημόσιες Συμβάσεις: που οδηγεί η κατάργηση ελέγχου, ανεκτέλεστου υπολοίπου

Γράφει η Κριστίνα Ηλέκτρα Μακνέα*

kristinamaknea@gmail.com

Η πρόσφατη ψήφιση του νόμου 5167/2024 εισάγει σημαντικές αλλαγές στις διαδικασίες δημόσιων συμβάσεων, με πιο κρίσιμη την κατάργηση της υποχρεωτικής εξέτασης του ανεκτέλεστου υπολοίπου εργολαβικών συμβάσεων στους διαγωνισμούς δημοσίων έργων. Αυτή η αλλαγή, αν και παρουσιάζεται ως μέτρο απλοποίησης, εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τη διαφάνεια, την ποιότητα των έργων και την προστασία του δημόσιου συμφέροντος.

Το ανεκτέλεστο υπόλοιπο αφορά το ανώτατο επιτρεπτό όριο σε αξία εργολαβιών που έχει αναλάβει μια κατασκευαστική εταιρεία, χωρίς να έχει ολοκληρώσει. Αυτό το μέτρο διασφαλίζει ότι οι εργολάβοι δεν αναλαμβάνουν περισσότερα έργα από όσα μπορούν να διαχειριστούν, τόσο οικονομικά όσο και τεχνικά. Ο έλεγχος του «ανεκτέλεστου» λειτουργούσε ως δικλείδα ασφαλείας για την αποφυγή καθυστερήσεων, υπερβάσεων κόστους και κακοτεχνιών στα δημόσια έργα.

Με τον νέο νόμο, καταργείται η υποχρέωση ελέγχου του ανεκτέλεστου υπολοίπου ως προϋπόθεση συμμετοχής στις δημοπρασίες δημόσιων έργων. Αυτό επιτρέπει στους εργολάβους να διεκδικούν νέα έργα χωρίς να απαιτείται η υποβολή στοιχείων για τις εκκρεμείς συμβάσεις τους, γεγονός που μειώνει τη διαφάνεια και την αξιοπιστία της διαδικασίας. Παράλληλα, οι αναθέτουσες αρχές υποχρεούνται να αναθεωρήσουν τα τεύχη δημοπράτησης, αφαιρώντας κάθε αναφορά στο ανεκτέλεστο υπόλοιπο και εστιάζοντας σε άλλα κριτήρια αξιολόγησης, όπως η γενική επάρκεια πόρων. Ωστόσο, αυτή η αλλαγή επιφέρει πρόσθετες καθυστερήσεις στη διαδικασία υπογραφής συμβάσεων και, κατά συνέπεια, στην εκτέλεση των έργων, θέτοντας σε κίνδυνο την έγκαιρη ολοκλήρωσή τους και την ποιότητά τους.

Ποιοι ωφελούνται από τον νέο Νόμο;

-Οι κυρίως ωφελούμενοι είναι οι μεγάλες εργοληπτικές εταιρείες, οι οποίες, με τη δυνατότητα να διεκδικούν περισσότερα έργα χωρίς περιορισμούς, αποκτούν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Η απελευθέρωση της αγοράς αυξάνει τη συμμετοχή, αλλά ευνοεί κυρίως τους μεγάλους «παίκτες», εις βάρος μικρότερων εταιρειών.

Ποιοι πλήττονται;

-Το Δημόσιο βρίσκεται αντιμέτωπο με αυξημένο κίνδυνο καθυστερήσεων, υπερβάσεων κόστους και κακοτεχνιών. Χωρίς τον έλεγχο του «ανεκτέλεστου», εργολάβοι που αναλαμβάνουν περισσότερα έργα από όσα μπορούν να εκτελέσουν ενδέχεται να παραδώσουν ημιτελείς ή υποβαθμισμένες υποδομές, συχνά απαιτώντας πρόσθετες οικονομικές ενισχύσεις για την ολοκλήρωσή τους.

Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της κατασκευαστικής αγοράς, αντιμετωπίζουν αυξανόμενο ανταγωνισμό από μεγαλύτερες εταιρείες. Οι τελευταίες, ανεξαρτήτως φόρτου εργασίας, μπορούν πλέον να συμμετέχουν σε διαγωνισμούς, περιορίζοντας τις ευκαιρίες για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.Οι πολίτες επίσης επηρεάζονται, καθώς η υποβάθμιση της ποιότητας των έργων και οι συνεχείς καθυστερήσεις οδηγούν σε σπατάλη δημόσιων πόρων, μειώνοντας την εμπιστοσύνη τους στο σύστημα διαχείρισης δημόσιων συμβάσεων.

Επιπτώσεις στη διαφάνεια και την ποιότητα των έργων.

Η κατάργηση του ελέγχου του «ανεκτέλεστου» υπονομεύει τη διαφάνεια και τη δίκαιη κατανομή των δημόσιων έργων. Το «ανεκτέλεστο» αποτελούσε ένα αντικειμενικό και μετρήσιμο κριτήριο, το οποίο διασφάλιζε ότι οι εταιρείες αναλάμβαναν έργα ανάλογα με τις πραγματικές τους δυνατότητες. Η απουσία αυτού του κριτηρίου οδηγεί σε αξιολόγηση βασισμένη σε υποκειμενικές παραμέτρους, γεγονός που ανοίγει την πόρτα σε ευνοιοκρατία και αθέμιτες πρακτικές, υποβαθμίζοντας τις διαδικασίες διαχείρισης των δημόσιων έργων.

Παράλληλα, η ποιότητα των έργων βρίσκεται σε σοβαρό κίνδυνο. Εταιρείες που αναλαμβάνουν περισσότερα έργα από όσα μπορούν να διαχειριστούν αποτελεσματικά ενδέχεται να χρησιμοποιήσουν φθηνότερα υλικά ή να μειώσουν το κόστος εργασίας, θυσιάζοντας την ασφάλεια και τη λειτουργικότητα των υποδομών. Αυτό μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα προβλήματα ασφαλείας και μακροχρόνια αύξηση των εξόδων συντήρησης.

Η απουσία ελέγχου του «ανεκτέλεστου» αποδυναμώνει τη θέση του Δημοσίου ως υπεύθυνου παραγγελιοδότη. Αντί να διασφαλίζεται η έγκαιρη και ποιοτική ολοκλήρωση των έργων, η ευθύνη μεταφέρεται ανεξέλεγκτα στον ιδιωτικό τομέα, χωρίς τη δυνατότητα αποτελεσματικού ελέγχου. Αυτή η αλλαγή υπονομεύει το δημόσιο συμφέρον και ωφελεί κυρίως μεγάλες εργολαβικές εταιρείες, εις βάρος της ποιότητας των υποδομών και της εξυπηρέτησης των πολιτών.

Η κατάργηση του «ανεκτέλεστου» από τις διακηρύξεις αποτελεί μια καίρια αλλαγή που εισάγει σοβαρές προκλήσεις στη διαφάνεια και στη δίκαιη κατανομή των δημόσιων πόρων. Αν και η πρόθεση για απλοποίηση των διαδικασιών μπορεί να φαίνεται λογική, οι επιπτώσεις της απόφασης είναι δυνητικά επιζήμιες: υποβαθμίζεται η ποιότητα των έργων, αυξάνονται οι αστοχίες στην υλοποίησή τους και αποδυναμώνεται ο έλεγχος του Δημοσίου. Χωρίς τη θέσπιση εναλλακτικών μηχανισμών ελέγχου, η διαφάνεια υπονομεύεται, ενώ το δημόσιο συμφέρον κινδυνεύει να θυσιαστεί προς όφελος ευνοιοκρατικών πρακτικών και κακοδιαχείρισης. Η πρόκληση τώρα είναι η διασφάλιση αποτελεσματικών μέτρων που θα εγγυώνται την ορθή υλοποίηση των έργων και την προστασία της δημόσιας περιουσίας.

Το ερώτημα που παραμένει είναι αν αξίζει να διακυβευτεί η ποιότητα και η ασφάλεια των δημόσιων έργων στο όνομα της ευελιξίας;

-Η απάντηση θα κριθεί στις συνέπειες που θα προκύψουν από την εφαρμογή του νέου νόμου.

*Μακνέα Κριστίνα Ηλέκτρα,  Χημικός Μηχανικός, Αν. γεν. γραμματέας Πανελλήνιας Ομοσπονδίας ΕΜΔΥΔΑΣ, Μέλος Κεντρικής Αντιπροσωπείας ΤΕΕ

ΚΛΗΡΩΣΗ ΜΕ ΔΩΡΟ

Εγγραφείτε στο Newsletter και εξασφαλείστε την συμμετοχή σας