ecopress
Του Γρηγόρη Γουρδομιχάλη* Και όμως, η φωτιά θα ξανάρθει… Άρθρο – παρέμβαση του προέδρου του ΠΕΣΥΔΑΠ, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος.  Κάθε φορά... ΠΕΣΥΔΑΠ: αλήθειες που δεν λέγονται για τις δασικές φωτιές

Του Γρηγόρη Γουρδομιχάλη*

Και όμως, η φωτιά θα ξανάρθει… Άρθρο – παρέμβαση του προέδρου του ΠΕΣΥΔΑΠ, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος. 

Κάθε φορά που ξεσπάει μια δασική πυρκαγιά, τα ίδια ερωτήματα τίθενται και η ίδια μονότονη συζήτηση γίνεται:

-Ήταν κάποιος άρρωστος πυρομανής (;) ήταν οικοπεδοφάγοι (;) ήταν προβοκάτορες (;), ήταν επιχειρηματικά συμφέροντα (;), ήταν… πράκτορες ξένων δυνάμεων (;), ήταν… οι εξωγήινοι

Είναι απολύτως βολική η εκδοχή ότι μία τεράστια «συνομωσία» καίει κάθε καλοκαίρι την Ελλάδα, αλλά συσκοτίζει απλές και αμείλικτες αλήθειες.

Όποιος γυρίζει τα δάση της χώρας μας και ξέρει να κοιτάει γύρω του, αντιλαμβάνεται πως η φωτιά αργά ή γρήγορα θα ξεσπάσει, είτε γιατί θα την βάλει σκόπιμα κάποιο χέρι, είτε γιατί θα γίνει κάποιο λάθος, είτε γιατί οι φλόγες είναι μέρος του κύκλου της ζωής στα μεσογειακά οικοσυστήματα…

Βλέπει δάση αφρόντιστα και εγκαταλειμμένα, που περιμένουν να καούν στην πρώτη κακιά στιγμή. Βλέπει τον αδιαπέραστο λόγγο, βλέπει τα πεύκα που ετοιμάζουν την ανάφλεξή τους, βλέπει το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου!

Τώρα πια υπάρχει περισσότερη καύσιμη ύλη στην ύπαιθρο, από τότε που εκεί ζούσαν χιλιάδες άνθρωποι και βοσκούσαν χιλιάδες αιγοπρόβατα.

Τα εγκαταλειμμένα χωράφια και οι παραμελημένοι βοσκότοποι, είναι σήμερα  προσανάμματα και «πυρογέφυρες» της κάθε νέας φωτιάς.

Κάποτε οι άνθρωποι της υπαίθρου κυκλοφορούσαν νύχτα – μέρα με ένα κλαδευτήρι ή ένα πριόνι στο χέρι. Άνοιγαν τα μονοπάτια, κλάδευαν τις κλάρες για τις γίδες, έκοβαν τα καλάμια που φούντωναν στους όχτους, έκοβαν τα βάτα και τα τσιποκάλαμα για σανό των αλόγων, έκοβαν τα πουρνάρια για την κουζίνα και τον ξυλόφουρνο…

Η προηγούμενη γενιά δεν είχε αεροπλάνα και πυροσβεστικά ελικόπτερα, είχε όμως χέρια χοντρά από το κλαδευτήρι και τη δουλειά στην ύπαιθρο.

Καύσιμη ύλη δεν έμενε ποτέ για να καεί!

Σήμερα δεν υπάρχουν υλοτόμοι, ρετσινάδες, βοσκοί, καλλιεργητές ή καρβουνιάρηδες…

Με τα χρόνια οι λόγγοι φούντωσαν, οι δρόμοι έκλεισαν από την βλάστηση, ο παλιός τρόπος ζωής χάθηκε, χωρίς να αφήσει πουθενά τη συσσωρευμένη γνώση του.

Οι πιο φονικές μάχες του Εμφυλίου έγιναν το καλοκαίρι του ΄49 στον Γράμμο. Εκεί έπεσαν και οι πρώτες ναπάλμ στην ιστορία των εθνών. Ο Γράμμος, όμως, δεν κάηκε τότε, αλλά καίγεται στις μέρες μας!

Στην Πελοπόννησο, την περίοδο των ανθρωποσφαγών του εμφυλίου, και οι δυο πλευρές χρησιμοποιούσαν την φωτιά, ως «τακτικό» όπλο. Ουδέποτε, όμως, τα δάση της Λακωνίας, της Αρκαδίας ή της Ηλείας αναφλέγονταν όπως σήμερα…

Αν απορείτε, ψάξτε πόσοι άνθρωποι και πόσα κοπάδια ζούσαν από το δάσος τότε και πόσοι τώρα…

Τα πεύκα, τα πουρνάρια και τα περισσότερα είδη χλωρίδας που εξαπλώνονται στη Μεσόγειο, ονομάζονται «πυρόφιλα» γιατί προάγουν – και συχνά … χρειάζονται τη φωτιά!

Αν διαβάσει κανείς εκθέσεις της Δασικής Υπηρεσίας του ΄50, θα αντιληφθεί έκπληκτος ότι εκείνη την περίοδο, ένα από τα πιο σπάνια και περιορισμένα φυτικά είδη της πατρίδας μας, ήταν … το πουρνάρι! Το «πυρόφιλο» πουρνάρι που σήμερα καταλαμβάνει χιλιάδες στρέμματα παντού, απλούστατα γιατί άλλαξαν οι κοινωνικές συνθήκες που το περιόριζαν…

Το 1950 η χώρα μας παρήγαγε ετησίως 30.000 τόνους ρετσίνι. Αυτό σημαίνει ότι ρητινεύονταν περίπου 10.000.000 δέντρα, τα οποία βρίσκονταν σε αναγκαστική διαχείριση, καθαρισμό και φροντίδα από τις τοπικές αγροτικές κοινωνίες.

Σήμερα, αναρωτηθείτε μόνο, πότε είδατε για τελευταία φορά ρητινοσυλλέκτη!

Και όμως, το ίδιο το DNA των πεύκων τα «προστάζει» να καούν.

Αν δεν το κάνουν, παύουν να ανανεώνονται και νεκρώνονται.

Στη φύση δεν υπάρχουν οι έννοιες του καλού και του κακού, του όμορφου και του άσχημου. Η φωτιά είναι και αυτή ένα κομμάτι του κύκλου της ζωής.

Όμως, τώρα οι συνέπειες της είναι καταστροφικές και «αφύσικες», γιατί οι συνθήκες ευνοούν τις μεγαπυρκαγιές με τις τεράστιες περιβαλλοντικές και οικονομικές επιπτώσεις, όσο και τις τραγωδίες με απώλειες ανθρώπων και ζώων.

Κάθε μεγαπυρκαγιά αξιοποιεί το γεγονός ότι τώρα υπάρχει πολύ περισσότερη καύσιμη ύλη στην ύπαιθρο, από τότε που η ύπαιθρος ήταν σε πλήρη χρήση από τους ανθρώπους που την κατοικούσαν. Τώρα πεύκα και θάμνοι που είναι από τα πιο «πυρόφιλα» είδη στον κόσμο, εξαπλώνονται παντού στην ελληνική ενδοχώρα.

Τώρα, ακόμα και δίπλα στον αστικό ή περιαστικό ιστό, σε οικισμούς πρώτης ή δεύτερης κατοικίας, οργιάζει βλάστηση που δρα… σαν «πυρογέφυρα» και επιτρέπει στην φωτιά να περάσει πολύ πιο γρήγορα!

Ναι, η κλιματική αλλαγή παίζει τον ρόλο της, αλλά δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως μόνιμη δικαιολογία, δεν μπορεί να αποτελεί άλλοθι «δια πάσα νόσο».

Το μωσαϊκό της υπαίθρου άλλαξε τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά εμείς κοιτάμε μόνο τα καναντέρ και τα ελικόπτερα ως μέσα καταστολής μιας φωτιάς, και όχι την πρόληψή της.

Αφήσαμε τη μάχη να τη δίνουν μόνο οι πυροσβέστες, γιατί δεν θελήσαμε ποτέ να δούμε κατάματα την αλήθεια…

Η ύπαιθρος και τα χωριά μας καίγονται, επειδή η πολιτεία δεν φρόντισε ποτέ να διαχειριστεί όπως πρέπει τα μεσογειακά δάση μας.

Κανονικά, η πιο αποτελεσματική  μάχη κατά των δασικών πυρκαγιών δίνεται… το χειμώνα, όχι το καλοκαίρι! Με καθαρισμούς δασών, με αφαίρεση της νεκρής βιομάζας, με κλαδέματα, με δημιουργία διάκενων μέσα στα δάση, με έργα διαχείρισης υπό την εποπτεία των Δασαρχείων.

Όμως, επί δεκαετίες η χώρα είχε επιλέξει να διαθέτει όλους τους πόρους και τις πιστώσεις της στην καταστολή, και όχι στην πρόληψη

Μόνο δύο φορές προσπάθησε να κάνει κάτι διαφορετικό, όσο θυμάμαι εγώ:

– Η μία ήταν το 2018 όταν δόθηκαν πιστώσεις στα κατά τόπους  δασαρχεία για να προσληφθούν και να απασχοληθούν εποχικοί δασεργάτες , ώστε να γίνουν έργα αυτεπιστασίας στη ζώνη ευθύνης τους. Οι πόροι, βέβαια, ήταν «ψίχουλα» μπροστά στις ανάγκες…

–  Η άλλη είναι τώρα με το πρόγραμμα «ANTiNero» που υλοποιεί  το υπουργείο Περιβάλλοντος.

Το  «ANTiNero»  υλοποιεί καθαρισμούς δασικών εκτάσεων, συντήρηση του δασικού οδικού δικτύου κλπ. ώστε να δημιουργηθούν μικτές αντιπυρικές ζώνες που θα μειώνουν τον κίνδυνο μετάδοσης και εξάπλωσης της φωτιάς, να αφαιρεθεί η πλεονάζουσα βιομάζα στο έδαφος, αλλά και να δημιουργηθούν ζώνες βλάστησης από είδη που αναχαιτίζουν την εξάπλωση της φωτιάς.

Όμως, και πάλι οι πόροι που διατίθενται μέσω του «ANTiNero», υπολείπονται  των αναγκών μιας εγκαταλελειμμένης υπαίθρου.

 Και στο μακρύ καυτό καλοκαίρι που ξεκίνησε, είναι σίγουρο πως η φωτιά θα ξανάρθει …

*Γρηγόρης Γουρδομιχάλης Πρόεδρος Περιβαλλοντικού Συνδέσμου Δήμων περιοχής Αθήνας – Πειραιά (ΠΕΣΥΔΑΠ)

ΚΛΗΡΩΣΗ ΜΕ ΔΩΡΟ

Εγγραφείτε στο Newsletter και εξασφαλείστε την συμμετοχή σας