ecopress
Του Κώστα Σταματάκη* k_stamat@otenet.gr Γιατί η έλλειψη επάρκειας ισχύος αιχμής οδηγεί τις τιμές στο ρεύμα στα ύψη. Προτάσεις για την μείωση των τιμών στο... Ρεύμα: οι αιτίες των υψηλών τιμών και οι λύσεις άμεσης μείωσης τους

Του Κώστα Σταματάκη*

k_stamat@otenet.gr

Γιατί η έλλειψη επάρκειας ισχύος αιχμής οδηγεί τις τιμές στο ρεύμα στα ύψη. Προτάσεις για την μείωση των τιμών στο ρεύμα.

Τα τελευταία χρόνια η ακρίβεια αποτελεί το σημαντικότερο πρόβλημα, που αντιμετωπίζουν τα Ελληνικά νοικοκυριά και οι μεγάλες αυξήσεις των τιμών στο ρεύμα, έχουν καθοριστικά συμβάλλει στην ακρίβεια. Οι αυξήσεις στο ρεύμα ξεκίνησαν από το καλοκαίρι του 2021, και συνεχίστηκαν  με την έναρξη της Ουκρανικής κρίσης και την έκρηξη των τιμών στο Φ.Α. το 2022. Κατά ένα περίεργο τρόπο όμως, αν και οι τιμές του Φ.Α. και τα δικαιώματα εκπομπών  (CO2) έχουν μειωθεί σημαντικά μετά το 2023,οι τιμές στο ρεύμα παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, δημιουργώντας τεράστια προβλήματα σε όλους τους καταναλωτές αλλά και στην ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής Οικονομίας.

Ποιες είναι οι θεμελιώδεις αιτίες και τα ουσιώδη προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελληνική Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας; Τι προτάσεις θα μπορούσαν να γίνουν για την μείωση των τιμών στο ρεύμα, υλοποιήσιμες σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Έχουν γραφεί πολλά από διάφορους ειδικούς, που συνδέουν τις υψηλές τιμές στο ρεύμα,

α) με τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία,

β)τις ψηλές τιμές του Φ.Α. που όμως από το 2023 και μετά έχουν μειωθεί σημαντικά,

γ) τις Βόρειες διασυνδέσεις της χώρας και την καταστροφή των Μονάδων παραγωγής και του ηλεκτρικού δικτύου μεταφοράς της Ουκρανίας, και

δ) τώρα τελευταία και με το εφαρμοζόμενο στη χώρα μας και σε όλη την Ευρώπη μοντέλο χρηματιστήριου ενέργειας (targetmodel).

Όλες οι παραπάνω αιτίες, μπορεί πράγματι να επηρεάζουν τις τιμές, αλλά δεν είναι η θεμελιώδης αιτία των σημαντικών αυξήσεων στο ρεύμα, τα τελευταία χρόνια.

Οι τιμές για κάθε προϊόν καθορίζονται από την προσφορά και την ζήτηση. Όταν π.χ. λόγω της ξηρασίας και των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής μειώθηκε η παραγωγή ελαιόλαδου αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τον διπλασιασμό της τιμής του. Είναι προφανές ότι, όταν υπάρχει επάρκεια παραγωγής, οι τιμές βρίσκονται σε λογικά επίπεδα, όταν υπάρχει έλλειψη επάρκειας παραγωγής οι τιμές ανεβαίνουν.

Το πρόβλημα στο Ελληνικό Ηλεκτρικό Σύστημα και προφανώς και στην Αγορά Ηλεκτρικής Ενέργειας  τα τελευταία 25 χρόνια, είναι η έλλειψη επαρκούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας αιχμής, δηλαδή η έλλειψη επάρκειας ισχύος αιχμής, σε συνδυασμό με την έλλειψη ανταγωνισμού που χαρακτηρίζει τις ολιγοπωλιακές αγορές όπως η δική μας.  Με την έννοια έλλειψη επάρκειας ισχύος,  δεν εννοούμε την έλλειψη ισχύος που οδηγεί σε περικοπές φορτίου ακόμη και σε μερικό blackout, αλλά την έλλειψη επαρκούς ισχύος αιχμής που να υποστηρίζει ένα στοιχειώδη ανταγωνισμό τις ώρες αιχμής. Το πρόβλημα της έλλειψης επάρκειας ισχύος είναι  η βασική και η θεμελιώδης αιτία της κατακόρυφης ανόδου των τιμών  και εντοπίζεται κυρίως στις ώρες αιχμής, τις πρώτες πρωινές ώρες και τις πρώτες βραδινές ώρες.  Στις ώρες αυτές εμφανίζονται και οι πολύ ψηλές τιμές στην χονδρική αγορά Ηλ. Ενέργειας.  Με την σημαντική υπερανάπτυξη της εγκατεστημένης ισχύος των Φ/Β, η παλαιότερη  μεσημεριανή έλλειψη επάρκειας ισχύος, έχει μετατοπισθεί στις τρείς πρωινές ώρες πριν την ανατολή του ήλιου και πριν την έναρξη λειτουργίας των Φ/Β, και το βράδυ στις τρείς ώρες μετά την δύση του ήλιου και μετά την παύση λειτουργίας των Φ/Β(τον Αύγουστο παρατηρήθηκαν τιμές στην βραδινή αιχμή μέχρι 900 €/MWh).  Αντίθετα, όταν υπάρχει υπερεπάρκεια αλλά και ύπαρξη ανταγωνισμού στην παραγωγή Ηλ. Ενέργειας, συνήθως τις μεσημεριανές ώρες από παραγωγή Φ/Β, οι τιμές στο ρεύμα είναι πολύ χαμηλέςφθάνοντας πολλές φορές και σε σχεδόν μηδενικές, που  οδηγούν ακόμη και σε περικοπές παραγωγής, άσχετα από τις τιμές του Φ.Α., τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία, την κατάσταση των Διασυνδέσεων και του ηλεκτρικού  συστήματος της Ουκρανία, και το εφαρμοζόμενο μοντέλο στο χρηματιστήριο ενέργειας.

Εδώ θα πρέπει να επισημανθούν και οι επιπτώσεις της πρόωρης και βίαιης απολιγνιτοποίησης ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΣΥΡΟΜΕΝΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ με άλλες Μονάδες Φ.Α. ή ΑΠΕ ισοδύναμου βαθμού εκμετάλλευσης, που συνέβαλε καθοριστικά  στο πρόβλημα. Η απόσυρση Μονάδων βάσης, ανέδειξε ακόμη περισσότερο το υπαρκτό πρόβλημα της έλλειψης επάρκειας ισχύος αιχμής.

Τρεις λοιπόν είναι οι θεμελιώδεις  αιτίες της εκτόξευσης των τιμών στο ρεύμα.  Το εγγενές, για πολλά χρόνια στο Ελληνικό Ηλεκτρικό Σύστημα, πρόβλημα έλλειψης επάρκειας ισχύος αιχμής (peakpower),η χωρίς προηγούμενη διαβούλευση μαζική απόσυρση 2500 MW λιγνιτικής παραγωγής, (την στιγμή που η Γερμανία διατηρεί τα λιγνιτικά της μέχρι το 2040), αντί της τμηματικής απόσυρσης και παράλληλης αντικατάστασης τουςμε άλλες μονάδες (π.χ. ΑΠΕ με μονάδες αποθήκευσης) ισοδύναμου βαθμού εκμετάλλευσης και η έλλειψη ανταγωνισμού ειδικά στις ώρες αιχμής.

Παλαιότερα, η παροχή ισχύος αιχμής (peakpower), γινόταν κυρίως από τις εισαγωγές από τα βόρεια σύνορα και  τις υδροηλεκτρικές Μονάδες, όταν υπήρχαν αρκετά ικανοποιητικά υδατικά αποθέματα στους ταμιευτήρες. Πολλές φορές σε περιόδους ξηρασίας, όπως φέτος, αλλά και σε περιπτώσεις έλλειψης παραγωγής στην διάρκεια της μέρας από τα Βαλκάνια, γινόταν εισαγωγή μεγάλων ποσοτήτων  Ηλ. Ενέργειας το βράδυ (LT: 11:00 μμ – 07:00 πμ), οι οποίες καταναλωνόταν στα ανάστροφα αντλησιοταμιευτικά  της ΔΕΗ (Μονάδες αποθήκευσης) , ώστε να έχουν στη συνέχεια την δυνατότητα να παράγουν τις ώρες αιχμής στη διάρκεια της επόμενης ημέρας την αποθηκευμένη επιπλέον ενέργεια, για να καλύψουν την έλλειψη επάρκειας ισχύος.

Με την καταστροφή των υποδομών παραγωγής και μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας στην Ουκρανία όμως, η ροή ενέργειας στην Ελλάδα αντιστράφηκε και έχουμε τώρα αντίθετη ροή από τα Βαλκάνια και την Ελλάδα προς την Ουκρανία.  Το γεγονός αυτό ανέδειξε σε όλο  το «μεγαλείο» του το πρόβλημα της έλλειψης επάρκειας ισχύος αιχμής στη χώρα μας.

Προτείνεται  από διάφορους ειδικούς η ενίσχυση των διασυνδέσεων με την  κατασκευή γραμμών μεταφοράς από την Δυτική Ευρώπη στην Ν.Α Ευρώπη. Οι λύσεις αυτές όμως είναι μακροπρόθεσμες με χρόνο υλοποίησης την δεκαετία και δεν λύνουν το πρόβλημα της σημερινής έλλειψης επάρκειας ισχύος. Επίσης το κόστος τους είναι σημαντικό.  Μια γραμμή 400 KV (Δυναμικότητας μεταφοράς περίπου 800 – 1000 MW) έχει κόστος κατασκευής 1,5 εκατομμύρια €/km.  Λαμβάνοντας υπόψη τις πιθανές αντιδράσεις των κατοίκων από τις περιοχές που διέρχονται οι γραμμές Μεταφοράς ΥΤ  και το υψηλό κόστος κατασκευής τους, η λύση αυτή δεν ενδείκνυται  για άμεση και μεσοπρόθεσμη λύση στο πρόβλημα των υψηλών τιμών  ρεύματος  στη χώρα μας.

Πέραν αυτού,  αν ανατρέξουμε στη σχετική βιβλιογραφία,  θα δούμε ότι πουθενά δεν συνιστάται ως μόνιμη λύση στα προβλήματα επάρκειας ισχύος οι εισαγωγές από γειτονικές χώρες μέσα από τις υπάρχουσες διασυνδέσεις. Προτείνεται παντού, η κατασκευή μονάδων αιχμής (Peakers) εντός των χωρών, για τον απλούστατο λόγο ότι οι εισαγωγές δεν είναι πάντα εξασφαλισμένες, ούτε πλήρως ελεγχόμενες  από την ενδιαφερόμενη  χώρα που τις χρειάζεται.

Από την μελέτη της μεταβολής των τιμών στην χονδρική αγορά σε σχέση με το αντίστοιχο φορτίο, καθώς και από τα διαγράμματα διάρκειας φορτίου και διάρκειας τιμών στην DAM, βλέπουμε ότι υπάρχει ένα κατώφλι περίπου 5,000 – 6,000 MWστις ώρες αιχμής, δηλαδή πριν την ανατολή του ήλιου και μετά την δύση του, πάνω από το οποίο παρατηρούνται οι τεράστιες αυξήσεις, λόγω έλλειψης επάρκειας ισχύος αιχμής και λόγω έλλειψης ανταγωνισμού. Στις ώρες αυτές λειτουργούν όλες οι διαθέσιμες Μονάδες Φ.Α. τα υδροηλεκτρικά και τα αιολικά, παρόλα αυτά υπάρχει έλλειψη επάρκειας ισχύος  για φορτίο πάνω από τα 5,000 – 6,000 MW που καλύπτεται από αυτές τις πολύ λίγες υφιστάμενες μονάδες, χωρίς ανταγωνισμό μεταξύ τους που οδηγεί τις τιμές στα ύψη(scarcity). Αντίθετα τις μεσημεριανές ώρες λόγω υπερεπάρκειας παραγωγής από τα Φ/Β, του μεγάλου πλήθους των παραγωγών Φ/Β, άρα και του μεγάλου ανταγωνισμού, έχουμε πολύ χαμηλές τιμές και για φορτία άνω των 6,000 MW.

Η μεγάλη αυτή μεταβλητότητα των τιμών που παρατηρείται στο Ελληνικό χρηματιστήριο ενέργειας είναι φυσιολογική αντίδραση της  αγοράς στην έλλειψη επάρκειας ισχύος και στην έλλειψη ανταγωνισμού. Αυτό θα έπρεπε να είναι ένα σήμα στους επενδυτές για να επενδύσουν αφού υπάρχει μειωμένη προσφορά και ψηλές τιμές, με πιο σύγχρονες και πλέον ανταγωνιστικές Μονάδες.  Είναι όμως και ένα επιπλέον σήμα στις ρυθμιστικές αρχές και στην πολιτεία, να παρέμβουν, δημιουργώντας συνθήκες ανταγωνισμού,  εκεί που δεν υπάρχουν, δίνοντας κίνητρα σε επενδυτές, με αντίστοιχη χρηματοδότηση, για να επενδύσουν σε μονάδες αιχμής και περιορίζοντας τα εμπόδια εισόδου που εμφανίζονται σε ολιγοπωλιακές αγορές.

Το πρόβλημα συνεπώς μπορεί να αντιμετωπισθεί μόνο με την κατασκευή επιπλέον Μονάδων αιχμής (Peakers), είτε μονάδων Φ.Α.  είτε μονάδων αποθήκευσης, που θα εκμεταλλευθούν την υπερανάπτυξη και υπερεπάρκεια των Φ/Β. Οι Μονάδες αποθήκευσης με μπαταρίες μπορούν να εγκατασταθούν άμεσα και σε χώρους των Μονάδων της ΔΕΗ που αποσύρονται, εκμεταλλευόμενοι τις υπάρχουσες έτοιμες υποδομές για την κατασκευή τους.

Προτεινόμενη λύση για την μείωση των τιμών στο ρεύμα.

Άμεση εκκίνηση διαδικασίας για την προμήθεια και εγκατάσταση Μονάδων παραγωγής ισχύος αιχμής (peakers), είτε ως Μονάδων αποθήκευσης με μπαταρίες που θα εκμεταλλευθούν την πλεονάζουσα παραγωγή των Φ/Β  τις μεσημεριανές ώρες, είτε  ως ευέλικτων (πολλαπλών εκκινήσεων στη διάρκεια της ημέρας) Μονάδων Φ.Α.  Εκτιμούμε ότι απαιτείται πρόσθετη εγκατάσταση 5,000 – 6,000 MW Μονάδων παροχής ισχύος αιχμής για να καλύψουν τις ώρες αιχμής τιμών που προαναφέρθηκαν, αλλά και τα υψηλά φορτία που παρατηρούνται σε πολύ υψηλές και χαμηλές θερμοκρασίες. Από την ΡΑΑΕΥ έχει προγραμματισθεί η εγκατάσταση μελλοντικά περίπου 4.000 MW Μονάδων αποθήκευσης.  Εκτός των Μονάδων αποθήκευσης θα έπρεπε να συμπεριληφθούν στον προγραμματισμό του ΕΣΕΚ και η κατασκευή ευέλικτων (πολλαπλών εκκινήσεων στη διάρκεια της ημέρας) Μονάδων Φ.Α. περί τα  1000 MW για την στήριξη του συστήματος σε περιπτώσεις που οι ΑΠΕ λόγω στοχαστικότητας στην παραγωγή αδυνατούν να καλύψουν τις μονάδες αποθήκευσης.

Επειδή το πλήρες κόστος αυτών των Μονάδων αιχμής, λόγω των περιορισμένων ωρών λειτουργίας των, είναι πιθανόν να μην μπορεί να ανακτηθεί από την αγορά  ενέργειας, μέσα στο εύλογο χρονικό διάστημα ζωής της επένδυσης, χωρίς την ύπαρξη πολύ υψηλών τιμών στο χρηματιστήριο , θα πρέπει να σχεδιαστούν από την ΡΑΑΕΥ και την πολιτεία τα κατάλληλα κίνητρα (φορολογικά ή και άλλα)  σε ενδιαφερόμενους επενδυτές, ώστε να υλοποιηθούν άμεσα οι απαραίτητες αυτές επενδύσεις και να δημιουργηθούν παράλληλα συνθήκες ανταγωνισμού στην αγορά μας.

Το προφανές – μη φορολογικό – κίνητρο είναι ο σωστός σχεδιασμός ενός νέου μηχανισμού ισχύος που να καλύπτει τις αιχμιακές μονάδες, επιλογή η οποία είναι πλέον θεσμοθετημένη σε επίπεδο ΕΕ και συμβατή με το targetmodel και θα πρέπει να θεσπιστεί και να εφαρμοστεί το συντομότερο και στη χώρα μας.

Ένας τέτοιος μηχανισμός θα αντικαταστήσει την ακολουθούμενη μέχρι σήμερα πολιτική της επιδότησης των καταναλωτών και της φορολόγησης των υπερκερδών των εταιρειών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίες δεν αντιμετωπίζουν  το πρόβλημα της ακρίβειας στο ρεύμα σε μόνιμη βάση.  Οι μεν επιδοτήσεις επιβαρύνουν το ΕΤΜΕΑΡ και πιθανόν τον κρατικό προϋπολογισμό, και δεν λύνουν το πρόβλημα στην πηγή του,η δε φορολόγηση των κερδών στην ουσία επιβαρύνει επιπρόσθετα τις τιμές γιατί είναι προφανές και πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι οι εταιρείες θα βρουν τρόπους να περάσουν την υπερφορολόγηση στους καταναλωτές.

Ευχαριστίες:  Στο άρθρο αυτό συνέβαλε με τις καίριες και ουσιαστικές της παρατηρήσεις και συμβουλές, η συνάδελφος κα Αλεξάνδρα Ψυρρή, τ. ΜarketMaker της ΔΕΗ στο ΕΧΕ και ειδικός επί σειρά ετών στις αγορές ενέργειας.

 

*Κώστας Σταματάκης, PhD

τ. Δ/ντης ΔΕΗ

Χημικός Μηχανικός ΕΜΠ, MSc, PhD

Μηχανολόγος ΜηχανικόςΕΜΠ, MBA

Authorized spot and future Electricity market trader, EEX

ΚΛΗΡΩΣΗ ΜΕ ΔΩΡΟ

Εγγραφείτε στο Newsletter και εξασφαλείστε την συμμετοχή σας