ΣτΕ: στον αέρα επενδύσεις, χωρίς συμμετοχή και πλήρη γνώση των πολιτών
ΑυτοδιοίκησηΕιδήσειςΚτηματαγοράΟικιστικάΟικονομίαΠεριβάλλονΠολεοδομίαΥποδομέςΦυσικοί πόροιΧωροταξία 10 Οκτωβρίου 2023 Αργύρης
Του Αργύρη Δεμερτζή/
Νάρκη στα θεμέλια των επενδυτικών σχεδίων και έργων, για τα οποία δεν έχει ακολουθηθεί ανοιχτή και διεξοδική διαδικασία διαβούλευσης, ώστε το ενδιαφερόμενο κοινό να έχει πραγματική δυνατότητα πρόσβασης στον φάκελο και γνώσης όλων των στοιχείων και μελετών βάζει απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, που για αυτούς τους λόγους κηρύσσει παράνομη και ακυρώνει την Κοινή Υπουργική Απόφαση έγκρισης ανάπτυξης Επιχειρηματικού Πάρκου στον Ασπρόπυργο.
Το επενδυτικό σχέδιο συνολικού προϋπολογισμού 25 εκ. ευρώ, πολεοδομικής οργάνωσης και εξυγίανση της πιο επιβαρυμένης Άτυπης Βιομηχανικής Συγκέντρωσης της χώρας στον Ασπρόπυργο, δρομολογήθηκε εδώ και περισσότερα από 13 χρόνια. Με πρωτοβουλίες της ΒΙΠΑΝΟΤ ΑΕ και του Δήμου Ασπροπύργου στα χρόνια που μεσολάβησαν εξασφάλισε τις απαιτούμενες αδειοδοτήσεις ενώ το 2022 έγιναν δεκτές από το υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων και εντάχθηκαν στο νόμο για τα Επιχειρηματικά Πάρκα ρυθμίσεις βελτιστοποίησης της διοικητικής και κυρίως της οικονομικής διαχείρισης του επενδυτικού σχεδίου του Φορέα, για να προχωρήσει η υλοποίηση του. Το σχέδιο του Πάρκου Εξυγίανσης Ασπροπύργου αφορά σε μια περιοχή, όπου είναι εγκατεστημένες περίπου 60 ενεργές επιχειρήσεις, από τις μεγαλύτερες της χώρας.
Οι λόγοι της προσφυγής που απορρίφθηκαν
Είναι αξιοσημείωτο ότι η νέα απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, που εκδίκασε προσφυγή ιδιωτών πολιτών κατοίκων του Ασπροπύργου, απορρίπτει ως αόριστους η αβάσιμους τους λόγους της προσφυγής, που αφορούν σε σειρά σημαντικών αιτιάσεων πρώτης γραμμής, όπως:
– Τους όρους και μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος από την ίδρυση και λειτουργία του Επιχειρηματικού Πάρκου και την εκτέλεση έργων υποδομής.
-Την πολεοδομική μελέτη, η οποία περιλαμβάνει το πολεοδομικό – ρυμοτομικό σχέδιο και τον πολεοδομικό κανονισμό και εγκρίθηκε με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
-Την προστασία των διερχόμενων από την περιοχή υδατορεμάτων.
-Την έκδοση της επίδικης ΚΥΑ, χωρίς να προηγηθεί η χορήγηση έγκρισης επέμβασης στις δασικές εκτάσεις, που περιλαμβάνονται στο Επιχειρηματικό Πάρκο.
– Την έγκριση του επενδυτικού σχεδίου, χωρίς να υποβληθεί σε όμορους Δήμους, στους οποίους ανήκε το υπολειπόμενο ποσοστό 5% της έκτασης του Επιχειρηματικού Πάρκου.
-Τη διαδικασία που ακολουθήθηκε για την έγκριση Κανονισμού Λειτουργίας του Επιχειρηματικού Πάρκου κ.α.
Γιατί το ΣτΕ έκρινε παράνομη και ακύρωσε την απόφαση έγκρισης του επενδυτικού σχεδίου
Η ίδια απόφαση ωστόσο του ΣτΕ «κατεδαφίζει» την ΚΥΑ και το επενδυτικό σχέδιο ανάπτυξης Επιχειρηματικού Πάρκου στον Ασπρόπυργο υπογραμμίζοντας ότι:
«Στην περίπτωση εγκρίσεως Επιχειρηματικού Πάρκου απαιτείται απαρεγκλίτως, ως μέρος της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης, η πλήρης τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας και διαβούλευσης που ορίζονται στις Ευρωπαϊκές Οδηγίες και τις εφαρμοστικές αυτών κοινές υπουργικές αποφάσεις, όπως εκάστοτε ισχύουν, ώστε όχι μόνον οι γνωμοδοτούντες φορείς, αλλά προεχόντως το ενδιαφερόμενο κοινό, να έχει πραγματική δυνατότητα πρόσβασης στον φάκελο και γνώσεως όλων των στοιχείων και μελετών του σχεδίου του Επιχειρηματικού Πάρκου, ώστε να ασκήσει λυσιτελώς τα δικαιώματα συμμετοχής, που έχει εκ της Συμβάσεως του Άαρχους».
Και υπογραμμίζει ότι: «η Διοίκηση δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωση τηρήσεως της διαδικασίας δημοσιοποίησης του σχεδίου και διαβούλευσης με το ενδιαφερόμενο κοινό, υπό τους αυστηρούς όρους που προβλέπονται τόσο στην Οδηγία για τη στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση όσο και στην Οδηγία για την περιβαλλοντική αδειοδότηση».
Πρόκριμα για νέες προσφυγές και ακυρώσεις
Η ίδια απόφαση, που παράγει νομολογία και αποτελεί πρόκριμα για νέες προσφυγές από ενδιαφερόμενους πολίτες και ακυρώσεις από το ΣτΕ μεγάλων έργων και επενδυτικών σχεδίων βιομηχανίας, αστικών αναπλάσεων, τουρισμού κ.α., που δρομολογούνται σε όλη τη χώρα, εφόσον δεν έχουν ακολουθηθεί οι αυστηρές οδηγίες δημοσιότητας και διαβούλευσης επί του αναπτυξιακού σχεδίου τους, με επιπτώσεις στο περιβάλλον, αναφέρει συγκεκριμένα για το Επιχειρηματικό Πάρκο Ασπροπύργου ότι:
-«Από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι δεν τηρήθηκε η απαιτούμενη διαδικασία δημοσιοποίησης και διαβούλευσης με το ενδιαφερόμενο κοινό, όπως άλλωστε συνομολογεί η Διοίκηση. Η υποβολή δε γνωμοδοτήσεων εκ μέρους των εμπλεκόμενων φορέων, του Περιφερειακού Συμβουλίου και της Κοινής Διυπουργικής Επιτροπής του άρθρου 47 παρ. 3 του ν. 3982/2011, στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων τους, δεν καλύπτει την υποχρέωση παροχής στο ενδιαφερόμενο κοινό πραγματικής δυνατότητας συμμετοχής στην εκπόνηση του σχεδίου ανάπτυξης Επιχειρηματικού Πάρκου, με κατάλληλους και πρόσφορους κατά περίπτωση τρόπους και κατόπιν προσήκουσας δημοσιοποίησης του σχεδίου, σε συμμόρφωση προς τις επιταγές των Οδηγιών για την περιβαλλοντική αδειοδότηση και τη στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση, καθώς και της Συμβάσεως του Άαρχους», λέει η απόφαση του ΣτΕ και υπογραμμίζει ότι:
-«Κατόπιν αυτού και προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική δικαστική προστασία των αιτούντων σε τομέα που καλύπτεται από το δίκαιο της Ένωσης σχετικά με το περιβάλλον και το εθνικό δίκαιο να εφαρμοστεί κατά τρόπο σύμφωνο τόσο προς τους σκοπούς της Συμβάσεως του Άαρχους όσο και προς εκείνον της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας των δικαιωμάτων τα οποία παρέχει το δίκαιο της Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να ακυρωθεί λόγω της παράλειψης δημοσιοποίησης του ένδικου σχεδίου κατά τρόπον ώστε να καθιστά δυνατή την ενημέρωση του κοινού και τη συμμετοχή του στη διαβούλευση, η οποία αποτελεί αυτοτελή υποχρέωση της Διοίκησης και αντιστοίχως αυτοτελές δικαίωμα των διοικουμένων, δεκτού γενομένου και του σχετικώς προβαλλόμενου πρόσθετου λόγου ακυρώσεως. Η έγκριση δε του σχεδίου καθίσταται, κατόπιν τούτου, εκκρεμής ενώπιον της Διοίκησης προς τήρηση των αρχών του ενωσιακού δικαίου περί δημοσιότητας και διαβούλευσης επί αναπτυξιακού σχεδίου με επιπτώσεις στο περιβάλλον».
Ολόκληρη η απόφαση του ΣτΕ
Ολόκληρη η απόφαση του ΣτΕ 1686/2023, που κρίνει παράνομη την έγκριση της ΚΥΑ ανάπτυξης του Επιχειρηματικού Πάρκου Ασπροπύργου και εκδικάστηκε με πρόεδρο της Αικατερίνη Χριστοφορίδου και εισηγητή την Θ. Ζιάμου, όπως δημοσιεύεται στο έγκυρο νομικό βήμα «Νόμος+ Φύση» έχει ως εξής:
– Το Επιχειρηματικό Πάρκο αποτελεί οργανωμένο χώρο υποδοχής βιομηχανικών, βιοτεχνικών και, εν γένει, μεταποιητικών, αλλά και άλλων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Ο χώρος αυτός, ο οποίος, κατά το σύστημα του νόμου, πολεοδομείται και παύει να αποτελεί εκτός σχεδίου περιοχή, επιλέγεται από ιδιωτικό φορέα που πληροί ορισμένα χαρακτηριστικά, με κριτήρια που, αφενός, προσιδιάζουν στη φύση του ιδιωτικού φορέα που έχει την πρωτοβουλία για την ίδρυση του ΕΠ και, ιδίως, αυτό της επιχειρηματικής βιωσιμότητας του σχεδίου, και ταυτοχρόνως συντείνουν στην ικανοποίηση των κρατικών σκοπών της ανάπτυξης περιοχών με υστέρηση, της ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας, της ανταγωνιστικότητας και της απασχόλησης, αφετέρου, όμως, σχετίζονται με την προστασία του περιβάλλοντος και την εξουδετέρωση των δυσμενών γι’ αυτό συνεπειών της βιομηχανικής δραστηριότητας που πρόκειται να αναπτυχθεί στην έκταση του ΕΠ. Τα κριτήρια αυτά είναι, ειδικότερα, η καταλληλότητα του χώρου, με βάση τα μορφολογικά και άλλα, κρίσιμα για την προστασία του περιβάλλοντος, χαρακτηριστικά του, καθώς και η συμβατότητα του σχεδίου που συνιστά το ΕΠ με τον λοιπό σχεδιασμό, όπως αυτός εκφράζεται μέσω ήδη ισχυόντων σχεδίων και προγραμμάτων, και ιδίως εκείνων που ενσωματώνουν υπερκείμενο σχεδιασμό, όπως είναι το Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης και τα Ειδικά Πλαίσια, τα οποία διέπουν συγκεκριμένους τομείς οικονομικής δραστηριότητας. Η συνδρομή, εξάλλου, των προϋποθέσεων αυτών, καθώς και η τήρηση της συνταγματικής επιταγής της προστασίας του περιβάλλοντος, φυσικού, ανθρωπογενούς και πολιτιστικού (άρθρο 24 παρ. 1 και 6 Συντ.), από ενδεχόμενες αρνητικές συνέπειες της ανάπτυξης βιομηχανικών δραστηριοτήτων στον, καταρχήν, κατάλληλο για ΕΠ χώρο, εξετάζεται, σύμφωνα με το σύστημα που καθιερώνει ο ν. 3982/2011, καταρχήν, κατά το στάδιο που προηγείται της θεσμοθέτησης του ΕΠ, στο πλαίσιο Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του ίδιου του ΕΠ, η οποία εντάσσεται στο προβλεπόμενο στο νόμο Επιχειρηματικό Πλαίσιο του επισπεύδοντος ιδιωτικού φορέα. Η ΜΠΕ αυτή προσιδιάζει στη φύση του ΕΠ ως, κατά βάση, σχεδίου, αφορά, όμως, και ορισμένες από τις υποδομές του (π.χ. έργα οδοποιίας), ως προς τις οποίες το ΕΠ έχει και το χαρακτήρα συγκεκριμένου κατασκευαστικού έργου και για το λόγο, άλλωστε, αυτό συμπεριλαμβάνεται και στους καταλόγους της ΚΥΑ ΕΙΠ 15393/2332/5.8.2002 (ΒΊ022) [α/α 292 Ομάδας 9 “Βιομηχανικές εγκαταστάσεις” Εργασίες διαρρύθμισης βιομηχανικών ζωνών…] και, ιδίως, της ΥΑ 1958/13.1.2012 (Β’ 21) [α/α 221 Ομάδα 9 “Βιομηχανικές δραστηριότητες και συναφείς εγκαταστάσεις” Εργασίες διαρρύθμισης Επιχειρηματικών Πάρκων και Οργανωμένων Υποδοχέων Μεταποιητικών και Επιχειρηματικών Δραστηριοτήτων, όπως ορίζονται στο άρθρο 41 του ν. 3982/2011], οι οποίοι περιέχουν έργα, κατά την Οδηγία 97/11/ΕΕ, αδειοδοτούμενα περιβαλλοντικούς ως τέτοια. Περαιτέρω, η ΜΠΕ του σχεδίου εξειδικεύεται, στη συνέχεια, κατά την περιβαλλοντική αδειοδότηση των επιμέρους βιομηχανικών δραστηριοτήτων που θα εγκατασταθούν στο ΕΠ, ως έργων πλέον, η οποία, όμως, προβλέπεται απλοποιημένη σε σχέση με τη συνήθη προβλεπόμενη για τα έργα και τις δραστηριότητες των Οδηγιών 85/337/ΕΟΚ και 97/11/ΕΚ, δεδομένου, άλλωστε, ότι, κατά το σύστημα του νόμου, το ίδιο το σχέδιο του ΕΠ έχει ήδη αποτελέσει αντικείμενο ενδελεχούς περιβαλλοντικού ελέγχου. Καθόσον, τέλος, αφορά τον αριθμό, το είδος και τη δυναμικότητα των ΕΠ σε ολόκληρη τη Χώρα, καθώς και τα κριτήρια κατά προτεραιότητα θεσμοθέτησης ορισμένων ΕΠ, ο ν. 3982/2011 προβλέπει (άρθρο 42 παρ. 3) την εκπόνηση επιχειρησιακού σχεδίου βάσει κριτηρίων που θεσπίζονται με κανονιστική απόφαση, η κατάρτιση του οποίου, πάντως, δεν αποτελεί προϋπόθεση έγκρισης ενός εκάστου ΕΠ ενόψει, μάλιστα, των διεξοδικών ρυθμίσεων που περιέχει ο ίδιος ο νόμος τόσο ως προς τη διαδικασία έγκρισης ΕΠ όσο και ως προς τα κριτήρια επιλογής του χώρου για την ίδρυσή του με βάση τα κρίσιμα περιβαλλοντικά του χαρακτηριστικά.
Με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση έγκρισης ανάπτυξης Επιχειρηματικού Πάρκου (ΕΠ) είναι παράνομη και πρέπει να ακυρωθεί, διότι δεν περιλαμβάνει και έγκριση Κανονισμού Λειτουργίας του ΕΠ, κατά παραβίαση του άρθρου 47 παρ. 5 εδ. ζ’ του ν. 3982/2011, το οποίο συμπεριλαμβάνει τον Κανονισμό Λειτουργίας στα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την έγκριση ανάπτυξης ΕΠ και δεν προβλέπει την εκ των υστέρων, ήτοι μετά την υποβολή αιτήσεως και φακέλου, κατάθεση του εν λόγω Κανονισμού. Και ναι μεν η Διοίκηση έταξε προθεσμία στην ΕΑΝΕΠ για την προσκόμιση του Κανονισμού μετά την έγκριση του ΕΠ, όμως, τούτο δεν είναι νόμιμο ούτε βάσει της μεταβατικής διάταξης του άρθρου 63 παρ. 2 του ν. 3982/2011, το οποίο επιτρέπει μεν την προσκόμιση πρόσθετων στοιχείων μέσα σε ένα έτος από την έγκριση του ΕΠ, αναφέρεται, όμως, σε άλλου τύπου δικαιολογητικά, ήτοι σε εκείνα που δεν απαιτούνταν κατά τον χρόνο υποβολής της σχετικής αιτήσεως (22.7.2009) βάσει του τότε ισχύοντος ν. 2545/1997, αλλά απαιτούνται ήδη βάσει του ν. 3982/2011. Η εν λόγω διάταξη, επίκληση της οποίας δεν έγινε, πάντως, με την προσβαλλόμενη πράξη, εφόσον ήθελε θεωρηθεί ότι επιτρέπει στη Διοίκηση να εγκρίνει, πριν από την υποβολή του, βασικό δικαιολογητικά για τη λειτουργία ΕΠ, με επιπτώσεις στην άσκηση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας και οικονομικής δραστηριότητας εντός του ΕΠ, είναι αντισυνταγματική. Με το δικόγραφο προσθέτων λόγων προβάλλεται, συναφώς, ότι μέχρι τον χρόνο καταθέσεως του δικογράφου δεν είχε κατατεθεί ούτε είχε εγκριθεί Κανονισμός Λειτουργίας του ΕΠ, με συνέπεια να συντρέχει περίπτωση αυτοδίκαιας ανάκλησης, και δη κατά δέσμια αρμοδιότητα, της προσβαλλόμενης πράξης.
Ο ανωτέρω λόγος ακυρώσεως είναι απορριπτέος, προεχόντως διότι ερείδεται στην εσφαλμένη προϋπόθεση ότι με την προσβαλλόμενη πράξη εγκρίνεται, εκ των προτέρων, ο μη υποβληθείς κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως Κανονισμός Λειτουργίας του ΕΓΙ, αλλά μετά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης, ήτοι στις 29.6.2020, Κανονισμός Λειτουργίας του ΕΠ. Όμως, από τις παραγράφους Β2 και θ’ της προσβαλλόμενης πράξης, οι οποίες αναφέρονται στη φάση λειτουργίας του ΕΠ, προκύπτει σαφώς ότι η Διοίκηση διατυπώνει επιφύλαξη ως προς την έγκριση του Κανονισμού και την αντίστοιχη τροποποίηση της προσβαλλόμενης εγκριτικής του ΕΠ πράξης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 63 παρ. 2 του ν. 3982/2011, το οποίο εφαρμόζεται εν προκειμένω δεδομένου ότι η αίτηση ανάπτυξης ΕΠ υποβλήθηκε υπό του κράτος του ν. 2545/1997 και κατ’ εφαρμογή του άρθρου 2 παρ. 4 και 5 της 223/788/8.7.1998 υπουργικής αποφάσεως (Β’ 691), όπως ίσχυε πριν από την κατάργησή της. Υπό την προϋπόθεση δε ότι ο Κανονισμός υποβάλλεται εντός της οριζόμενης στο άρθρο αυτό προθεσμίας του ενός έτους – η οποία τηρήθηκε στη συγκεκριμένη περίπτωση – μέχρι την έγκριση του υποβληθέντος Κανονισμού το εγκρινόμενο σχέδιο ανάπτυξης ΕΠ δεν θεωρείται ολοκληρωμένο ούτε είναι δυνατή η υλοποίησή του.
Προβάλλεται περαιτέρω ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι ακυρωτέα, διότι με το άρθρο 6 αυτής, το οποίο φέρει τον τίτλο “Ειδικότεροι όροι και μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος από την ίδρυση και λειτουργία του Επιχειρηματικού Πάρκου”, εγκρίνει τους περιβαλλοντικούς όρους που ορίστηκαν για την εκτέλεση έργων υποδομής Επιχειρηματικού Πάρκου τύπου Β’ σε άσχετη θέση, ήτοι στη θέση “Κόπρανά / Τοπική Κοινότητα Μάλαξας του Δήμου Χανίων”. Ο λόγος αυτός ακυρώσεως είναι απορριπτέος, διότι από το σύνολο της προσβαλλόμενης πράξης δεν καταλείπεται αμφιβολία ότι αναφέρεται στο ένδικο Επιχειρηματικό Πάρκο Ασπροπύργου, η προβαλλόμενη δε πλημμέλεια, η οποία οφείλεται σε προφανή παραδρομή και διορθώθηκε στη συνέχεια με την καταχώριση διόρθωσης σφάλματος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως δεν δύναται να καταστήσει ακυρωτέα την προσβαλλόμενη πράξη.
Με το εισαγωγικό δικόγραφο και το δικόγραφο προσθέτων λόγων προβάλλεται ότι η έκταση που καθορίστηκε να αναπτυχθεί ως Επιχειρηματικό Πάρκο με την προσβαλλόμενη πράξη, υπάγεται μεν διοικητικά, κατά το μεγαλύτερο τμήμα της (95%), στον Δήμο Ασπροπύργου, όμως, όπως προκύπτει από τον φάκελο της υποθέσεως και δη από την απόφαση του Περιφερειακού Συμβουλίου Αττικής με Θέμα: “Ίδρυση Επιχειρηματικού Πάρκου Τύπου Β’ στον Δήμο Ασπροπύργου”, υπάγεται κατά το υπόλοιπο τμήμα της και σε άλλους Δήμους, όπως στον Δήμο Φυλής, οι οποίοι δεν είχαν συμμετοχή στην έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης, η παράλειψη δε αυτή καθιστά την πράξη ακυρωτέα. Ο λόγος αυτός ακυρώσεως, όπως αορίστως προβάλλεται, αναφερόμενος σε μη συμμετοχή στην έκδοση της προσβαλλόμενης αποφάσεως του Δήμου Φυλής και άλλων Δήμων, είναι απορριπτέος προεχόντως ως προβαλλόμενος εκ συμφέροντος τρίτου. Τούτο δε ανεξαρτήτως εάν <συνιστά πράγματι πλημμέλεια της προσβαλλόμενης πράξης το γεγονός ότι το εν προκειμένω εγκρινόμενο σχέδιο δεν υποβλήθηκε στους Δήμους της Περιφέρειας Αττικής, στους οποίους ανήκε το υπολειπόμενο ποσοστό 5% της έκτασης του ΕΠ, εφόσον, πάντως, το οικείο Περιφερειακό Συμβούλιο διατύπωσε γνώμη για λογαριασμό του όλων των ενδιαφερομένων Δήμων της χωρικής του αρμοδιότητας, ενώ δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου χωριστή γνωμοδότηση του Δήμου Ασπροπύργου.
Προβάλλεται ότι εντός της ανωτέρω έκτασης περιλαμβάνονται και τμήματα γης, τα οποία, στο π.δ. “περί καθορισμού χρήσεων γης και όρων και περιορισμών δόμησης στην εκτός σχεδίου και εκτός ορίων οικισμών προ του έτους 1923 περιοχή του Δήμου Ασπροπύργου ν. Αττικής” (Δ’ 1085/17.9.1996) αναφερόμενο στην περιοχή που εμπίπτει εντός της Ζώνης Οικιστικού Ελέγχου του Ν. Αττικής που εγκρίθηκε με το από 22.6.1983 π.δ. (Δ’ 284), χαρακτηρίζονται είτε ως αγροτικές γαίες είτε ως Π3 – ζώνη προστασίας ρεμάτων, τούτο δε συνιστά παράνομη, ήτοι άνευ νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως τροποποίηση, άλλως, καταστρατήγηση του ως άνω προεδρικού διατάγματος.
Τα προεδρικά διατάγματα με τα οποία, σε εκτέλεση της εξουσιοδότησης του άρθρου 29 του ν. 1337/1983 (Α΄ 33) όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 8 παρ. 14 του ν. 1512/1985 (Α’ 4) και κατ’ εφαρμογή της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης εγκρίνονται Ζώνες Οικιστικού Ελέγχου (ΖΟΕ) και καθορίζονται χρήσεις γης και όροι και περιορισμοί δόμησης, αποσκοπούν στον άμεσο έλεγχο των χρήσεων γης στις περιοχές, οι οποίες δεν προορίζονται καταρχήν για οικιστική εκμετάλλευση, τούτο δε προκειμένου να ανασχεθεί η άναρχη οικιστική εξάπλωση στις περιοχές αυτές και η εξ αυτής υποβάθμιση και καταστροφή του περιβάλλοντος, καθώς και η δημιουργία πραγματικών καταστάσεων που θα είχαν ως συνέπεια να δυσχεραίνεται ο μελλοντικός σχεδιασμός των περιαστικών περιοχών. Οι κανονιστικές αυτές πράξεις περιέχουν μεν στοιχεία χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού και κατά τούτο διευκολύνουν, δεν δεσμεύουν, όμως, τον χωροταξικό σχεδίασμά, τον οποίο ενσωματώνει το Επιχειρηματικό Πάρκο. Εφόσον δε το ΕΠ αφορά σε έκταση μελετηθείσα σε συμφωνία τόσο με τα κείμενα υπερκείμενου χωροταξικού σχεδιασμού, όσο και με τη ΖΟΕ Ασπροπύργου, στην οποία χαρακτηρίζεται ως Βιομηχανική και Επιχειρηματική Περιοχή/ ΒΙΠΑ-ΒΙΟΠΑ (μετεξέλιξη της οποίας αποτελεί το Επιχειρηματικό Πάρκο σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη σκέψη 7), δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης η σε κάθε περίπτωση ειδικώς δικαιολογημένη απόκλιση σε σχέση με τη ΖΟΕ, μικρού εδαφικού τμήματος του ΕΠ (2% του συνόλου της έκτασης του ΕΠ), το οποίο κείται στο νοτιοδυτικό του άκρο και αφορά σε μη ενεργό γεωργική έκταση.
Όσον αφορά ειδικότερα στην προστασία των διερχόμενων από την περιοχή υδατορεμάτων, προκύπτει ότι τα εν λόγω υδατορέματα ελήφθησαν υπόψη κατά την οριοθέτηση της περιοχής μελέτης, η οποία έγινε με βάση γεωγραφικές συντεταγμένες κατά ΕΓΣΑ 87. Δεν θεμελιώνεται αντίθεση στο προεδρικό διάταγμα περί προστασίας της ΖΟΕ Ασπροπύργου όσον αφορά τις αγροτικές γαίες και τη ζώνη προστασίας ρεμάτων, ζητήματα που αντιμετωπίστηκαν ειδικώς και αιτιολογημένως από τον ΟΡΣΑ και άλλες αρμόδιες υπηρεσίες. Συνεπώς, ο τ’ αντίθεντα υποστηρίζων λόγος πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να ακυρωθεί διότι δεν προηγήθηκε της εκδόσεώς της η χορήγηση έγκρισης επέμβασης στις δασικές εκτάσεις που περιλαμβάνονται στο ΕΠ, ούτε εμπεριέχεται στην προσβαλλόμενη πράξη η εν λόγω έγκριση εφόσον, άλλωστε, τα διοικητικά όργανα που εξέδωσαν την προσβαλλόμενη πράξη δεν είχαν την απαιτούμενη προς τούτο νομοθετική εξουσιοδότηση ή αρμοδιότητα. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι η έγκριση επέμβασης σε δασικές εκτάσεις ενσωματώνεται στην έγκριση περιβαλλοντικών όρων, η έγκριση δε αυτή (των περιβαλλοντικών όρων) αποτελεί, κατά νόμο, τμήμα της προσβαλλόμενης εγκριτικής πράξης του σχεδίου ανάπτυξης ΕΠ Ασπροπύργου. Εξάλλου, επιτρέπεται να συμπεριληφθεί τμήμα δάσους στον σχεδίασμά επιχειρηματικού πάρκου εφόσον παραμένει ως χώρος πρασίνου, στην προκειμένη δε περίπτωση πληρούται και αυτή η προϋπόθεση, όπως προκύπτει από τις σχετικές γνωμοδοτήσεις των αρμοδίων Υπηρεσιών των Δασαρχείων Πάρνηθας και Αιγάλεω, τη γνωμοδότηση της Δ/νσης Συντονισμού και Επιθεώρησης Δασών της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής και τις γνωμοδοτήσεις της Δ/νσης Προστασίας Δασών και της Γενικής Δ/νσης Περιβαλλοντικής Πολιτικής του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, οι οποίες μνημονεύονται στην προσβαλλόμενη πράξη.
Μετά την έγκριση της ανάπτυξης του Επιχειρηματικού Πάρκου (ΕΠ) με κοινή υπουργική απόφαση, η περιοχή στην οποία πρόκειται να αναπτυχθεί Επιχειρηματικό Πάρκο πολεοδομείται με την κατάρτιση από την ΕΑΝΕΠ πολεοδομικής μελέτης, η οποία περιλαμβάνει το πολεοδομικό – ρυμοτομικό σχέδιο και τον πολεοδομικό κανονισμό και εγκρίνεται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης, ενώ η εφαρμογή της πραγματοποιείται με την κατάρτιση από την ΕΑΝΕΠ της πράξης εφαρμογής, η οποία εγκρίνεται επίσης με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Εξάλλου, οι ιδιοκτήτες των ακινήτων που βρίσκονται μέσα στα όρια του Επιχειρηματικού Πάρκου και εντάσσονται στο πολεοδομικό σχέδιο οφείλουν να συμμετάσχουν στις δαπάνες για τη δημιουργία των κοινόχρηστων χώρων και των έργων υποδομής με εισφορές σε γη και σε χρήμα, οι δε εισφορές σε χρήμα καταβάλλονται μετά την έγκριση της πράξης εφαρμογής σε ειδικό λογαριασμό της ΕΑΝΕΠ για την πραγματοποίηση των κοινόχρηστων χώρων και των έργων υποδομής. Στην προκειμένη περίπτωση, βεβαιώνεται με σειρά στοιχείων, όπως δηλώσεων ιδιοκτητών ακινήτων γεωτεμαχίων που περιλαμβάνονται στην περίμετρο του Επιχειρηματικού Πάρκου, τα οποία προσκομίζονται από την παρεμβαίνουσα ΕΑΝΕΠ, η εξασφάλιση του 55% της έκτασης που προορίζεται να καταλάβει το Επιχειρηματικό Πάρκο, ενώ οι αιτούντες δεν αμφισβητούν το ποσοστό αυτό με ειδικότερα στοιχεία ή έστω επικαλούμενοι αποχρώσες ενδείξεις για την έλλειψη οικονομικής βιωσιμότητας του έργου. Εξάλλου, η συνεισφορά εκ μέρους των ιδιοκτητών σε σχέση με το υπόλοιπο ποσοστό των εκτάσεων για την ανάπτυξη Επιχειρηματικού Πάρκου, είναι υποχρεωτική ενόψει της γενικής αρχής του μη επηρεασμού του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού από τα ιδιωτικά δικαιώματα επί των ακινήτων τα οποία καταλαμβάνονται από σχεδιασμό που συνδέεται αναγκαίως με παρέμβαση στο περιβάλλον που προστατεύεται από το δίκαιο της Ένωσης καθώς και επί τη βάσει του άρθρου 52 παρ. 5 και 6 του ν. 3982/2011, το οποίο επιτάσσει την επιβάρυνση των ιδιοκτητών με την καταβολή εισφοράς σε γη και χρήμα, σε αναλογία με τα προβλεπόμενα για την εφαρμογή των λοιπών πολεοδομικών σχεδίων και σύμφωνα με τα προαναφερόμενα. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, ο περί του αντιθέτου προβαλλόμενος πρόσθετος λόγος ακυρώσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Με ΚΥΑ ο κανονιστικός νομοθέτης μετέφερα στην ελληνική έννομη τάξη την Οδηγία 2001/42/ΕΚ, συμπληρώνοντας και προσαρμόζοντας την εσωτερική νομοθεσία στις απαιτήσεις της οδηγίας αυτής, τούτο δε κατ’ επίκληση των παγίων εξουσιοδοτικών διατάξεων της ελληνικής νομοθεσίας, η οποία προβλέπει την ενσωμάτωση κανόνων του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο εσωτερικό δίκαιο. Η εν λόγω ΚΥΑ, εξάλλου, αποτελεί προϊόν επιλογής εκ μέρους του κανονιστικού νομοθέτη, των ρυθμίσεων μέσω των οποίων θα επιτευχθούν οι σκοποί της Οδηγίας στη Χώρα, και δεν αποκλείει στον μεταγενέστερο κανονιστικό νομοθέτη και, βεβαίως, στον τυπικό νόμο, να προκρίνει άλλες ρυθμίσεις, γενικής ή περιορισμένης εφαρμογής, οι οποίες θα εναρμονίζονται με την Οδηγία και θα επιτυγχάνουν τους σκοπούς της, ούτε θέτει εκποδών προγενέστερες αντίστοιχες ρυθμίσεις, οι οποίες είχαν τεθεί σε ισχύ ακόμη και πριν από την έκδοσή της, αλλά εναρμονίζονται με αυτήν. Τούτο δε, διότι το κύρος της εσωτερικής κανονιστικής ρύθμισης και, μάλιστα, διάταξης τυπικού νόμου, από πλευράς συμβατότητάς της με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, ειδικότερα, με ορισμένη κοινοτική οδηγία, συναρτάται με την τήρηση των ορίων της οδηγίας και την επίτευξη των στόχων που τάσσει η ίδια, και όχι με τη συμβατότητά της με άλλη εσωτερική ρύθμιση, ακόμη και αν αυτή έχει τεθεί σε συμμόρφωση με την οδηγία, εκτός αν η οδηγία, για την οποία πρόκειται, είναι τόσο λεπτομερής και διεξοδική, ώστε να μην καταλείπει στον εσωτερικό νομοθέτη περιθώριο άσκησης περαιτέρω κανονιστικής εξουσίας, πλην της τυπικής μεταφοράς της στο εσωτερικό δίκαιο. Αυτή η περίπτωση δεν συντρέχει ως προς την Οδηγία 2001/42/ΕΚ. Ειδικότερα, με τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 2 της οδηγίας αυτής ορίζεται σαφώς, κατά τα προαναφερόμενα, ότι οι απαιτήσεις της μπορούν να ενσωματώνονται στις διαδικασίες που ισχύουν στα κράτη μέλη για την έγκριση σχεδίων και προγραμμάτων, και να μην αποτελούν αντικείμενο ιδιαίτερου νομοθετήματος που τίθεται σε συμμόρφωση προς αυτήν. Κατά συνέπεια, ακόμη και στην περίπτωση που έχει πράγματι θεσπισθεί ένα ιδιαίτερο νομοθέτημα, γενικής εφαρμογής, σε συμμόρφωση με την Οδηγία, όπως εν προκειμένω η ΚΥΑ 107017/28.8.2006, τίποτε δεν αποκλείει την εισαγωγή εθνικών ειδικών ρυθμίσεων για συγκεκριμένη κατηγορία σχεδίων ή προγραμμάτων, υπό την αυτονόητη, βεβαίως, προϋπόθεση ότι και οι ειδικές αυτές ρυθμίσεις είναι συμβατές με την Οδηγία.
Η νομοθεσία, βάσει της οποίας καταρτίζεται ο φάκελος του Επιχειρηματικού Πάρκου, προβλέπει την εκπόνηση μελετών και την παράθεση στοιχείων, προβλέψεων και εκτιμήσεων, οι οποίες καλύπτουν τις απαιτήσεις της Οδηγίας 2001/42/ΕΚ, όπως αυτές εκτίθενται στο άρθρο 5 και το Παράρτημα I της ίδιας, αφού πράγματι, απαιτεί έκθεση των στόχων του προγράμματος, ανάλυση των περιβαλλοντικών του συνεπειών, εκτίμηση των σχέσεων και αλληλεπιδράσεών του με άλλα σχέδια ή προγράμματα, αξιολόγηση των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών του χώρου και των επιπτώσεων της υλοποίησης του σχεδίου στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον, εξαγωγή συνθετικών συμπερασμάτων, αλλά και ανάλυση της οικονομικής βιωσιμότητας του σχεδίου, τα στοιχεία δε αυτά απαιτούνται πέραν της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, η οποία αν και προσιδιάζει σε δραστηριότητες και έργα, επίσης απαιτείται για τα ΕΠ προδήλως για τον λόγο ότι η ίδρυση ΕΠ, αν και αποτελεί σχέδιο, έχει, κατά τα προαναφερόμενα, και τον χαρακτήρα έργου κατά το μέρος που αναφέρεται στην κατασκευή ορισμένων έργων υποδομής. Ο κανόνας, άλλωστε, αυτός επιβεβαιώνεται από το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για τη Βιομηχανία.
Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών του Ειδικού Πλαισίου για τη Βιομηχανία, οι οποίες στοιχούν προς τις προεκτιθέμενες διαδικαστικού και ουσιαστικού περιεχομένου διατάξεις νόμου που έτυχαν εν προκειμένω εφαρμογής, ως “Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων” δεν νοείται αυτή που φέρει τα τυπολογικά χαρακτηριστικά της “ΣΜΠΕ” κατά την ΚΥΑ 107017/28.8.2006, αλλά αυτή που εντάσσεται και συντίθεται σε μία δέσμη μελετών, αξιολογήσεων και εκτιμήσεων, όπως αυτές οργανώνονται εκάστοτε από το νομοθέτη, που να καλύπτουν τις απαιτήσεις της προαναφερόμενης οδηγίας. Επομένως, στην περίπτωση του Επιχειρηματικού Πάρκου, παρ’ ότι το εγκρινόμενο σχέδιο δεν υπάγεται κατά νόμο σε “Στρατηγική Περιβαλλοντική Εκτίμηση” με την ειδική διαδικασία και τα χαρακτηριστικά της ΚΥΑ . 107017/2016, ούτε εκπονείται γι’ αυτό Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, όπως αυτή οργανώνεται και περιγράφεται στην εν λόγω ΚΥΑ, οι απαιτήσεις της εθνικής νομοθεσίας για την έγκριση Επιχειρηματικού Πάρκου] όπως αυτές εκτίθενται στις σκέψεις 7 και 8Υπερκαλύπτουν, γενικά, αυτές της Οδηγίας. Εντούτοις, η Διοίκηση δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωση τηρήσεως της διαδικασίας δημοσιοποίησης του σχεδίου και διαβούλευσης με το ενδιαφερόμενο κοινό, υπό τους αυστηρούς όρους που προβλέπονται τόσο στην Οδηγία για τη στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση όσο και στην Οδηγία για την περιβαλλοντική αδειοδότηση. Από την άποψη τηρήσεως των αρχών της Συμβάσεως του Άαρχους, γίνεται δεκτό ότι τόσο η 2005/370/ΕΚ απόφαση του Συμβουλίου της 17.2.2005 (EEL 124), με την οποία εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης η σύναψη της εν λόγω Συμβάσεως, όσο και ο ν. 3422/2005, με τον οποίο αυτή κυρώθηκε από τον εθνικό νομοθέτη και απέκτησε την κατά το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος ισχύ, εκδόθηκαν μετά την έκδοση της οδηγίας 2001/42/ΕΚ [σχετικά με την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων], αλλά αφορούν στην προγενέστερη της οδηγίας αυτής προαναφερθείσα σύμβαση, η οποία συνήφθη στις 25.6.1998 και αναφέρεται γενικώς στα “περιβαλλοντικά θέματα” και όχι στο ειδικό ζήτημα των “σχεδίων και προγραμμάτων” στους τομείς, δηλαδή, που ρυθμίζει με ειδικές διατάξεις η οδηγία 2001/42/ΕΚ· όμως, η νόμιμη τήρηση της διαδικασίας διαβούλευσης με τη συμμετοχή του κοινού και των αρμοδίων υπηρεσιών, σύμφωνα με τις ειδικές διατάξεις της οδηγίας 2001/42/ΕΚ και την εσωτερική νομοθεσία που εκδόθηκε σε συμμόρφωση προς αυτήν, συνιστά συνάμα επαρκή τήρηση των αντίστοιχων προϋποθέσεων της Συμβάσεως του Άαρχους. Κατά συνέπεια, στην περίπτωση εγκρίσεως Επιχειρηματικού Πάρκου απαιτείται απαρεγκλίτως, ως μέρος της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης, η πλήρης τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας και διαβούλευσης που ορίζονται στις προαναφερόμενες Οδηγίες και τις εφαρμοστικές αυτών κοινές υπουργικές αποφάσεις, όπως εκάστοτε ισχύουν, ώστε όχι μόνον οι γνωμοδοτούντες φορείς, αλλά προεχόντως το ενδιαφερόμενο κοινό, να έχει πραγματική δυνατότητα πρόσβασης στον φάκελο και γνώσεως όλων των στοιχείων και μελετών του σχεδίου του Επιχειρηματικού Πάρκου, ώστε να ασκήσει λυσιτελώς τα δικαιώματα συμμετοχής που έχει εκ της Συμβάσεως του Άαρχους.
Από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι δεν τηρήθηκε η απαιτούμενη διαδικασία δημοσιοποίησης και διαβούλευσης με το ενδιαφερόμενο κοινό, όπως άλλωστε συνομολογεί η Διοίκηση. Η υποβολή δε γνωμοδοτήσεων εκ μέρους των εμπλεκόμενων φορέων, του Περιφερειακού Συμβουλίου και της Κοινής Διυπουργικής Επιτροπής του άρθρου 47 παρ. 3 του ν. 3982/2011, στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων τους, δεν καλύπτει την υποχρέωση παροχής στο ενδιαφερόμενο κοινό πραγματικής δυνατότητας συμμετοχής στην εκπόνηση του σχεδίου ανάπτυξης Επιχειρηματικού Πάρκου, με κατάλληλους και πρόσφορους κατά περίπτωση τρόπους και κατόπιν προσήκουσας δημοσιοποίησης του σχεδίου, σε συμμόρφωση προς τις επιταγές των Οδηγιών για την περιβαλλοντική αδειοδότηση και τη στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση, καθώς και της Συμβάσεως του Άαρχους. Κατόπιν αυτού και προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική δικαστική προστασία των αιτούντων σε τομέα που καλύπτεται από το δίκαιο της Ένωσης σχετικά με το περιβάλλον και το εθνικό δίκαιο να εφαρμοστεί κατά τρόπο σύμφωνο τόσο προς τους σκοπούς της Συμβάσεως του Άαρχους όσο και προς εκείνον της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας των δικαιωμάτων τα οποία παρέχει το δίκαιο της Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η προσβαλλόμενη πράξη πρέπει να ακυρωθεί λόγω της παράλειψης δημοσιοποίησης του ένδικου σχεδίου κατά τρόπον ώστε να καθιστά δυνατή την ενημέρωση του κοινού και τη συμμετοχή του στη διαβούλευση, η οποία αποτελεί αυτοτελή υποχρέωση της Διοίκησης και αντιστοίχως αυτοτελές δικαίωμα των διοικουμένων, δεκτού γενομένου και του σχετικώς προβαλλόμενου πρόσθετου λόγου ακυρώσεως. Η έγκριση δε του σχεδίου καθίσταται, κατόπιν τούτου, εκκρεμής ενώπιον της Διοίκησης προς τήρηση των αρχών του ενωσιακού δικαίου περί δημοσιότητας και διαβούλευσης επί αναπτυξιακού σχεδίου με επιπτώσεις στο περιβάλλον.
Σχετικά Άρθρα
- Υπογράφεται ΚΥΑ για τη μεγαλύτερη άτυπη βιομηχανική συγκέντρωση
- Δήμος Τανάγρας: κάνει φύλλο και φτερό το φάκελο για το πάρκο Οινοφύτων
- ΚΥΑ: σε περιβαλλοντική εξυγίανση η βιομηχανική περιοχή Καλοχωρίου
- ΕΠΕ Οινοφύτων: προς αδειοδότηση, με τη συμβολή του Δήμου Τανάγρας
- Στα 632 εκατ. ευρώ οι ενισχύσεις του «Μεταποίηση – Εφοδιαστική Αλυσίδα»
- Όλες οι βιομηχανικές συγκεντρώσεις σε ενιαίο καθεστώς