ecopress
Του Τάση Παπαϊωάννου* Στο κτισμένο περιβάλλον αποτυπώνεται με τον πιο σαφή και εύληπτο τρόπο η πολιτισμική στάθμη μιας κοινωνίας. Είναι ο αδιάψευστος καθρέπτης της,...

Του Τάση Παπαϊωάννου*

Στο κτισμένο περιβάλλον αποτυπώνεται με τον πιο σαφή και εύληπτο τρόπο η πολιτισμική στάθμη μιας κοινωνίας. Είναι ο αδιάψευστος καθρέπτης της, ο «ζωντανός αφηγητής» της ιστορίας της.
Παρατηρώντας τον αστικό ιστό και τον τρόπο που αυτός είναι δομημένος, μπορούμε να βγάλουμε συμπεράσματα για τις συνθήκες που επιδρούν καθοριστικά στη διαμόρφωσή του, την πολεοδομική εξέλιξή του, τις ιστορικές περιόδους που άφησαν πάνω του τα διακριτά και ανεξίτηλα ίχνη τους.
Η σύγχρονη πόλη εμφανίζεται έτσι ως ένα πολύμορφο και πολυδιάστατο κολάζ αρχιτεκτονικών του παρελθόντος. Αρχιτεκτονικών, που η μία συνομιλεί με τη διπλανή της, εκφράζοντας στον χώρο της πόλης τη δική της ιδιαίτερη ιστορία. Γιατί πάντοτε η πόλη ήταν, είναι και θα συνεχίσει να είναι ένας ευαίσθητος ζωντανός οργανισμός που παρακολουθεί και αποτυπώνει με ξεχωριστή ακρίβεια πάνω στο σώμα της κάθε μεταβολή, κάθε μικρό και αδιόρατο χτύπο της καθημερινότητάς της.
Βλέποντας κανείς την Αθήνα σήμερα, δεν μπορεί να μη διαπιστώσει τις συνταρακτικές αλλαγές που συντελούνται στη ζωή των ανθρώπων της, στον κοινωνικό ιστό της.
Η Αθήνα, εδώ και καιρό, δεν έχει ένα αλλά πολλά πρόσωπα. Παλιές περιοχές της αλλάζουν δραματικά, σε τέτοιο βαθμό που μόνον κάποια αλλοτινά κτίριά τους να θυμίζουν φευγαλέα το παρελθόν τους.
Μια διάχυτη ρευστότητα έχει απλωθεί απ’ άκρη σ’ άκρη. Μια ρευστότητα απειλητική που απεικονίζεται στα κλειστά μαγαζιά, στα εγκαταλειμμένα κτίρια, στις περιοχές που σήμερα στέκουν βουβές και έρημες, όταν μόλις πριν από λίγα χρόνια έσφυζαν από ζωή, στα γκράφιτι που έχουν απλωθεί πάνω τους σαν πολύχρωμα σάβανα.
Αυτό όμως που εντυπωσιάζει είναι η πλήρης απαξίωση του δημόσιου χώρου! Η αδιαφορία των πολιτών της για κάθε τι δημόσιο, κοινό, για κάθε τι που αποτελεί την ιδιοκτησία όλων μας.
Η κατάσταση των υπαίθριων δημόσιων χώρων, για παράδειγμα, είναι σε όλους γνωστή.
Καταφέραμε και τους καταντήσαμε χώρους ανοίκειους, εχθρικούς, στους οποίους βασιλεύει η ανασφάλεια και σε πολλούς απ’ αυτούς η παραβατικότητα. Χώρους τόσο αναγκαίους και σημαντικούς, στους οποίους εδώ και χρόνια έχει φωλιάσει για τα καλά ο φόβος.
Η Αθήνα, η πόλη όπου στο μακρινό παρελθόν βλάστησε η έννοια της δημοκρατίας και της συλλογικής ευθύνης, σήμερα κινδυνεύει να μετατραπεί στην πόλη που αποθεώνει το ιδιωτικό, εκθειάζει το ατομικό και υποβαθμίζει, για να μην πει κανείς χλευάζει, το συλλογικό. Κάτι που στο μακρινό παρελθόν της θα σήμαινε ύψιστη ύβριν.
Παράλληλα, όμως, ενδεικτική της γενικότερης ένδειας των τελευταίων δεκαετιών είναι η ανυπαρξία νέων δημόσιων κτιρίων.
Μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού τα καινούργια κτίρια, είναι οι εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον τραγικό κανόνα. Το σύγχρονο ελληνικό κράτος επιδεικνύει εγκληματική αδιαφορία για τη δημόσια αρχιτεκτονική στον τόπο μας.
Ελάχιστοι αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί κι ακόμη λιγότερες αναθέσεις μελετών στους αρχιτέκτονες που έλαβαν το πρώτο βραβείο. Για την υλοποίηση των έργων, να μη γίνει καλύτερα λόγος.
Η Αθήνα παραμένει σταθερά τελευταία και σ’ αυτόν τον τομέα, πίσω απ’ όλες τις ευρωπαϊκές, και όχι μόνον, πρωτεύουσες.
Αρκεί κανείς να επισκεφθεί κάποια δημόσια υπηρεσία για να διαπιστώσει την τριτοκοσμική εικόνα που παρουσιάζουν οι εφορίες, οι πολεοδομικές υπηρεσίες, τα υπουργεία, τα δημαρχεία, τα ασφαλιστικά ταμεία…
Οι περισσότερες στεγάζονται σε εργολαβικές πολυκατοικίες του συρμού και μόνον η πινακίδα στην είσοδο σε πληροφορεί ότι εισέρχεσαι σε δημόσιο κτίριο.
Δημόσιοι υπάλληλοι πίσω από άθλια γραφεία ο ένας πάνω στον άλλο, ανάμεσα σε ξεχαρβαλωμένους φωριαμούς και αραδιασμένους φακέλους εδώ κι εκεί και οι γνωστές θλιβερές φωτογραφίες να κρέμονται στους ρυπαρούς τοίχους των γραφείων τους, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να διακοσμήσουν κάπως τον χώρο.
Απαράδεκτες συνθήκες εργασίας για υπαλλήλους μιας κατά τα άλλα ευρωπαϊκής χώρας, αλλά και εχθρικό περιβάλλον για τους πολίτες που στοιβάζονται στις ουρές για να εξυπηρετηθούν στην καθημερινή παραζάλη της πόλης. Κανείς δεν σέβεται κανέναν! Και το περιβάλλον, εσωτερικό και εξωτερικό, το πιστοποιεί δυστυχώς με τον καλύτερο τρόπο.
Τα ελάχιστα κτίρια που χτίστηκαν τελευταία ήταν κυρίως έργα τα οποία κατασκευάστηκαν από δωρεές ιδιωτών και ιδρυμάτων. Ομως εδώ γίνεται λόγος ακριβώς για το αντίθετο, γι’ αυτήν τη συγκλονιστική απουσία του Δημοσίου ως έννοιας πρώτα απ’ όλα.
Το κτίριο, που αποτελεί κοινό αγαθό, που ανήκει ανεξαιρέτως σε όλους τους πολίτες και το οποίο είναι η χτισμένη απόδειξη της συνεισφοράς τους, των στερήσεών τους, της αβάσταχτης και άνισης προσπάθειάς τους να ορθοποδήσει επιτέλους η χώρα. Και είναι αλήθεια ότι συχνά την ξεχνάμε αυτήν τους τη διάσταση, αυτόν τον ανεκτίμητο ρόλο τους στη συμβολική υπόσταση της πόλης.
Γιατί η ύπαρξη των δημόσιων κτιρίων, ανεξάρτητα από τη λειτουργία που επιτελούν, σηματοδοτεί στην πόλη τη σημασία και την αναγκαιότητα του «Δήμου», της Πολιτείας, θωρακίζοντας τους δημοκρατικούς θεσμούς, που αποτελούν τα θεμέλια μιας σύγχρονης και ελεύθερης κοινωνίας, όπως αυτή που βαυκαλιζόμαστε ότι είμαστε.
Οσο το δημόσιο υποχωρεί έναντι του ιδιωτικού, όσο το συλλογικό κέρδος εξαϋλώνεται μπροστά στο ατομικό τόσο το δημοκρατικό πολίτευμα θα υπονομεύεται. Τόσο τα φαντάσματα άλλων σκοτεινών περιόδων θα ζωντανεύουν και σιγά σιγά θα παίρνουν σάρκα και οστά.
Η ποιότητα του δημόσιου χώρου αντανακλά τη στάθμη του πολιτιστικού μας παρόντος, αλλά συμβολίζει παράλληλα την υπέρτατη αξία των δημοκρατικών κατακτήσεων του λαού μας.
Τα δημόσια κτίρια δεν τα χτίζουμε για να κόβουν φωτογραφούμενοι οι πολιτικοί μας τις κορδέλες των εγκαινίων. Τα χτίζουμε γιατί αποτελούν ένα ανοιχτό παράθυρο προς το μέλλον.
Αποτελούν τον ομφάλιο λώρο που θα συνδέσει το παρόν με το αύριο αυτής της πόλης. Αποτελούν τους χτισμένους κόπους μιας ολόκληρης γενιάς και στέκουν εκεί, στον χώρο και στον χρόνο, για να αφηγούνται στους κατοπινούς την ιστορία και τις θυσίες της.

*Αρχιτέκτων-καθηγητής Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ

ΠΗΓΗ Εφ Συν

ΚΛΗΡΩΣΗ ΜΕ ΔΩΡΟ

Εγγραφείτε στο Newsletter και εξασφαλείστε την συμμετοχή σας