Το ενεργειακό αδιέξοδο απαιτεί και ριζικές λύσεις
ΕνέργειαΕπιχειρήσειςΕπωνύμωςΈργαΕυρωπαϊκή ΈνωσηΟικονομίαΠεριβάλλονΦυσικοί πόροιΧρήμα 28 Αυγούστου 2022 Αργύρης
Του Βλάση Οικονόμου
Η Ευρώπη κατά την περίοδο της ενεργειακής κρίσης εδώ και έναν χρόνο φάνηκε διαιρεμένη και χωρίς πολιτική βούληση στο επίπεδο των εθνικών κυβερνήσεων να προχωρήσουν στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις.
Στο πλαίσιο του Green Deal και της γενικότερης ενεργειακής μετάβασης ήρθαν να προστεθούν και νέα σχέδια (όπως το Repower EU και άλλα), που προσπαθούν να δώσουν και τη βραχυπρόθεσμη απάντηση στον μακροχρόνιο σχεδιασμό. Το πρόβλημα, φυσικά, είναι ότι, παρά το σωστό πλαίσιο, οι κυβερνήσεις διστάζουν να ανταποκριθούν, εκτός ολίγων εξαιρέσεων, αλλά προτιμούν τις λύσεις που έχουν περισσότερη άμεση προβολή, όπως τα επιδόματα, έναντι διαρθρωτικών λύσεων όπως είναι η γρήγορη αλλαγή του ενεργειακού μοντέλου της κάθε χώρας.
Αντίστοιχη είναι και η ιστορία στην Ελλάδα, που βρίσκεται αντιμέτωπη με υψηλές τιμές λόγω της εκτίναξης των τιμών του φυσικού αερίου και της απουσίας ουσιαστικής πολιτικής πλαφόν τιμών ή κερδών.
Η θεώρηση, βέβαια, ότι η κοινωνία ξαφνιάστηκε είναι σαφώς παραπλανητική, γιατί όλα τα σενάρια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έδειχναν μια σταθερή αύξηση των τιμών των ορυκτών καυσίμων έως το 2050. Η κάθε χώρα θα έπρεπε να λάβει υπόψιν της ότι θα πλήρωνε ούτως ή άλλως ακριβότερα ορυκτά καύσιμα, οπότε και να προχωρήσει στην ενεργειακή μετάβαση. Ενεργειακή μετάβαση όμως σημαίνει, εκτός από το ότι παράγω καθαρότερα και με χαμηλότερο ή μηδενικό κόστος μέσω Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), και ότι καταναλώνω λιγότερο για να καλύψω τις ανάγκες μου μέσω Ενεργειακής Απόδοσης.
Ενδεικτικά, εάν η Ελλάδα μόνο ελάμβανε τις αποφάσεις για ενεργειακές επενδύσεις (επιλέγοντας χρηματοδότηση στην προσφορά μέσω δικτύων, αγωγών ή στη ζήτηση ενέργειας) με γνώμονα την Ευρωπαϊκή Αρχή της Ενεργειακής Απόδοσης Πρώτα (www.enefirst.eu), θα μπορούσε να πετύχει από 17% επιπλέον εξοικονόμηση ενέργειας στα κτήρια και 2,1% ριζική ανακαίνιση κτηρίων κατ’ έτος με αντίστοιχη μείωση εισαγόμενων καυσίμων και επιβάρυνση προϋπολογισμού.
Η Ενεργειακή Απόδοση Πρώτα δίνει προτεραιότητα στις πηγές διαχείρισης ενεργειακής ζήτησης όταν αυτές είναι κοινωνικά πιο αποδοτικές από επενδύσεις σε ενεργειακές υποδομές. Είναι μια αρχή για λήψη απόφασης που πρέπει να εμπεριέχεται σε κάθε δημόσια χρηματοδότηση, αλλά η Ελλάδα, όπως και άλλες χώρες, δεν την εφαρμόζει.
Μια πονεμένη ιστορία
Δυστυχώς, η Ενεργειακή Εξοικονόμηση είναι μια πονεμένη ιστορία για τη χώρα, για διάφορους λόγους, είτε φόβο για διατάραξη της αγοράς, όταν το κράτος προσπαθεί να πλασάρει το φυσικό αέριο σαν το μαγικό καύσιμο που θα δώσει τη λύση, ή ακόμα και λόγω μη επαρκούς πλαισίου και ενημέρωσης των καταναλωτών. Από την άλλη, είναι και ο μόνος διαρθρωτικός τρόπος καταπολέμησης της ενεργειακής ένδειας, κυρίως μέσω της ενεργειακής αναβάθμισης κατοικιών.
Η επιτυγχανόμενη ελάφρυνση στο κόστος των νοικοκυριών μέσω των επιδομάτων είναι βραχυχρόνια και όχι διαρθρωτική, γιατί δεν συνοδεύεται από αλλαγές στη λειτουργία της ενεργειακής αγοράς ή δράσεις ενεργειακής εξοικονόμησης, επομένως οδηγεί αυτόματα σε νέο κενό και νέα αναζήτηση για χρηματοδότηση λογαριασμών το επόμενο διάστημα.
Προγράμματα τύπου Εξοικονομώ
Τα υφιστάμενα προγράμματα τύπου Εξοικονομώ, παρά τις βελτιώσεις που έχουν γίνει, δεν είναι ικανά να καλύψουν τον στόχο των 60.000 κατοικιών ριζικής ανακαίνισης που απαιτείται με βάση και τον εθνικό σχεδιασμό. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι οι νέοι στόχοι έως το 2030 απαιτούν δωδεκαπλασιασμό των προηγούμενων προγραμμάτων Εξοικονομώ.
Ακόμα και στο βελτιωμένο Εξοικονομώ του 2021 μόνο το 3% των φτωχών νοικοκυριών της πρώτης εισοδηματικής κατηγορίας έκαναν αίτηση, άρα θεωρείται αναποτελεσματικό πρόγραμμα για την ενεργειακή ένδεια όπως έχει δομηθεί. Αντίστοιχα και στα Περιφερειακά Επιχειρησιακά Προγράμματα δεν υπήρχε πουθενά η αναφορά στην ενεργειακή ένδεια, ενώ θα έπρεπε να είναι πρωτεύουσας σημασίας.
Το πρόγραμμα για τις παρεμβάσεις στα δημόσια κτήρια (ΗΛΕΚΤΡΑ) αποτελεί αντικείμενο εξαγγελιών εδώ και πέντε χρόνια, ενώ οι προκάτοχοί του είχαν βοηθήσει κάποιες υποδομές. Είναι κομμάτι του υφιστάμενου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) και θεωρητικά θα έτρεχε ήδη από το 2021, κάτι το οποίο καθυστερεί τις δράσεις στον δημόσιο τομέα.
Οι αντίστοιχες απευθείας χρηματοδοτήσεις της κυβέρνησης στους ΟΤΑ (με 136 εκατ. ευρώ) για την κάλυψη του ενεργειακού τους κόστους χωρίς δεσμεύσεις σίγουρα δίνουν λάθος σήμα.
Αντίθετα, πρέπει να δίνεται ο κατάλληλο σήμα στους δήμους ότι για να λάβουν χρηματοδότηση θα πρέπει να προβούν σε δράσεις εξοικονόμησης ενέργειας (έστω και βραχυπρόθεσμες), ώστε να ανταμείβονται δίκαια για την προσπάθεια αυτή και να μειώνουν αι το κόστος τους την επόμενη περίοδο. Θα μπορούσε κάλλιστα η χρηματοδότηση να ζητεί ως προαπαιτούμενο τον ορισμό ενεργειακού υπευθύνου, την καταγραφή καταναλώσεων ενέργειας και τον σχεδιασμό συστήματος διαχείρισης ενέργειας.
Αντίστοιχη καθυστέρηση και μη υλοποίηση παρουσιάστηκε και στα προγράμματα (που είχαμε υποσχεθεί στο ΕΣΕΚ) ενεργειακής αναβάθμισης τριτογενή τομέα, βελτίωση ενεργειακής απόδοσης μέσω Εταιρειών Ενεργειακών Υπηρεσιών, ενεργειακή αναβάθμιση αντλιοστασίων, ενώ στα Καθεστώτα Επιβολής Υποχρέωσης Ενεργειακής Απόδοσης για τους ενεργειακούς παρόχους δεν υπήρχε ο οδηγός του προγράμματος για το 2021 και 2022.
Το αδιέξοδο με το φυσικό αέριο
Η εμμονή με το μοντέλο του φυσικού αερίου δυστυχώς οδηγεί σε αδιέξοδα. Σε πρόσφατη μελέτη για την Greenpeace (https://www.greenpeace.org/greece/issues/klima/ 46840/to-pragmatiko-ofelos-einai-stineksoikonomisi-energeias-oxi-sto-aerio/) αναδείχτηκε ότι εάν η δημόσια χρηματοδότηση 1,5 δισ. ευρώ για την επέκταση αγωγών φυσικού αερίου δινόταν για ενεργειακές αναβαθμίσεις κατοικιών, για φωτοβολταϊκά στη στέγη, για κτήρια σχεδόν ή μηδενικής ενέργειας, τα νοικοκυριά θα επωφελούνταν σε πολύ μεγάλο βαθμό (έως και 800 εκατ. ευρώ όφελος σε οικονομικούς και κοινωνικούς όρους).
Αντίστοιχα, τα 9 δισ. ευρώ που δόθηκαν για επιδοτήσεις ηλεκτροπαραγωγής από φυσικό αέριο την τελευταία δεκαετία θα αντιστοιχούσαν σε 15 δια ευρώ επενδύσεων εξοικονόμησης ενέργειας.
Αυτά θα επαρκούσαν για να πραγματοποιηθούν παρεμβάσεις σε 750.000 νοικοκυριά, που θα μπορούσαν να αναβαθμίσουν ενεργειακά τα σπίτια τους. Είναι λοιπόν σημαντικό να αποφασίσει η χώρα τι ενεργειακό μοντέλο θέλει και αν θα σεβαστεί τις βασικές αρχές της ενεργειακής δημοκρατίας.
Με την έλλειψη διαφάνειας στις λήψεις αποφάσεων, ελλοχεύει ο κίνδυνος μη αποδοχής της ενεργειακής μετάβασης από τον πληθυσμό, ενώ εάν δεν αισθανόμαστε όλοι συμμέτοχοι την προσπάθεια αυτή (μέσω της άμεσης ανακούφισης των λογαριασμών από διαρθρωτικά μέτρα), θα συνεχιστεί ο φαύλος κύκλος επιδομάτων που απλά ενισχύουν το πρόβλημα και όχι τη λύση.
Είναι στα χέρια του κόσμου να λειτουργήσει υπεύθυνα και να απαιτήσει την ενεργειακή εξοικονόμηση παντού με δημόσια χρηματοδότηση και προτεραιοποίηση των έργων μικρών ΑΠΕ για τη μείωση λογαριασμών και την ελάφρυνση της κρίσης.
*Βλάσης Οικονόμου, διευθύνων σύμβουλος του Ινστιτούτου της Ευρωπαϊκής Ενεργειακής και Κλιματικής Πολιτικής (Institute for European Energy and Climate Policy, (www.ieecp.org)
“Η Αυγή”
Σχετικά Άρθρα
- ΡΑΕ: προτεραιότητες ασφάλεια εφοδιασμού και προστασία καταναλωτών
- Ενεργειακή μετάβαση: κλονίζεται η εμπιστοσύνη των καταναλωτών
- ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ: τι προτείνει για ενεργειακή ακρίβεια και επάρκεια εφοδιασμού
- Μαρίνα Φλοίσβου: σε ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για πράσινη μετάβαση
- Πλατφόρμα για αυτοπαραγωγή, ενεργειακές κοινότητες, εξοικονόμηση
- Ε.Ε: έγκριση τεχνικής υποστήριξης για 17 ελληνικά έργα