Αφιλόξενοι οι δύο στους τρεις από τους ελεύθερους χώρους πρασίνου της Αθήνα, λόγω ακατάλληλης βλάστησης! -Ο δημόσιος χώρος ως περίσσευμα της ανοικοδόμησης
Αστικό περιβάλλονΑυτοδιοίκησηΕιδήσειςΠεριβάλλονΦυσικοί πόροι 21 Μαΐου 2018 Αργύρης
Οι δύο στους τρεις από τους ελεύθερους χώρους πρασίνου στο μητροπολιτικό συγκρότημα της Αθήνας είναι … αφιλόξενοι και ιδίως κατά τη διάρκεια του χειμώνα δεν χρησιμοποιούνται από τους κατοίκους της πόλης εξαιτίας της ακατάλληλης βλάστησης τους!
Τη διάσταση αυτή για το αστικό πράσινο της Αθήνας, με την επισήμανση ότι απουσιάζει διαχρονικά ένα γενικό σχέδιο διαχείρισης του αστικού πρασίνου της Αθήνας και είναι επιτακτική ανάγκη η υλοποίηση του με την εκπόνηση Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων αναδεικνύει ο Δημήτρης Παυλόπουλος Μηχανολόγος Ηλεκτρολόγος, Ειδικός Σύμβουλος Τοπικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης υπογραμμίζοντας χαρακτηριστικά ότι «η χρήση του κατάλληλου, για κάθε χώρο, τύπου βλάστησης είναι ουσιώδης για την αποτελεσματική επιτέλεση της λειτουργίας του».
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, ο Κ Παυλόπουλος «στο μητροπολιτικό συγκρότημα της Αθήνας, η μη χρησιμοποίηση των 2/3 των ελεύθερων χώρων κατά την διάρκεια του χειμώνα οφείλεται στον σχεδιασμό τους και την αφιλόξενη βλάστηση που φιλοξενούν (κυπαρίσσια, χαλέπιος πεύκη, βλαστητικό «χάος».
Περίσσευμα από την ανοικοδόμηση
Στην Ελλάδα ο δημόσιος χώρος, συνήθως προκύπτει συμπτωματικά, ως περίσσευμα από την ανοικοδόμηση, κι όχι ως αποτέλεσμα συγκεκριμένων πολεοδομικών πρωτοβουλιών και κυκλοφοριακών παρεμβάσεων τονίζει ο κ Παυλόπουλος, προσθέτοντας ότι: «Η ταυτότητά του συντίθεται από ένα μωσαϊκό χώρων, όπως πλατείες, πεζόδρομοι, καθώς και χώροι παραμελημένοι και αναξιοποίητοι, που δεν ενδείκνυται να χρησιμοποιηθούν ως χώροι ανήκοντες στο κοινό». Ο ίδιος σημειώνει τα πολλαπλά οικολογικά, κοινωνικά και οικονομικά οφέλη, που προκύπτουν από την δημιουργία χώρων πρασίνου στις πόλεις, με αιχμή και προτεραιότητα τη βελτίωση του κλίματος, τη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, την βελτίωση της ποιότητας του αέρα, λόγω της διευκόλυνσης της κυκλοφορίας και ανανέωσης του οξυγόνου.
Αλληλοεπικάλυψη αρμοδιοτήτων
H αλληλοεπικάλυψη αρμοδιοτήτων των φορέων, που εμπλέκονται στη δημιουργία, διαχείριση, φύλαξη και προστασία των χώρων αστικού και περιαστικού πρασίνου, όπως οι ΟΤΑ, η Δασική Υπηρεσία, η Πολεοδομία, η ΕΠΑΕ, αποτελεί βασική συνισταμένη του ελλείμματος προστασίας των κοινόχρηστων χώρων. Το παραπάνω συμπέρασμα, το οποίο έχει καταγραφεί και από το Συνήγορο του Πολίτη, επισημαίονοντας ιδιαίτερα ότι «το πρόβλημα της αλληλοεπικάλυψης αρμοδιοτήτων δεν εντοπίζεται τόσο στον προσδιορισμό της αρμοδιότητας του κάθε εμπλεκόμενου φορέα επί των εκτάσεων με αδιαμφισβήτητα δασικό χαρακτήρα, όσο στην ασάφεια του χαρακτήρα κάθε χώρου πρασίνου ως δασικού ή μη».
Τα θέματα αυτά ανέδειξε ο Δημήτρης Παυλόπουλος σε ομιλία του με θέμα «Το Αστικό Πράσινο στην περιοχή της Αθήνας» από το βήμα ημερίδας της ΔΚΜ, με θέμα την “Προστασία του Περιβάλλοντος”, που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 17 Μαϊου στο ΤΕΕ, στην διάρκεια της οποίας πρότεινε:
- Για το σύνολο του αστικού πρασίνου να συνταχθεί ένα γενικό σχέδιο διαχείρισης, αφού προηγηθεί η εκπόνηση Στρατηγικής ΜΠΕ.
- Για κάθε έναν από τους καταγεγραμμένους χώρους, να συνταχθεί μία διαχειριστική μελέτη που θα υπακούει στους στόχους και κατευθύνσεις του ανωτέρω γενικού σχεδίου διαχείρισης.
O ίδιος πρότεινε μεταξύ άλλων:
- Καταλογογράφηση – χαρτογράφηση των χώρων αστικού πρασίνου αναδεικνύεται ως ζήτημα πρωταρχικής σημασίας και προτεραιότητας.
- Απογραφή του αστικού πρασίνου, καθώς είναι αναγκαία προκειμένου να δημιουργηθεί μια βάση δεδομένων και ένα πεδίο κριτικής παρακολούθησης για την άσκηση των πολιτικών.
- Η καταγραφή να ακολουθήσει την αποσαφήνιση του ιδιοκτησιακού και πολεοδομικού καθεστώτος της κάθε έκτασης, και να αποσαφηνισθεί εάν υπάγεται σε ειδική ρύθμιση, ή, αντιθέτως, εάν υφίστανται κενά στην προστασία της.
Άρθρο: Tο αστικό πράσινο στην περιοχή της Αθήνας
Του Δημήτρη Παυλόπουλου*
Η ποιότητα του δημόσιου χώρου αντικατοπτρίζει το επίπεδο διαβίωσης των κατοίκων της πόλης, αποτυπώνει την ταυτότητά της και συνιστά προνομιακό χώρο προβολής των οικονομικών πολιτικών και κοινωνικών σχέσεων. Η έμφαση στον δημόσιο χώρο υλοποιεί το δικαίωμα του πολίτη να αποκαταστήσει την ποιότητα της καθημερινής του ζωής στην πόλη και τη γειτονιά του.
Στην Ελλάδα ο δημόσιος χώρος συνήθως προκύπτει συμπτωματικά, ως περίσσευμα από την ανοικοδόμηση, κι όχι ως αποτέλεσμα συγκεκριμένων πολεοδομικών πρωτοβουλιών και κυκλοφοριακών παρεμβάσεων. Η ταυτότητά του συντίθεται από ένα μωσαϊκό χώρων, όπως πλατείες, πεζόδρομοι, καθώς και χώροι παραμελημένοι και αναξιοποίητοι, που δεν ενδείκνυται να χρησιμοποιηθούν ως χώροι ανήκοντες στο κοινό.
H αποτελεσματική διαχείρισή του προσκρούει στην αδυναμία της Πολιτείας:
α) να τον περιφρουρήσει, για παράδειγμα από την παράνομη στάθμευση αυτοκινήτων και δικύκλων, τις καταλήψεις του από παρόδιες χρήσεις και εν γένει τις πάσης φύσεως καταστροφές του, οι οποίες στην καλύτερη περίπτωση αποκαθιστώνται με την παρέλευση μεγάλου χρονικού διαστήματος, και
β) να καθορίσει τη φυσιογνωμία και την αισθητική του με συλλογικές, ανοιχτές, δημοκρατικές και ολοκληρωμένες διαδικασίες.
ΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΧΩΡΟΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ
Εννοιολογική αποσαφήνιση των ελεύθερων χώρων
Οι αναφορές της θεωρίας και της (πολεοδομικής) νομοθεσίας και νομολογίας στις έννοιες «δημόσιος χώρος», «ελεύθερος χώρος», «κοινόχρηστος χώρος», «κοινόχρηστο πράσινο», «αστικό πράσινο», «αστικός υπαίθριος χώρος», χωρίς ιδιαίτερη έμφαση στις μεταξύ τους διακρίσεις, αναδεικνύει τη νοηματική τους συνάφεια, που συχνά οδηγεί στην εσφαλμένη ταύτισή τους στην πράξη.
Όπως προκύπτει, οι έννοιες αυτές αντιμετωπίζονται συχνά ως ταυτόσημες, προκειμένου να χαρακτηρίσουν κάθε ανοικτό δημόσιο χώρο, στον οποίο οι πολίτες έχουν ακώλυτη πρόσβαση ή και εν γένει κάθε έκταση χωρίς κτίσμα.
Ωστόσο, οι ελεύθεροι χώροι χαρακτηρίζονται από μεγάλη ποικιλία: περιλαμβάνουν το αστικό πάρκο, το άλσος, την παιδική χαρά, την πλατεία, το πεζοδρόμιο, το κοινόχρηστο πλακόστρωτο, τον ποδηλατόδρομο.
Στην ευρύτερη έννοια των ελεύθερων χώρων εμπίπτουν, ακόμη, λόγω του μεγέθους και της σημασίας τους για τη βιωσιμότητα της πόλης, και περιφραγμένες ιδιωτικές ή δημόσιες εκτάσεις πρασίνου, όπως, για παράδειγμα, ένα μεγάλο παλαιό κτήμα στο εσωτερικό μίας πόλης ή ένα εγκαταλελειμμένο στρατόπεδο.
Ιδιαίτερη σημασια έχουν, επίσης, και επιφάνειες πρασίνου που λειτουργούν συμπληρωματικά/συνοδευτικά προς άλλες λειτουργίες, όπως το πράσινο μιας αθλητικής εγκατάστασης, μίας πανεπιστημιούπολης, ενός σχολικού συγκροτήματος, ενός νοσοκομείου, ενός αρχαιολογικού χώρου, που, με τον σχεδιασμό τους, ενισχύουν τους συνολικούς ελεύθερους χώρους της πόλης.
Ιδιαίτερος είναι και ο ρόλος των ιδιωτικών ακάλυπτων χώρων των οικοπέδων, που αφήνονται υποχρεωτικά για τον αερισμό και τον φωτισμό των κτιρίων και δεν είναι προσβάσιμοι σε όλους.
Και οι χώροι αυτοί έχουν ιδιαίτερη σημασία για τη λειτουργική συγκρότηση του αστικού χώρου και συμβάλουν στη διαμόρφωση του αστικού περιβάλλοντος, δεν μπορούν, κατά την αυστηρότερη θεώρηση, να προσμετρηθούν στους ελεύθερους χώρους μίας πόλης.
Σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της αποτελεσματικής προστασίας των ελευθέρων χώρων αποτελεί η εννοιολογική αποσαφήνιση των ειδικότερων διακρίσεων τους και του περιεχομένου τους, όπως οι έννοιες αυτές απαντώνται στην πολεοδομική θεωρία και πράξη, προκειμένου περαιτέρω να διερευνηθεί το καθεστώς διαχείρισής τους.
Τυπολογία ελεύθερων χώρων – κριτήρια κατηγοριοποίησης
Σε μία απόπειρα για την κατάταξη των ελεύθερων χώρων σε επιμέρους κατηγορίες, αναδείχθηκαν από ορισμένους συγγραφείς τα ακόλουθα κριτήρια διάκρισης με τις αντίστοιχες ομαδοποιήσεις:
α) Με βάση τη θέση τους στην πόλη και σε σχέση με αυτήν, οι ελεύθεροι χώροι διακρίνονται σε αστικούς, όπως μια πλατεία στο κέντρο της πόλης, και περιαστικούς, όπως ένα περιαστικό πάρκο ή περιαστικό δάσος, στα όρια του πολεοδομικού συγκροτήματος.
β) Με βάση τη σημασία τους για την πόλη, διακρίνονται σε τοπικούς, όπως ένα μικρό δημοτικό πάρκο ή πλατεία, υπερτοπικούς, όπως για παράδειγμα η πλατεία της Ν. Σμύρνης ως τόπος αναψυχής πολλών δήμων της Ανατολικής Αθήνας, και μητροπολιτικούς, όπως το πάρκο «Α. Τρίτσης».
γ) Με βάση το ιδιοκτησιακό καθεστώς, σε δημόσιους, όπως ένας δρόμος, και ιδιωτικούς, όπως ο ακάλυπτος χώρος μιας πολυκατοικίας.
δ) Με βάση τη χρήση τους, σε κοινόχρηστους και μη.
ε) Με βάση τη λειτουργία τους, σε χώρους πρασίνου, συνάθροισης, όπως μια πλατεία, άθλησης, περιπάτου, κυκλοφορίας, όπως μία οδός, πολιτισμού ή σε χώρους που συνδυάζουν τα πιο πάνω .
Ευνόητο είναι ότι τα ανωτέρω κριτήρια μπορεί να συνδυάζονται μεταξύ τους, δημιουργώντας επιμέρους κατηγορίες ελευθέρων χώρων. Έτσι, για παράδειγμα, η διάκριση ενός χώρου, με βάση τη λειτουργία του, σε χώρο πρασίνου, κυκλοφορίας ή συνάθροισης, μπορεί να ισχύει τόσο για έναν, με βάση το ιδιοκτησιακό καθεστώς και τη χρήση του, δημόσιο κοινόχρηστο όσο και για έναν ιδιωτικό χώρο.
Υπάρχουν δύο βασικές κατηγορίες ελεύθερων χώρων διακριτές μεταξύ τους:
α) οι αστικοί κοινόχρηστοι χώροι πρασίνου και
β) οι ιδιωτικοί ελεύθεροι χώροι πρασίνου.
Κύριο συστατικό στοιχείο και των δύο κατηγοριών αποτελεί το πράσινο, με τις όποιες ποσοτικές και ποιοτικές διαφοροποιήσεις και διακρίσεις του, με βάση τη προέλευση (αυτοφυές – ανθρωπογενές), τον χαρακτήρα (αστικό, αγροτικό και δασικό), και το ύψος του (χαμηλό – υψηλό).
Οφείλει ήδη στο σημείο αυτό να υπογραμμισθεί ότι οι επιμέρους διακρίσεις του πρασίνου δεν θα πρέπει να θεωρούνται ήσσονος σημασίας. Η χρήση του κατάλληλου, για κάθε χώρο, τύπου βλάστησης είναι ουσιώδης για την αποτελεσματική επιτέλεση της λειτουργίας του. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, στο μητροπολιτικό συγκρότημα της Αθήνας, η μη χρησιμοποίηση των 2/3 των ελεύθερων χώρων κατά την διάρκεια του χειμώνα οφείλεται στον σχεδιασμό τους και την αφιλόξενη βλάστηση που φιλοξενούν (κυπαρίσσια, χαλέπιος πεύκη, βλαστητικό «χάος»).
ΑΣΤΙΚΟΙ ΚΟΙΝΟΧΡΗΣΤΟΙ ΧΩΡΟΙ ΠΡΑΣΙΝΟΥ
Ι. Κοινόχρηστοι χώροι εν γένει
- Οι ρυθμίσεις του ΑΚ
Οι κοινόχρηστοι χώροι είναι ζωτικής σημασίας για την οργάνωση του αστικού ιστού, αφού εξυπηρετούν τις ανάγκες των κατοίκων και οδηγούν σε αναβάθμιση της ποιότητας ζωής τους.
Κοινόχρηστοι χώροι είναι οι κάθε είδους δρόμοι, πλατείες, άλση και γενικά οι προοριζόμενοι για κοινή χρήση ελεύθεροι χώροι, που καθορίζονται από το εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο του οικισμού ή έχουν τεθεί σε κοινή χρήση με οποιοδήποτε άλλο νόμιμο τρόπο.
- Αστικοί κοινόχρηστοι χώροι κατά την πολεοδομική νομοθεσία
Εντός των πόλεων και των οικισμών, τα σχέδια πόλεων καθορίζουν αφενός «α) τις οδούς, τις πλατείες, τους κοινόχρηστους κήπους, τις πρασιές και άλση και γενικά τους κοινόχρηστους χώρους που είναι αναγκαίοι για κοινωφελείς σκοπούς», αφετέρου τα οικόπεδα για την ανέγερση κτιρίων κοινής ωφελείας καθώς και τους οικοδομήσιμους χώρους.
Κοινόχρηστοι χώροι πρασίνου
- Έννοια κοινόχρηστου πρασίνου και συμβολή του στην βιώσιμη πόλη
Ήδη από την συνοπτική παρουσίαση του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου για τους κοινόχρηστους χώρους, που προηγήθηκε, καθίσταται σαφές ότι, από το σύνολο των προσδιοριζομένων από το πολεοδομικό σχέδιο (αστικών) κοινοχρήστων χώρων, διακρίνεται η υποκατηγορία των (αστικών) κοινόχρηστων χώρων πρασίνου. Κοινόχρηστοι χώροι πρασίνου ενδεικτικώς είναι οι κοινόχρηστοι κήποι, τα πάρκα και τα άλση.
Το αστικό (και περιαστικό) πράσινο αποτελεί δείκτη βιωσιμότητας του αστικού ιστού. Ιδιαίτερα ευεργετική είναι η συμβολή των ελεύθερων χώρων, και ειδικότερα του αστικού πρασίνου στην βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων, κυρίως όταν πρόκειται για ιδιαίτερα πυκνοκατοικημένες πόλεις. Τα πολλαπλά οικολογικά, κοινωνικά και οικονομικά οφέλη, που προκύπτουν από την δημιουργία χώρων πρασίνου στις πόλεις, συνίστανται:
α) Στη βελτίωση του κλίματος, τη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, την βελτίωση της ποιότητας του αέρα, λόγω της διευκόλυνσης της κυκλοφορίας και ανανέωσης του οξυγόνου.
β) Στη ρύθμιση της θερμοκρασίας.
γ) Στην απορρόφηση και το φιλτράρισμα της ηλιακής ακτινοβολίας: η βλάστηση, ακόμη και ποώδης, ελέγχει τις ανεπιθύμητες ακτινοβολίες μέσω του σκασμού που δημιουργεί το φύλλωμα και μειώνει την ανάκλαση της ακτινοβολίας.
δ) Στη μείωση της εξάτμισης του εδαφικού νερού και στην απορρόφηση του νερού της βροχής, στη μείωση του κινδύνου πλημμύρων.
ε) Στη συγκράτηση των εδαφών από τη διάβρωση, τη μείωση των κατολισθήσεων.
στ) Στην απορρόφηση των θορύβων της πόλης.
ζ) Στην οπτική προστασία και αισθητική αναβάθμιση. Το πράσινο (δένδρα, θάμνοι) συμβάλλει στον εξωραϊσμό των πόλεων και δίνει στους κατοίκους την αίσθηση της επαφής με την φύση.
η) Στη λειτουργία τους ως καταφυγίων βιοποικιλότητας στα αστικά κέντρα.
θ) Στην κοινωνική τους λειτουργία ως τόπων αναψυχής, χαλάρωσης ή άθλησης, κοινωνικής συναναστροφής, περιβαλλοντικής εκπαίδευσης για τον κάτοικο της πόλης.
ι) Στην αναβάθμιση της έννοιας της γειτονιάς και τις κοινωνικές σχέσεις στις πόλεις.
κ) Στη χρήση τους ως υπαίθριων χώρων συγκέντρωσης σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης (π.χ. σεισμοί).
κα) Οικονομικά οφέλη προκύπτουν από την αύξηση του πρασίνου, με σημαντικότερο όλων την εξοικονόμηση ενέργειας (μείωση κλιματιστικών), βελτίωση της υγείας (μείωση των δαπανών νοσηλείας), καθώς και την βελτίωση της ελκυστικότητας και της επισκεψιμότητας μίας περιοχής, λόγω της αναβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος που συνεπάγεται η αναβάθμιση του πρασίνου.
- Επιτρεπόμενες επεμβάσεις εντός κοινόχρηστων χώρων (πρασίνου)
Οι κατασκευές που επιτρέπονται στους κοινόχρηστους χώρους για την εξυπηρέτηση του προορισμού τους (π.χ. έργα για την διαμόρφωση του εδάφους, όπως κλίμακες και διάδρομοι, έργα για τον εξοπλισμό των χώρων αυτών, όπως στέγαστρα, πάγκοι, παιδότοποι, για τον εξωραϊσμό τους, όπως δενδροφυτείες).
Σύμφωνα δε με τη νομολογία «…οι ρυθμίσεις που θεσπίζονται με τις διατάξεις αυτές έχουν εφαρμογή στους χώρους, οι οποίοι έχουν προσλάβει την ιδιότητα του κοινοχρήστου, όπως αυτή προσδιορίζεται από την πολεοδομική νομοθεσία δηλαδή αφενός σε χώρους που χαρακτηρίζονται από το οικείο πολεοδομικό σχέδιο ως κοινόχρηστοι και έχουν αποκτήσει την ιδιότητα αυτή με τη συντέλεση της σχετικής αναγκαστικής απαλλοτρίωσης που κηρύχθηκε με την πράξη, με την οποία εγκρίθηκε το σχέδιο – εκτός αν πρόκειται για έκταση που ανήκε ήδη κατά κυριότητα στο Δημόσιο οπότε η παραπάνω ιδιότητα αποκτάται από την έγκριση και μόνο του σχεδίου – και αφετέρου στους χώρους εκείνους, στους οποίους έχει δημιουργηθεί στο παρελθόν κοινοχρησία κατά τους κανόνες του αστικού δικαίου και οι οποίοι αναγνωρίζονται ως κοινόχρηστοι και από την πολεοδομική νομοθεσία.
3. Τα Πάρκα και τα Άλση
Όπως προαναφέρθηκε, τα πάρκα και τα άλση αποτελούν ειδικότερη διάκριση των αστικών κοινόχρηστων χώρων πρασίνου, σύμφωνα με τις σχετικές πολεοδομικές διατάξεις περί χρήσεων γης. Στα εντός των πόλεων πάρκα και τα άλση αναφέρεται ρητώς και ο ν. 998/79 «Προστασία δασών και δασικών εκτάσεων», όπως τροποποιήθηκε και ισχύει. Σύμφωνα, ειδικότερα, με το άρθρο 3 παρ. 5 ν. 998/79, ορίζεται ότι: «Στις διατάξεις του παρόντος νόμου υπάγονται και τα εντός των πόλεων και των οικιστικών περιοχών πάρκα και άλση, καθώς και οι εκτάσεις που κηρύσσονται ή έχουν κηρυχθεί με πράξη της αρμόδιας αρχής ως δασωτέες ή αναδασωτέες».
Επίσης, σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση των δασών και δασικών εκτάσεων που διενεργείται στο άρθρο 4 παρ. 2 ν. 998/79, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, διακρίνονται, μεταξύ άλλων, «α) Πάρκα και άλση εντός των πόλεων ή των οικιστικών περιοχών», με κριτήριο τη θέση των δασών και δασικών εκτάσεων σε σχέση προς τους χώρους ανθρώπινης εγκαταστάσεως και δραστηριότητας.
α) Πάρκα
Εν όψει της αυξημένης ανάγκης προστασίας των αλσών και πάρκων, κοινής και για τους δύο αυτούς τύπους κοινοχρήστου πρασίνου, αμφότερα εμπίπτουν κατ’ αρχάς στις προστατευτικές διατάξεις της δασικής νομοθεσίας. Έτσι, συχνά νομολογία και θεωρία, διενεργώντας από κοινού αναφορά στην ανάγκη προστασίας των «…προβλεπόμενων από εγκεκριμένο σχέδιο πόλεως κοινόχρηστων χώρων πρασίνου (πάρκα ή άλση)…», προσεγγίζουν τους δύο αυτούς χώρους χωρίς διαφοροποίηση.
Ειδικότερα, οι δύο έννοιες διαφοροποιούνται ως προς τον τρόπο διαμόρφωσης της φυσικής ή τεχνητής βλάστησής τους.
Μητροπολιτικά – Υπερτοπικά πάρκα
Στην ελληνική νομοθεσία και θεωρία, απαντάται επίσης και η έννοια του «μητροπολιτικού πάρκου». Ωστόσο, δεν υφίσταται νομοθετικός προσδιορισμός συγκεκριμένης έκτασης, η οποία να αποδίδει σε έναν ελεύθερο χώρο αστικού πρασίνου μείζονος σημασίας και εμβέλειας, το χαρακτηρισμό μητροπολιτικό πάρκο. Σημαντικές παράμετροι, για την επιλογή μιας έκτασης που θα προβλεφθεί να καταλαμβάνει ένα μητροπολιτικό πάρκο, φαίνεται να αποτελούν οι ανάγκες που σχεδιάζεται να καλύψει (σύμφωνα με τον πολεοδομικό σχεδιασμό, τον πληθυσμό, τον χαρακτήρα της περιοχής), οι ειδικές συνθήκες της έκτασης όπου θα κατασκευασθεί, αλλά και οι δυσκολίες διαχείρισης του χώρου ενός πάρκου.
Μητροπολιτικό Πάρκο Γουδή – Ιλισός
Πάρκο Περιβαλλοντικής Ευαισθητοποίησης «Αντώνης Τρίτσης»
Εθνικά πάρκα (ν. 1650/86)
Πάρκα ειδικού προορισμού
Χαρακτηριστικό παράδειγμα «πάρκου ειδικού προορισμού» αποτελούν οι ζωολογικοί κήποι.
β) Άλση
Ο κοινόχρηστος αστικός χώρος καθαρού πρασίνου, πλησίον ή εντός οικιστικής περιοχής ή σχεδίου πόλης, που καλύπτεται από βλάστηση, από τον οποίο λείπουν οι κηποτεχνικές διαμορφώσεις και υπάρχει ελεύθερη διάταξη του πρασίνου, στα πλαίσια της επιδιωκόμενης προσομοίωσης φυσικών περιβαλλόντων εντός της αστικής ή οικιστικής περιοχής.
Άλσος Ευελπίδων
Άλσος πεδίου του Άρεως
Άλσος Ν. Φιλαδέλφειας
Άλσος Πυριτιδοποιείου (Δ. Αιγάλεω)
Άλσος Θησείου
Άλσος Ν. Σμύρνης
Άλσος Βυζαντινού Μουσείου
Αττικό Άλσος
Άλσος Βεϊκου
Αλσύλλια
Προστατευόμενα στοιχεία του τοπίου χαρακτηρίζονται τμήματα ή συστατικά στοιχεία του τοπίου που έχουν ιδιαίτερη αισθητική ή πολιτιστική αξία ή συμβάλλουν στην προστασία ή αποδοτικότητα φυσικών πόρων λόγω των ιδιαίτερων φυσικών ή ανθρωπογενών χαρακτηριστικών τους, όπως αλσύλλια, παραδοσιακές καλλιέργειες, αγροικίες, μονοπάτια, πέτρινοι φράχτες και αναβαθμίδες, προστατευτικές φυτείες, κρήνες.
4. Δενδροστοιχίες
5. Κήποι
Κήπο αποτελεί μία δημόσια έκταση πρασίνου φυτεμένη με μεγάλη ποικιλία πυκνής βλάστησης.
Εθνικός Κήπος
Κήπος Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου
Κήπος Ζαππείου
Συμπερασματικές παρατηρήσεις για τους κοινόχρηστους χώρους πρασίνου
Συνοψίζοντας, από την ερμηνευτική προσέγγιση του συνόλου των διατάξεων που προαναφέρθηκαν, προκύπτουν οι ακόλουθες σκέψεις:
α) Η έννοια των κοινοχρήστων στον ΑΚ είναι ευρύτερη των πολεοδομικών κοινοχρήστων, που είναι τεχνητά δημιουργήματα, στα οποία προσδίδονται συγκεκριμένες έννομες συνέπειες.
β) Στην πολεοδομική νομοθεσία, οι έννοιες των «κοινόχρηστων χώρων», των «ελεύθερων χώρων» και του «αστικού πρασίνου» φαίνεται να χρησιμοποιούνται χωρίς ουσιαστική μεταξύ τους διαφοροποίηση.
γ) Το ενδιαφέρον του πολεοδομικού νομοθέτη εστιάζεται κυρίως στους δημόσιους ελεύθερους κοινόχρηστους χώρους πρασίνου.
δ) Σε όλες τις προαναφερόμενες περιπτώσεις, η νομοθεσία αφορά τον καθορισμό χρήσεων και χώρων στις περιοχές των Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων και των σχεδίων πόλεων.
ε) Η δασική νομοθεσία ρυθμίζει μεταξύ άλλων και τους εντός των πόλεων και οικιστικών περιοχών χώρων πρασίνου, τους οποίους διακρίνει σε πάρκα και άλση. Πάρκο ή Άλσος δεν συνιστά κάθε χώρος πρασίνου ευρισκόμενος εντός του οικιστικού ιστού, αλλά, εκείνοι εκ των κοινοχρήστων χώρων πρασίνου που φέρουν δασική βλάστηση, υπαγόμενοι κατά τούτο στο πεδίο προστασίας της δασικής νομοθεσίας.
στ) Σε μεγάλα πολεοδομικά συγκροτήματα, όπως του Λεκανοπεδίου, αρκετοί χώροι πρασίνου υπάγονται σε εξατομικευμένες νομοθετικές ρυθμίσεις.
ζ) Ο αποσπασματικός χαρακτήρας των ρυθμίσεων για τους κοινόχρηστους χώρους πρασίνου, η μη καταγραφή και η έλλειψη αυτοτελούς διαδικασίας χαρακτηρισμού των αλσών και πάρκων, δημιουργεί προβλήματα αλληλοεπικάλυψης αρμοδιοτήτων και δυσχεραίνει την αποτελεσματική προστασία τους.
ΙΙΙ. Σχέση μεταξύ κοινόχρηστων χώρων πρασίνου και κοινόχρηστων χώρων κυκλοφορίας
Όπως έχει αναφερθεί, συστατικό στοιχείο των κοινόχρηστων χώρων πρασίνου αποτελεί η ύπαρξη κάποιας μορφής βλάστησης.
1. Οδοί
Οι οδοί αποτελούν βασική κατηγορία ελεύθερου κοινόχρηστου χώρου, τόσο κατά τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα (ΑΚ 967), όσο και κατά τις ειδικότερες διατάξεις της πολεοδομικής νομοθεσίας. Κατά τον ορισμό του άρθρου 2 παρ. 4 του ΓΟΚ/1985 (άρθρο 242 ΚΒΠΝ), «δρόμοι» νοούνται οι κοινόχρηστες εκτάσεις που εξυπηρετούν κυρίως τις ανάγκες κυκλοφορίας.
2. Διαχωριστικές νησίδες
Στο άρθρο 2 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, ως ισχύει, ορίζεται: «Διαχωριστική νησίδα: Το υπερυψωμένο ή με άλλους τρόπους οριζόμενο τμήμα οδού, το οποίο χωρίζει λωρίδες κυκλοφορίας οχημάτων ή οδοστρώματα της αυτής ή αντίθετης κατεύθυνσης και επί του οποίου απαγορεύεται η κυκλοφορία, με εξαίρεσή τη διέλευση πεζών, όπου αυτή επιτρέπεται».
3. Πεζόδρομοι
Πεζόδρομοι είναι οι δρόμοι που προορίζονται κυρίως για την εξυπηρέτηση των πεζών .
4. Πεζοδρόμια
Τα πεζοδρόμια αποτελούν τα τμήματα στην άκρη των οδών που προορίζονται αποκλειστικά για την κίνηση των πεζών, επιτρέπεται όμως σε αυτά η ύπαρξη δενδροστοιχιών, στύλων σήμανσης και φωτισμού και άλλων στοιχείων.
5. Ποδηλατοδρόμοι
Οι ποδηλατοδρόμοι διακρίνονται σε αστικούς, περιαστικούς και υπαίθρου και μπορούν να καταταγούν σε τρεις κατηγορίες ως εξής:
- Το Εθνικό δίκτυο που διέρχεται από πόλεις και ύπαιθρο και συνδέει πρωτεύουσες νομών μεταξύ τους καθώς και με χώρους με ιδιαίτερη σημασία π.χ. ιστορικά μνημεία, περιοχές φυσικού κάλλους κλπ.
- Το δίκτυο πόλης .
- Το Δημοτικό δίκτυο .
Συμπερασματικές παρατηρήσεις για το πράσινο στους κοινόχρηστους χώρους κυκλοφορίας.
α) Κατ’ αρχάς, οι φυτεύσεις δεν αποτελούν αναπόσπαστο συστατικό στοιχείο των πεζοδρόμων και των πεζοδρομίων. Αντιθέτως, ενίοτε εκλαμβάνονται από τη νομοθεσία, αλλά και τη νομολογία, ως «εμπόδιο» στην ελεύθερη διέλευση των πεζών. Για τον λόγο αυτό επιβάλλεται η τοποθέτησή τους εκτός της ζώνης όδευσης πεζών, τόσο ως προς το πλάτος της ζώνης (1,50 μ.), όσο και ως προς το ύψος (2,20 μ.).
β) Ο κατά τα ανωτέρω μη υποχρεωτικός χαρακτήρας των φυτεύσεων στα πεζοδρόμια, εφόσον δεν υφίσταται σχετικός Κανονισμός του οικείου ΟΤΑ, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι, σε περίπτωση απομάκρυνσης ή καταστροφής των φυτεύσεων ενός πεζοδρομίου, δεν υφίσταται υποχρέωση αντικατάστασής τους, ιδίως εάν πρόκειται για περίπτωση παρεμπόδισης της κοινής χρήσης: όπως παρατηρείται, η τοποθέτηση και η μη σήμανση εμποδίων, φυτών ή δένδρων, συνιστά περίπτωση κακού σχεδιασμού του χώρου κίνησης των πεζών σε νησίδες ή ζώνες πρασίνου με δενδροστοιχία, ενώ αυθαίρετη κατάληψη πεζοδρομίου αποτελεί και η τοποθέτηση ζαρντινιερών ή γλαστρών εντός της ζώνης όδευσης.
γ) Οι φυτεύσεις στα πεζοδρόμια, όπως και κάθε άλλη εργασία κατασκευής, συντήρησης κ.λπ., μπορούν να διενεργούνται από τους βασικούς υποχρέους για την κατασκευή των πεζοδρομίων παρόδιους ιδιοκτήτες, κατόπιν σχετικής αδείας, είτε, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, από τους ίδιους τους ΟΤΑ (στα πλαίσια γενικής ανακατασκευής ή αναδιαρρύθμισης οδών κ.λπ.).
δ) Με απόφαση του οικείου Δημοτικού ή Κοινοτικού Συμβουλίου μπορούν καθορίζονται οι προδιαγραφές κατασκευής πεζοδρομίων, συμπεριλαμβανομένων και ειδικότερων ρυθμίσεων ως προς την φύτευση αυτών.
Ευνόητο είναι ότι οι σχετικές ρυθμίσεις δεν μπορούν να αποκλίνουν παρά μόνον να εξειδικεύουν τις ήδη λεπτομερείς προβλέψεις του Κτιριοδομικού Κανονισμού (π.χ. είδος φυτών) και των λοιπών διατάξεων της προαναφερθείσας νομοθεσίας, σύμφωνα πάντοτε με τους κανόνες οικολογικής διαχείρισης των κοινόχρηστων χώρων.
Ελλείψει τέτοιας απόφασης για την θέσπιση προδιαγραφών, σχετικές οδηγίες μπορούν να παρέχονται με την ίδια την άδεια κατασκευής – ανακατασκευής – εκσκαφής πεζοδρομίου, που εκδίδεται από τον οικείο Δήμο.
Με τον τρόπο αυτό, θα μπορέσουν αποτελεσματικά να αντιμετωπισθούν τα πολλαπλά προβλήματα που αντιμετωπίζονται σήμερα ως προς την κατάσταση του πρασίνου στις πόλεις, και ειδικότερα, ως προς τις βλάβες και αρρώστιες των φυτών λόγω των ατμοσφαιρικών ρύπων, την καταστροφή τους από τα οχήματα ή κατά την διάρκεια εργασιών εκσκαφής ή λόγω κακής κλάδευσης, την ελλιπή αύξησή τους λόγω της μείωσης του ζωτικού τους χώρου, με αποτέλεσμα να ανασηκώνονται οι πλάκες των πεζοδρομίων που τα περιβάλουν.
ε) Η εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων του Κτιριοδομικού Κανονισμού έχει αναδείξει στην πράξη αρκετά προβλήματα εφαρμογής της. Χαρακτηριστικά, από τις ρυθμίσεις που αφορούν τις υποχρεωτικές αποστάσεις για την φύτευση, συνάγεται ότι για να φυτευτεί σωστά ένα πεζοδρόμιο, απαιτείται ελάχιστο πλάτος 1,5 μ. (κατά την Υ.Α. των σταθεροτύπων) ή 1,35 μ. (κατά τους υπολογισμούς του Κτιριοδομικού Κανονισμού = 50 cm απόσταση δένδρου από κράσπεδο + 25 cm απόσταση του δέντρου από το άνοιγμα – λάκκο + 60 cm ελάχιστο πλάτος για διέλευση των πεζών), δηλαδή διαστάσεις πολύ μεγαλύτερες από τις ήδη διαθέσιμες στους δρόμους της Αθήνας.
στ) Η προβλεπόμενη από τον Κτιριοδομικό Κανονισμό ρύθμιση για την μέριμνα που πρέπει να λαμβάνεται σε σχέση με το ριζικό σύστημα των δένδρων προς αποφυγή βλάβης των κτιρίων και δομικών κατασκευών, δεν διευκρινίζεται εάν αντιστοιχεί σε ορισμένη υποχρέωση εις βάρος του Δημοσίου ή του παροδίου ιδιοκτήτη, και σε τι συνίστανται τα σχετικά μέτρα. Δεν είναι, δηλαδή, σαφές εάν πρόκειται για υποχρέωση η οποία εντάσσεται στις ενέργειες κατασκευής, επισκευής και συντήρησης των πεζοδρομίων, και βαρύνει τον κατά περίπτωση υπόχρεο σε αυτές, ή εάν αφορά υποχρέωση του Δήμου να προβλέψει περιορισμούς προς αυτή την κατεύθυνση.
Ορθότερη παρουσιάζεται η άποψη ότι όλα αυτά τα ειδικότερα ζητήματα θα πρέπει να αποτελέσουν περιεχόμενο των προδιαγραφών ή των απλών οδηγιών που χορηγούνται από τον οικείο ΟΤΑ, κατά τις σχετικές ρυθμίσεις του Κτιριδομικού Κανονισμού.
ΙV. Σχέση μεταξύ κοινόχρηστων χώρων πρασίνου και κοινόχρηστων χώρων συνάθροισης – αναψυχής
1. Πλατείες
Οι πλατείες είναι οι πιο σημαντικοί ελεύθεροι χώροι μίας πόλης, αφού αποτελούν κατεξοχήν τόπους συνάθροισης στα κέντρα των πόλεων και στις γειτονιές. Κατά κανόνα είναι επίπεδοι χώροι, με σκληρές ανοιχτές επιφάνειες για συγκέντρωση μεγάλου πλήθους σε πολιτικές συγκεντρώσεις, σε γιορτές και άλλες εκδηλώσεις.
2. Παιδικές χαρές
Οι παιδικές χαρές περιλαμβάνονται, μαζί με τις πλατείες, τα πάρκα, τα άλση και τις οδούς, στην ενδεικτική απαρίθμηση ελεύθερων κοινόχρηστων χώρων με τις αντίστοιχες κατηγορίες χρήσεων γής .
ΙΔΙΩΤΙΚΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΧΩΡΟΙ ΠΡΑΣΙΝΟΥ
Στους ιδιωτικούς ελεύθερους χώρους πρασίνου περιλαμβάνονται μικρές ή μεγάλες αδόμητες εκτάσεις πρασίνου, που ανήκουν κατά κυριότητα στην ιδιωτική πρωτοβουλία: αυλές, κήποι, ακάλυπτοι, πρασιές, στοές, ακόμα και ολόκληρα αδόμητα οικόπεδα, που αποκτούν, λόγω της θέσης, της έκτασης και του χαρακτήρα τους, μεγάλη σημασία για την ζωή των κατοίκων, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για πυκνοδομημένα αστικά συγκροτήματα.
Η σχέση των ιδιωτικών με τους δημόσιους ελεύθερους χώρους είναι πολύπλοκη και εξαρτώμενη από πολεοδομικούς, λειτουργικούς, περιβαλλοντικούς θεσμικούς και πολιτισμικούς παράγοντες.
Ι. Αυτοτελείς νομοθετικές ρυθμίσεις
Για ορισμένους ιδιωτικούς ελεύθερους χώρους, όπως, για παράδειγμα, μεγάλα ιδιωτικά κτήματα, υφίσταται αυτούσια νομοθετική ρύθμιση. Τέτοια είναι η περίπτωση του Κτήματος Συγγρού.
ΙΙ. Οργανωμένες παρεμβάσεις στο ιδιωτικό ελεύθερο χώρο
Ακόμη και οι επιμέρους, μικρότερες εκτάσεις ιδιωτικών μη δομημένων χώρων, μπορούν με τον κατάλληλο σχεδιασμό να λειτουργήσουν ως προστιθέμενη αξία προς τους μεγαλύτερους ελεύθερους κοινόχρηστους χώρους μιας πόλης, και να επηρεάσουν έτσι ευνοϊκά την μορφή και την ποιότητα ζωής της πόλης.
ΙΙΙ. Περιορισμοί της πολεοδομικής νομοθεσίας ως προς το μέγεθος των ακάλυπτων χώρων οικοπέδων και τις επιτρεπόμενες παρεμβάσεις σ’ αυτούς.
Οι διατάξεις του ΓΟΚ και του Κτιριοδομικού Κανονισμού περιλαμβάνουν σημαντικές ρυθμίσεις που είτε επηρεάζουν έμμεσα τη διαμόρφωση των ιδιωτικών ελεύθερων χώρων, είτε ρυθμίζουν άμεσα το υφιστάμενο πράσινο των ιδιόκτητων οικοπέδων
IV. Διατάξεις ως προς την υλοτομία
Σημαντικές διατάξεις περιλαμβάνει η νομοθεσία ως προς την υλοτομία εντός ιδιωτικών εκτάσεων, θέτοντας σημαντικούς περιορισμούς και προϋποθέσεις για την κοπή δένδρων, που υπάγουν σε καθεστώς διοικητικής άδειας από την Πολεοδομία, ακόμη κι όταν αφορά ιδιωτική έκταση.
Συμπερασματικές παρατηρήσεις ως προς τους ιδιωτικούς χώρους πρασίνου
α) Στον τομέα της διαχείρισης του ιδιωτικού πρασίνου, την μεγαλύτερη πρακτική σημασία αποκτούν οι διατάξεις για την υλοτομία εντός ιδιωτικών εκτάσεων. Στο ερώτημα που ανακύπτει, εάν η ρύθμιση που επιβάλει την χορήγηση από την πολεοδομία άδειας κοπής δέντρων σε ιδιωτικούς χώρους, έχει ισχύ και για τους κοινόχρηστους χώρους (πεζοδρόμια, πλατείες, κοιμητήρια, σχολεία, παιδικές χαρές, κ.λπ.) χωρεί μάλλον αρνητική απάντηση.
ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΧΩΡΩΝ
Τεράστιο απόθεμα ελεύθερων χώρων πρασίνου μέσα στο πολεοδομικό συγκρότημα αποτελούν χώροι ανενεργών χρήσεων που υπάγονται σε ειδικό καθεστώς ρυθμίσεων, όπως εγκαταλελειμένα στρατόπεδα, λατομεία, εργοστάσια), νεκροταφεία, νοσοκομεία, αρχαιολογικοί χώροι.
Ι. Στρατόπεδα
ΙΙ. Αρχαιολογικοί χώροι
ΙΙΙ. Κοιμητήρια
IV. Περιβάλλοντες χώροι δημοσίων κτιρίων και εγκαταστάσεων
V. Παραποτάμια βλάστηση ρεμάτων
VI. ΧΥΤΑ, μεταλλεία, λατομεία
VII. Περιαστικό πράσινο
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄
ΤΟ ΚΡΙΣΙΜΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΑΛΛΗΛΕΠΙΚΑΛΥΨΗΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΩΝ
Ι. Αρμοδιότητα των ΟΤΑ επί των κοινοχρήστων χώρων εν γένει
- Γενικά, στη νομοθεσία προβλέπονται περισσότεροι φορείς που εμπλέκονται στην δημιουργία, διαχείριση, φύλαξη, προστασία των χώρων αστικού και περιαστικού πρασίνου, όπως οι ΟΤΑ, η Δασική Υπηρεσία, η Πολεοδομία, η ΕΠΑΕ. Η αλληλεπικάλυψη των αρμοδιοτήτων τους καταγράφεται και από τον Συνήγορο του Πολίτη ως βασική συνισταμένη του ελλείματος προστασίας των κοινόχρηστων χώρων.
ΙΙ. Το πρόβλημα της αρμοδιότητας είναι στην πραγματικότητα πρόβλημα χαρακτηρισμού
Κατ’ αρχάς, θα πρέπει να υπογραμμισθεί ότι το πρόβλημα της αλληλεπικάλυψης αρμοδιοτήτων δεν εντοπίζεται τόσο στον προσδιορισμό της αρμοδιότητας του κάθε υεμπλεκόμενου φορέα επί των εκτάσεων με αδιαμφισβήτητα δασικό χαρακτήρα, όσο στην ασάφεια του χαρακτήρα κάθε χώρου πρασίνου ως δασικού ή μη. Στην πράξη διακρίνονται οι ακόλουθες κατηγορίες αστικών χώρων πρασίνου:
α) αστικοί χώροι πρασίνου για τους οποίους υφίστανται ad hoc νομοθετικές ρυθμίσεις. Οι ειδικές αυτές διατάξεις, πάντως, δεν αποκλείουν άνευ ετέρου και την υπαγωγή της έκτασης στο πεδίο εφαρμογής της δασικής νομοθεσίας. Έτσι, εφόσον το ειδικό νομοθετικό καθεστώς που διέπει έναν συγκεκριμένο χώρο, (π.χ. του Πεδίου του Άρεως), περιλαμβάνει και χαρακτηρισμό του χώρου, ως άλσους ή πάρκου, με ρητή αναφορά στον δασικό του χαρακτήρα, τότε αναγκαία ο χώρος αυτός θα υπάγεται και στο πεδίο εφαρμογής της δασικής νομοθεσίας, και τυχόν αλληλεπικαλύψεις θα επιλύονται με τις κλασικές ερμηνευτικές αρχές των κανόνων δικαίου (ήτοι, ότι ο ειδικότερος νόμος καταργεί τον γενικό, ο νεώτερος τον προγενέστερο, κ.λπ.).
β) αστικοί χώροι πρασίνου για τους οποίους δεν υφίστανται ειδικές ρυθμίσεις, αλλά δεν αμφισβητείται ο δασικός χαρακτήρας τους, είτε διότι, π.χ., έχουν προέλθη από αναδάσωση, υφίσταται, δηλαδή, γι’ αυτούς τους χώρους σχετική διοικητική πράξη αναγνώρισης του δασικού τους χαρακτήρα, είτε διότι υφίσταται επί μακρόν δημιουργηθείσα κατάσταση. Και οι χώροι αυτοί υπάγονται χωρίς αμφιβολία στο πεδίο εφαρμογής της δασικής νομοθεσίας.
γ) αστικοί χώροι πρασίνου που αδιαμφισβήτητα δεν περιλαμβάνουν δασική βλάστηση, π.χ. νησίδες, παρτέρια κ.λπ. Πρόκειται για απλούς κοινόχρηστους χώρους πρασίνου, που υπάγονται στους κανόνες προστασίας τους που απαγορεύουν την κατάργηση χωρίς παράλληλη αντικατάστασή τους, αλλά δεν προστατεύουν καθ’ εαυτή την ευρισκόμενη επ’ αυτών βλάστηση.
δ) αστικοί χώροι πρασίνου που περιλαμβάνουν βλάστηση, αλλά αμφισβητείται ο δασικός ή μη χαρακτήρας τους. Ως προς τους χώρους αυτούς υφίσταται ουσιαστικά ζήτημα, κυρίως όσον αφορά ενέργειες υλοτομίας.
ΙΙΙ. Συμπερασματικές παρατηρήσεις ως προς το ζήτημα των αρμοδιοτήτων
Η καταλογογράφηση – χαρτογράφηση των χώρων αστικού πρασίνου αναδεικνύεται ως ζήτημα πρωταρχικής σημασίας και προτεραιότητας. Η απογραφή του αστικού πρασίνου είναι αναγκαία προκειμένου να δημιουργηθεί μια βάση δεδομένων και ένα πεδίο κριτικής παρακολούθησης για την άσκηση των πολιτικών.
Την εν λόγω καταγραφή θα πρέπει να ακολουθήσει η αποσαφήνιση ιδιοκτησιακού και πολεοδομικού καθεστώτος της κάθε έκτασης, και να αποσαφηνισθεί εάν υπάγεται σε ειδική ρύθμιση, ή, αντιθέτως, εάν υφίστανται κενά στην προστασία της.
Επίσης, η καταγραφή θα πρέπει να διενεργηθεί με κριτήριο τη διασύνδεση με το υπάρχον πράσινο, και την ανάγκη προστασίας και διατήρησής του. Όπως παρατηρείται, υφίστανται χώροι υπάρχοντος πρασίνου οι οποίοι, ανεξάρτητα από το ιδιοκτησιακό ή πολεοδομικό τους καθεστώς, στην συνείδηση των κατοίκων είναι χώροι πρασίνου.
Από την άλλη, δε πλευρά, υπάρχουν αρκετοί χώροι χαρακτηρισμένοι εδώ και μεγάλο χρόνο ως «κοινόχρηστο πράσινο», οι οποίοι ουδέποτε έχουν αποζημιωθεί, καθώς και χώροι «πράσινου», που υπάρχουν μόνο στους χάρτες των ρυμοτομικών σχεδίων, και στην πραγματικότητα έχουν καταπατηθεί.
Για το σύνολο του αστικού πρασίνου, θα πρέπει, όπως έχει προταθεί, να συνταχθεί ένα γενικό σχέδιο διαχείρισης, αφού προηγηθεί η εκπόνηση Στρατηγικής ΜΠΕ.
Για κάθε έναν από τους καταγεγραμμένους χώρους, θα πρέπει να συνταχθεί μία διαχειριστική μελέτη που θα υπακούει στους στόχους και κατευθύνσεις του ανωτέρω γενικού σχεδίου διαχείρισης.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- ΑΙ ΑΘΗΝΑΙ από τον 19ο εις τον 20ο ΑΙΩΝΑ, ΚΩΣΤΑ ΜΠΙΡΗ ( 1966 )
- Αθήνα ζείς ; Ηπόλη που έφυγε , η πόλη που μένει , ΑΝΤΩΝΗ Β. ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΥ ( 2006 )
- Πολλά στοιχεία είναι από την μελέτη του Ι.Τ.Α. ( Το Αστικό Πράσινο και η διαχείριση τους από τους ΟΤΑ 2009 ) .
- Ιχνηλατώντας την πόλη με οδηγό την ιστορία και την λογοτεχνία.ΓΙΟΧΑΛΑ Θ.– ΚΑΦΕΤΖΑΚΗ Τ
*Ο Δημήτρης Παυλόπουλος είναι Μηχανολόγος Ηλεκτρολόγος, Ειδικός Σύμβουλος Τοπικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης
Σχετικά Άρθρα
- ΥΠΕΝ: ένταξη της περιοχή ΒΙΟ.ΠΑ Προμπονά στο σχέδιο πόλης
- Πυρκάλ: μεταξύ διαγωνισμού ΤΑΙΠΕΔ και δίκης ΣτΕ το νέο κυβερνητικό πάρκο
- Δήμος Αθηναίων: μητρώο δέντρων στο νέο κανονισμό πρασίνου
- Διαδημοτική συνεργασία για το Μητροπολιτικό Πάρκο στου Γουδή
- Δήμος Αθηναίων: 19 πράσινες αναπλάσεις τον Αύγουστο
- ΕΕΤΑΑ: μελέτη ανάπτυξης ενεργειακών κοινοτήτων στη Β. Εύβοια
Χωρίς φρένο οι αυξήσεις τιμών οικοδομικών υλικών
Ειδήσεις Δεκ 24, 2024
ΑΔΜΗΕ: ανανέωση θητείας Μανουσάκη έως το 2028
ecoinsider Δεκ 24, 2024