Εισφορά σε χρήμα: μεχρι πότε δικαιούται ο εκάστοτε Δήμος να την επιβάλλει
ΑυτοδιοίκησηΕιδήσειςΚτηματαγοράΟικιστικάΟικονομίαΠεριβάλλονΠολεοδομίαΧρήμαΧωροταξία 10 Φεβρουαρίου 2022 Αργύρης
Γράφει ο Φάνης Α. Παυλίδης, Δικηγόρος Πειραιώς, Real Estate Law Expert
Η ανάλυση που ακολουθεί αποτελεί κυριολεκτικό «Γολγοθά» ακόμη και για έμπειρους νομικούς. Η εν λόγω επισκόπηση της πολεοδομικής νομοθεσίας για το συγκεκριμένο θέμα της εισφοράς σε χρήμα -που σε κάθε περίπτωση υπάγεται στην κατηγορία των «ειδικών» πολεοδομικών θεμάτων- καταδεικνύει την πολυπλοκότητα του νόμου και την ανάγκη μίας ακόμη -αλλά ριζικής αυτή τη φορά- κωδικοποίησής του και εν τέλει, απλοποίησης της διαδικασίας ένταξης νέων περιοχών στο σχέδιο πόλης (έγκριση πολεοδομικής μελέτης).
Τι είναι η εισφορά σε χρήμα;
Σύμφωνα με το άρθρο 8 του ν. 1337/1983: «3. Οι ιδιοκτησίες που εντάσσονται στο πολεοδομικό σχέδιο ή στις οποίες επεκτείνεται το πολεοδομικό σχέδιο σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού …, υποχρεούνται να συμμετάσχουν με εισφορά γης στη δημιουργία των απαραίτητων κοινόχρηστων χώρων και γενικά στην ικανοποίηση κοινωφελών χρήσεων και σκοπών κατά τις επόμενες διατάξεις. … 7. Σε περίπτωση που η συμμετοχή σε γη πρέπει να ληφθεί από μη ρυμοτομούμενο τμήμα ιδιοκτησίας, πλην όμως κατά την κρίση της αρχής το τμήμα γης που πρόκειται να αποτελέσει αντικείμενο εισφοράς δεν είναι αξιοποιήσιμο πολεοδομικά ή η αφαίρεσή του είναι φανερά επιζήμια για την ιδιοκτησία, μπορεί να μετατρέπεται σε ισάξια χρηματική συμμετοχή που διατίθεται αποκλειστικά για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων και κοινωφελών χρήσεων και σκοπών. Για την πραγματοποίηση της μετατροπής εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του άρθρου 9 για την εισφορά σε χρήμα».
Πώς υπολογίζεται;
Σύμφωνα με το άρθρο 9: «1. Οι ιδιοκτήτες των ακινήτων που περιλαμβάνονται σε περιοχές ένταξης και επέκτασης κατά το άρθρο 1 του νόμου αυτού και διατηρούνται ή διαμορφώνονται σε νέα ακίνητα, συμμετέχουν με καταβολή χρηματικής εισφοράς στην αντιμετώπιση της δαπάνης για την κατασκευή των βασικών κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων. 2. Η εισφορά ορίζεται για τις ιδιοκτησίες … ίση με την αναφερόμενη στις διατάξεις του τρίτου εδαφίου του άρθρου 10 του ν.1221/1981[όπως η πρώην παρ. 4 αναριθμήθηκε σε 3, μετά την κατάργηση της παρ. 3, με την παρ. 4 του άρθρου 25 του ν. 2508/1997 (Α΄ 124)]. Η εισφορά σε χρήμα υπολογίζεται με βάση το εμβαδόν της ιδιοκτησίας, όπως αυτή διαμορφώνεται με την πράξη εφαρμογής και την τιμή ζώνης του οικοπέδου κατά το χρόνο κύρωσης της πράξης εφαρμογής [όπως το α΄ εδάφιο αντικαταστάθηκε από την παρ. 4 του άρθρου 25 του ν. 2508/1997 και στη συνέχεια από την παρ. 2 του άρθρου 11 του Ν. 3212/2003 (Α΄ 308)].… Η εισφορά αυτή βεβαιώνεται από την αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία στο αρμόδιο Δημόσιο Ταμείο (Γραφείο Παρακαταθηκών) που εξυπηρετεί το δήμο ή την κοινότητα, ενώ για τους δήμους που έχουν δική τους ταμειακή υπηρεσία η παραπάνω εισφορά βεβαιώνεται απ’ ευθείας στην υπηρεσία αυτή, μετά την κύρωση της πράξης εφαρμογής».
Πώς εισπράττεται;
Η εισφορά αυτή εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις περί εισπράξεως δημόσιων εσόδων, ως έσοδο του οικείου δήμου ή κοινότητας και αποδίδεται σ’ αυτούς κατά μήνα. Το ποσό της εισφοράς αυτής διατίθεται από τους οικείους Ο.Τ.Α. για την εκτέλεση των βασικών κοινόχρηστων πολεοδομικών έργων, είτε από τον ίδιο είτε από εξουσιοδοτημένο από αυτόν φορέα, καθώς και για την εκπόνηση πολεοδομικών μελετών και μελετών πράξεων εφαρμογής [όπως το ως άνω εδάφιο συμπληρώθηκε από την παράγραφο 2 εδάφιο β του άρθρου 10 του ν. 3044/2002 (Α΄ 197)]. Κάθε διάθεση της εισφοράς αυτής για άλλο σκοπό είναι άκυρη.
Ποια διαδικασία προηγείται;
Στο άρθρο 12 του αυτού νόμου ορίζεται ότι: «1. Η εφαρμογή της πολεοδομικής μελέτης πραγματοποιείται με τη σύνταξη πράξεων εφαρμογής … 2. Η πράξη εφαρμογής περιλαμβάνει ολόκληρη την έκταση στην οποία αναφέρεται η πολεοδομική μελέτη ή τμήμα της. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις η πράξη εφαρμογής μπορεί να συντάσσεται και για μεμονωμένη ιδιοκτησία, πάντως δε σε ολόκληρη την πλευρά του οικοδομικού τετραγώνου. 3. … 4. Η πράξη εφαρμογής συνοδεύεται από κτηματογραφικό διάγραμμα εφαρμογής και κτηματολογικό πίνακα εφαρμογής. Το κτηματογραφικό διάγραμμα και ο πίνακας εφαρμογής περιλαμβάνουν για κάθε ιδιοκτησία το εμβαδόν της, τα στοιχεία των ιδιοκτητών της και το ποσοστό συμμετοχής τους στην ιδιοκτησία … 5. [όπως η παράγραφος 5 αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 4 του άρθρου 6 του Ν. 2242/1994 (Α΄ 162)]. Η πράξη εφαρμογής συντάσσεται με την ακόλουθη διαδικασία που προωθείται παράλληλα με τη διαδικασία του άρθρου 7 του νόμου αυτού για την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης. … 6. … 7. [όπως η παρ. 7 συμπληρώθηκε με το άρθρο 8 παράγραφος 5 εδάφιο β΄ του ν. 1512/1985 (Α΄ 4) και αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 του ν. 1772/1988 (Α΄ 91)] α) Η πράξη εφαρμογής κυρώνεται με απόφαση του νομάρχη, αποτελεί ταυτόχρονα και πράξη βεβαίωσης για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων εισφοράς σε γη, όπως και κάθε μεταβολής που επέρχεται στα ακίνητα σύμφωνα με την παράγραφο 3, όπως αυτή συμπληρώθηκε με την παρ. 5α του ν. 1512/1985 και μεταγράφεται στο οικείο υποθηκοφυλακείο. … Για ιδιοκτησίες, που στις πράξεις εφαρμογής αναγράφονται με ελλιπή στοιχεία ή με την ένδειξη “άγνωστος”, η καταχώριση στη μερίδα των ιδιοκτητών γίνεται μετά από έκδοση διορθωτικής πράξης του οικείου νομάρχη … β) … ε) [όπως η περ. ε΄ αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 1 του άρθρου 11 του Ν. 3212/2003 (Α΄ 308)] Η πράξη εφαρμογής μετά την κύρωσή της γίνεται οριστική και, με την επιφύλαξη του επόμενου εδαφίου, αμετάκλητη. Η Διοίκηση κατ’ εξαίρεση μόνο επιτρέπεται να ανακαλεί εν όλω ή εν μέρει την πράξη εφαρμογής, για λόγους νομιμότητας ή για πλάνη περί τα πράγματα που αποδεικνύεται από στοιχεία που δεν ήταν γνωστά κατά το χρόνο κύρωσης της πράξης ή από τελεσίδικη δικαστική απόφαση. Η ανάκληση γίνεται αυτεπάγγελτα ή ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου. Η πράξη ανακαλείται μόνο κατά το μέρος που διαπιστώνεται η παράβαση ή η πλάνη, μέσα σε εύλογο χρόνο από την κύρωση της πράξης εφαρμογής και συντάσσεται διορθωτική πράξη. Κατά τη σύνταξη της διορθωτικής πράξης λαμβάνεται υπόψη η πραγματική και νομική κατάσταση που είχαν οι ιδιοκτησίες κατά το χρόνο σύνταξης της αρχικής πράξης. … Με τη διορθωτική πράξη καθορίζεται ο υπόχρεος και ο δικαιούχος της αποζημίωσης, το ύψος της οποίας καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2882/2001 (ΦΕΚ 17 Α). … στ) … Επίσης, σύμφωνα με την παράγραφο 13 του άρθρου 12, όπως η παράγραφος αυτή προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 11 του ν.3212/2003 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 308): «Ο προσδιορισμός της αξίας των τμημάτων που μετατρέπονται σε χρηματική εισφορά σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 8 γίνεται από το αρμόδιο δικαστήριο σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2882/2001. Τα ποσά από τη μετατροπή διατίθενται αποκλειστικά για την αποζημίωση ρυμοτομούμενων τμημάτων ιδιοκτησιών της ίδιας περιοχής».
Πώς βεβαιώνεται η εισφορά σε χρήμα;
Ο ν. 2508/1997 «Βιώσιμη οικιστική ανάπτυξη των πόλεων και οικισμών της χώρας και άλλες διατάξεις» (Α΄ 124), προέβλεψε στην παράγραφο 3 του άρθρου 21 ότι η εισφορά σε χρήμα μπορεί να βεβαιώνεται απευθείας από τα αρμόδια όργανα του οικείου Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) αντί της πολεοδομικής υπηρεσίας.
Εξάλλου, στο π.δ. 5/1986 [όπως οι διατάξεις του νόμου αυτού ίσχυαν πριν την τροποποίησή τους με τις διατάξεις του ν. 4315/2014] ορίζονται τα ακόλουθα: άρθρο 1: «1. Μετά την κύρωση της πράξης εφαρμογής, σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 12 του Ν. 1337/1983, επιτροπή προβαίνει στον προσδιορισμό της αξίας των ακινήτων που περιλαμβάνονται στην πράξη εφαρμογής. Η επιτροπή συγκροτείται σε κάθε τμήμα πολεοδομίας και πολεοδομικών εφαρμογών … 2. Η κατά την προηγούμενη παράγραφο επιτροπή επιλαμβάνεται του έργου της οίκοθεν ή ύστερα από αίτηση κάθε ενδιαφερομένου. Η αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία υποχρεούται, μετά την κύρωση της πράξης εφαρμογής, να διαβιβάσει στην επιτροπή τον πίνακα εφαρμογής και τα σχετικά σχέδια που προσδιορίζουν τη θέση και το μέγεθος των ακινήτων, τα οποία υπόκεινται σε εισφορά. … 3. Η επιτροπή συγκαλείται από τον πρόεδρό της και μετά από αυτοψία και έλεγχο των στοιχείων που υποβλήθηκαν σ’ αυτήν καταρτίζει, μέσα σε τριάντα ημέρες από τότε που ελήφθησαν τα ως άνω στοιχεία της πράξης εφαρμογής, έκθεση στην οποία περιγράφεται η κατάσταση των ακινήτων και των συστατικών τους, καθώς και οι τυχόν ιδιαίτερες συνθήκες αυτών και εκτιμάται αιτιολογημένα η αξία τους η οποία αναγράφεται στις αντίστοιχες στήλες του πίνακα εφαρμογής. Εάν προκύψει διαφωνία για την αξία του ακινήτου, καταχωρούνται στην έκθεση όλες οι γνώμες που διατυπώθηκαν. Ως χρόνος για τον προσδιορισμό της αξίας του ακινήτου λαμβάνεται ο χρόνος κύρωσης της πράξης εφαρμογής. Ως κριτήρια για την εκτίμηση της αξίας του ακινήτου λαμβάνονται υπόψη τα σχετικά στοιχεία των οικείων οικονομικών εφοριών τα οποία εκτιμούνται ελευθέρως από την επιτροπή ως κάθε άλλο στοιχείο το οποίο κρίνεται αναγκαίο. … 4. …» και άρθρο 2 «1. Μετά την επιστροφή των στοιχείων προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία, αυτή εκδίδει πράξη επιβολής εισφοράς σε χρήμα, για κάθε κύριο ακινήτου που εμπίπτει στην περιοχή ένταξης ή επέκτασης, όπως φαίνεται στον πίνακα της πράξης εφαρμογής. 2. Η πράξη επιβολής περιλαμβάνει αναλυτικά εκτός από τα στοιχεία του υπόχρεου ιδιοκτήτη και όλα τα απαραίτητα στοιχεία για τον υπολογισμό της εισφοράς σε χρήμα σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 3 και 4 (εδάφιο πρώτο) του άρθρου 9 του Ν.1337/1983. 3., 4. … 5. Κάθε πράξη συνοδεύεται από απόσπασμα έκθεσης εκτίμησης ή και από οποιαδήποτε άλλα στοιχεία βάσει των οποίων προσδιορίζεται η αξία του ακινήτου και επιδίδεται στον υπόχρεο κατά τις διατάξεις των άρθρων 56 και επόμενα του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας. 6. Αν ο κύριος του ακινήτου είναι άγνωστος, η σχετική πράξη επιβολής εισφοράς και τα στοιχεία που τη συνοδεύουν κοινοποιούνται στον οικείο Δήμο ή Κοινότητα, για τη διενέργεια περαιτέρω έρευνας εξακρίβωσης τούτου. Όταν εξακριβωθεί ο κύριος του ακινήτου, εκδίδεται νέα πράξη επιβολής εισφοράς.
Μέσα σε πόσο χρόνο πρέπει να βεβαιώνεται;
Τέλος, στο άρθρο 2 του α.ν. 344/1968 «Περί διατάξεων τινών αφορωσών εις τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοικήσεως» (Α΄ 71), όπως το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 2 του άρθρου 61 του ν. 1416/1984 (Α΄ 18), ορίζονται τα εξής: «1. Η βεβαίωσις των φόρων, τελών, δικαιωμάτων, εισφορών και αντιτίμου προσωπικής εργασίας ενεργείται υπό των δήμων και κοινοτήτων εντός αποσβεστικής προθεσμίας πέντε ετών από της λήξεως του οικονομικού έτους, εις ο ανάγονται. Κατ’ εξαίρεση είναι δυνατή η βεβαίωση μετά την πάροδο της παραπάνω προθεσμίας αν: α) είναι άγνωστος ο υπόχρεος, β) έχει ακυρωθεί μετά την πάροδο της πενταετίας η φορολογική εγγραφή για το λόγο ότι ο υπόχρεος δεν έλαβε γνώση της εγγραφής, γ) η βεβαίωση έγινε σε πρόσωπο που δεν είχε μερική ή ολική φορολογική υποχρέωση και δ) η βεβαίωση έγινε για οικονομικό έτος διάφορο από αυτό που αφορά η φορολογική υποχρέωση. 2. …» και στο άρθρο 6 ότι: «Το άρθρον 76 του αυτού Β.Δ. (άρθρον 60 Ν.Δ. 3033/1954, άρθρον 3 Ν.Δ. 3908/1958(5) αντικαθίσταται ως εξής: “Ο χρόνος της παραγραφής των αξιώσεων των δήμων και κοινοτήτων είναι είκοσι ετών, αρχόμενος από της λήξεως του οικονομικού έτους εντός του οποίου εβεβαιώθησαν αύται οριστικώς. Κατ’ εξαίρεσιν αι προερχόμεναι εκ φόρων εν γένει, τελών, δικαιωμάτων, εισφορών και αντιτίμου προσωπικής εργασίας παραγράφονται μετά πενταετίαν ως ανωτέρω.»
Συμπέρασμα:
Από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει ότι, εφόσον ως χρόνος για τον προσδιορισμό της αξίας των ακινήτων προκειμένου να εκδοθεί η προβλεπόμενη πράξη επιβολής εισφοράς σε χρήμα λαμβάνεται ο χρόνος κύρωσης της πράξης εφαρμογής ή ο χρόνος κύρωσης της διορθωτικής πράξης εφαρμογής, εφόσον ακολουθήσει η έκδοση τέτοιας πράξης (πρβλ. ΔΕφΑθ 2089/2018), στον χρόνο αυτό ανάγεται η επιβαλλόμενη εν λόγω εισφορά. Συνεπώς, η έκδοση της πράξης επιβολής της εισφοράς αυτής και περαιτέρω η εν ευρεία εννοία βεβαίωσή της υπό των αρμοδίων Ο.Τ.Α. υπόκειται στην πενταετή αποσβεστική προθεσμία από τον χρόνο στον οποίο ανάγεται, και ως εκ τούτου, μετά την πάροδο άπρακτης της πενταετούς αυτής προθεσμίας αποσβέννυται πλήρως το δικαίωμα του οικείου οργανισμού τοπικής αυτοδιοίκησης να επιβάλλει και να βεβαιώσει εν ευρεία εννοία την εισφορά εις χρήμα σε βάρος του υποχρέου, εκτός αν ο οργανισμός αυτός επικαλεστεί και αποδείξει ότι συντρέχουν οι εξαιρετικές περιπτώσεις του εδαφίου β’ της παρ. 1 του άρθρου 2 του α.ν. 344/1968, εξαιτίας των οποίων δεν ήταν εφικτή η βεβαίωση εντός της εν λόγω προθεσμίας (βλ. ΣτΕ 3286/1995, ΔΕφΑθ 2738, 325/2020, 956/2016). Σε κάθε περίπτωση, πάντως, για τη διακοπή της εν λόγω αποσβεστικής προθεσμίας θα πρέπει η επίμαχη πράξη επιβολής εισφοράς σε χρήμα να επιδοθεί κατά τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας εντός της πενταετίας.
Σχόλιο:
Η ανωτέρω ανάλυση αποτελεί κυριολεκτικό «Γολγοθά» ακόμη και για έμπειρους νομικούς. Η εν λόγω επισκόπηση της πολεοδομικής νομοθεσίας για το συγκεκριμένο θέμα -που σε κάθε περίπτωση υπάγεται στην κατηγορία των «ειδικών» πολεοδομικών θεμάτων- καταδεικνύει την πολυπλοκότητα του νόμου και την ανάγκη μίας ακόμη -αλλά ριζικής αυτή τη φορά- κωδικοποίησής του και εν τέλει, απλοποίησης της διαδικασίας ένταξης νέων περιοχών στο σχέδιο πόλης (έγκριση πολεοδομικής μελέτης). Δεν συνάδει με τη σύγχρονη ψηφιακή εποχή η μακροχρόνια υφιστάμενη διαδικασία (ένταξη στο σχέδιο, αναρτήσεις για την πράξη εφαρμογής, κύρωση της πράξης εφαρμογής και υλοποίηση επί εδάφους), κατά την οποία οι Δήμοι, ελλείψει υποδομών, αδυνατούν να εισπράξουν και οι πολίτες δεν καρπούνται τα οικονομικά οφέλη από την ανάπτυξη που επιδιώκεται.
*Ο Φάνης Αντ. Παυλίδης είναι Δικηγόρος Πειραιώς, RealEstateLawExpert, κιν. 6945-29.30.21, email: fanispavlidis@gmail.com
Σχετικά Άρθρα
- Τι ισχύει για την εισφορά σε χρήμα σε ΟΤΑ
- ΥΠΕΝ: δυνατότητα έκδοσης οικοδομικής άδειας σε πυκνοδομημένες περιοχές
- ΥΠΕΝ: σώζονται οι 1200 επιχειρήσεις εντός ΒΙΠΕ από νέες πολεοδομικές εισφορές
- Πράξη Εφαρμογής: πότε υποβάλλεται και τι εξυπηρετεί η δήλωση ιδιοκτησίας
- Βουλή: ρύθμιση για ασφαλιστική ικανότητα μη μισθωτών με οφειλές στον ΕΦΚΑ
- Δήλωση ιδιοκτησίας ν.1337/83: πότε υποβάλλεται και τι εξυπηρετεί